ΘΕΜΑΤΑΣυνεντεύξεις

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΧΑΡΗ ΡΑΦΤΟΓΙΑΝΝΗ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΑΕΡΑΛΑΝΔΗ

Της M.G.Vagenas

Η ταινία θα προβληθεί στο Αστορ στις 16 Δεκέμβριου 2022, στης 10 το βράδυ παρουσία όλων των συντελεστών.

Η ‘Αεραλάνδη’ είναι ένα χειροποίητο, ανεξάρτητο ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, με αφορμή το μουσικό σχήμα των Αέρα Πατέρα και την ”Πραγματικότητα που δεν Υπάρχει”. Μια ταινία μεικτής τεχνικής για το Χάος, την Δημιουργία, την Αποδόμηση, την Φυγή. Μια ταινία για το Λάθος.

Παρουσιάστηκε στο Visions du Reel Film Market 2021 και έκανε την επίσημη πρεμιέρα της στην Ελλάδα, στο Φεστιβάλ Nτοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, τον Μάρτη του 2022, στο τμήμα Ανοιχτοί Ορίζοντες.

 

Πως συναντήσεις το γκρουπ των Αέρα Πατέρα και πότε άρχισες να δουλεύεις και να μαζεύεις αυτό το υλικό. Πώς διαμορφώθηκε όλη αυτή η πορεία των γυρισμάτων σε βάθος χρόνου;

Να ξεκινήσουμε σχετικά προβοκατόρικα: η αρχή χάνεται στα βάθη των αιώνων! Όπως λέει και το ντοκιμαντέρ, οι αιώνες περνάνε, τα χρόνια περνάνε, η ώρα παραμένει πάντα δυόμισι. Όλη αυτή η πορεία ξεκίνησε πριν πολλά χρόνια. Η πρώτη γνωριμία μου με την μπάντα ήταν μέσω ενός CD που είχε μια συλλογή από διάφορες κυκλοφορίες εκείνης της περιόδου και για κάποιο λόγο μου είχε μείνει στο νου αυτό  το ένα κομμάτι των Αέρα Πατέρα από αυτή τη συλλογή που, κατά τα άλλα, είχε και ξένα κομμάτια. Από την αρχή, ακόμα και σαν ακροατής, δεν μπορούσα να καταλάβω τι ακούω, είναι ελληνικά; Είναι αγγλικά; Ήταν κάτι περίεργο και σαν προφορά ακόμα και σαν φόρμα. Όλο αυτό από την αρχή μου ξένισε. Στην συνέχεια άκουγα διάφορες ιστορίες από φίλους για τους Αέρα Πατέρα: ότι κάνουν κάποια πολύ ιδιοσυγκρασιακά Λάιβ όπου γίνονται πολλά απρόοπτα. Και λέω: Πρέπει να τους δω! Όταν τους είδα για πρώτη φορά ήταν κάπου εκεί το ’98 ή το ’97. Όμως η μπάντα είχε ήδη ιδρυθεί αρκετά νωρίτερα, το ’89. Όταν τους είδα, κατάλαβα ότι θέλω να είμαι ακόμα πιο κοντά τους γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω αν αυτό που βλέπω είναι φάρσα ή όχι, αν είναι προσχεδιασμένο. Πολλά πράγματα που γίνονταν στη σκηνή ήταν σαν αυτοσχεδιασμοί, σαν να μην γνωρίζονται και οι ίδιοι καλά μεταξύ τους, σαν να μην είχαν έναν τυπικό επαγγελματισμό. Υπήρχε ένα πολύ χαλαρό κλίμα και αυτό κάπως με ιντρίγκαρε και μου έφερνε χαρά.

Τους είδες Λάιβ στην Αθήνα την πρώτη φορά ?

Ναι, τους είδα  στην Αθήνα. Οι Αέρα Πατέρα ήταν ήδη γνωστοί και ας μην ξεχνάμε πως ήταν και μια εποχή τότε, που τα ελληνικά συγκροτήματα είχαν πολύ μεγάλη επιρροή. Από τη μουσική δεκαετία του ’90 είχαν βγει οι Τρύπες και τα Ξύλινα Σπαθιά, υπήρχε ήδη ένα κοινό που περίμενε τέτοιες μπάντες. Τους Αέρα Πατέρα τους είχε παρασύρει και αυτούς το ρεύμα, οπότε είχαν μια δυναμική, εκείνα τα χρόνια τουλάχιστον, και για αυτό είχαν υπογράψει και με μια μεγάλη δισκογραφική εταιρεία τότε, αλλά αυτό συνέβαινε γενικά εκείνη την εποχή στην οποία ήταν πολύ της μόδας οι ελληνικές μπάντες. Έτσι και αλλιώς για τους Αέρα Πατέρα τα Λάιβ ήτανε καθοριστικά, όχι οι ηχογραφήσεις. Παρότι έχουνε πολύ ωραία κομμάτια και στις ηχογραφήσεις τους, αυτό που τους κάνει πολύ ιδιαίτερους και ξεχωριστούς είναι τα Λάιβ τους. Όσοι τους είδαν ζωντανά, ειδικά όταν στη σύνθεση τους ήταν και ο “Ποιητής”, μια πολύ εμβληματική φιγούρα, δεν  μπορούν εύκολα να τους ξεχάσουν. Ο ‘Ποιητής’ ήταν ένας τύπος σαν προφήτης, σα να ήταν από μια άλλη εποχή, ο οποίος στεκόταν σε μια καρέκλα και διάβαζε τα κείμενα του: πότε έκανε χιούμορ, πότε ήταν πικρός ο λόγος του, πότε ήταν μια ψυχεδέλεια που κανείς δεν καταλάβαινε, αλλά όλοι νομίζαμε ότι ακούμε κάτι πολύ σοφό. Όλο αυτό έδινε, μια απόκοσμη ατμόσφαιρα στα Λάιβ.

Πότε αποφάσισες από τον απλό ενθουσιασμό ενός ακροατή-θεατή να πεις ότι παίρνω μια κάμερα και αρχίζω να τους ακολουθώ. Πώ­ς έγινε το επόμενο βήμα?

Κράτησε αρκετά χρόνια αυτή η αναμονή. Και εγώ δεν ήμουν σίγουρος αν θα μπορούσα να το κάνω. Ουσιαστικά, το 2005, παρουσιάστηκα στην μπάντα για να πώ επίσημα ότι είμαι ο τάδε και θα ήθελα να κάνω αυτό. Η αντίδρασή των μελών ήταν κάπως περίεργη, και εμένα με ξάφνιασε γιατί τους περίμενα πολύ πιο ανοιχτούς και με περισσότερο χιούμορ αλλά ήταν αρκετά συγκρατημένοι. Μετα έμαθα ότι με έβλεπαν λίγο καχύποπτα στην αρχή. Στην πραγματικότητα είχαν κάποια δικά τους θέματα εκείνη την περίοδο και δεν αισθάνονταν πολύ καλά, αλλά στην πορεία γίναμε πολύ φίλοι. Ήταν η οικογένειά μου για δεκαπέντε χρόνια. 

Με ποιον δέθηκες περισσότερο μέσα στην μπάντα, με τον Τζίμη?

Ο Τζίμης ήταν ο συνδετικός κρίκος γιατί, παρόλο που το σχήμα άλλαζε, ο Τζίμης ήτανε πάντα αυτός ο σταθερός ας πούμε συντελεστής, οπότε με τον ίδιο είχα μεγαλύτερη επικοινωνία και κάναμε παρέα το καλοκαίρι σε περιοδεία η και σε άλλες περιστάσεις.

Βλέποντας την Αερaλανδη έχω την εντύπωση ότι ο Τζίμης είναι κάπως ο λίντνερ αυτής της μπάντας, ή ο συνδετικός κρίκος όπως έλεγες και εσύ, που ίσως είναι και η πιο σωστή περιγραφή. Κάποια στιγμή τον χαρακτηρίζεις σαν τον άνθρωπο που κολλάει όλους τους άλλους γύρω του, σε ένα σύνολο.

Ναι, ο Τζίμης είναι αυτός που φέρνει τον κόσμο στην μπάντα, την δημιουργεί και την καταστρέφει κιόλας, κατά ένα περίεργο τρόπο, για να την ξαναδημιουργήσει. Την αναδιαμορφώνει την μπάντα, για να είμαι ποιο ακριβής. Οι “εχθροί” του Τζίμη, οι άνθρωποι που διαφωνούν με την πρακτική του, θεωρούν ότι ‘καταστρέφει’ την μπάντα. Για τον ίδιο απλά η μπάντα εμπλουτίζεται διαρκώς και τον ενδιαφέρει αυτή η ανασύνθεση.

Οι εικόνες που βλέπουμε δεν προέρχονται μόνο από διαφορετικές εποχές αλλά και από διαφορετικά υλικά. Είπες ότι άρχισες να τράβας την μπάντα πριν από 15 χρόνια, σε κάποιες εικόνες ο Τζίμης και η παρέα του σε ένα νησί φαίνονται πάρα πολύ νέοι. Είναι αρχειακές εικόνες;

Μερικές εικόνες προέρχονται όντως από αρχεία που βρήκα στην πορεία. Το 1989, ευτυχώς η ΕΡΤ κατέγραψε το μουσικό φεστιβάλ όπου έπαιξαν πρώτη φορά οι Αέρα Πατέρα, στο οποίο συμπτωματικά έγιναν σχετικά διάσημοι, καθώς αμέσως μετά προβλήθηκε ένα απόσπασμα από αυτό το υλικό και στο ΜΤV News , κάνοντας ειδική μνεία στην μπάντα. Και βέβαια υπάρχουν προσωπικά αρχεία από μέλη της μπάντας, με VHS κάμερες. Αλλά γενικά η πρόθεση μου ήταν να κάνω ένα ντοκυμαντέρ ‘άχρονο’, γι’ αυτό και δεν κατονομάζονται σχεδόν ποτέ οι χρονιές.

Την χρονολογία όμως την διαβάζουμε, κατά κάποιο τρόπο, στα σώματα των ανθρώπων, στα πρόσωπα τους, κυρίως σε αυτό του Τζίμη, που είναι και η μορφή που υπάρχει από την αρχή μέχρι το τέλος. Εκεί φαίνεται το πέρασμα του χρόνου και το πέρα-δώθε που κάνεις εσύ με το μοντάζ μπερδεύοντας εσκεμμένα την χρονική αλληλουχία. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον διαφαίνονται μέσα από τα σώματα τελικά.

Ακόμα και από την υφή της εικόνας διαφαίνεται αυτό, γιατί σε κάποια σημεία είναι VHS και σε άλλα ΜINI DV και φαίνεται η διαφορά.  Τα φορμά και τα χρόνια αλλάζουν, όμως ‘η ώρα παραμένει πάντα δυόμιση’ όπως λέει και ένα από τα κεντρικά συνθήματα των Αέρα Πατέρα, αλλά και της ταινίας. Και ενώ οι εποχές αλλάζουν , τους βλέπουμε να τους απασχολούν τα ίδια ζητήματα. 

Θεωρητικά, θα μπορούσες να συνεχίσεις να φιλμάρεις επ’ αόριστων. Που και γιατί είπες: τώρα σταματάω;

Το υλικό της Αεραλανδης είναι από το 2005 μέχρι το 2012-13, αν θυμάμαι καλά, και η δυσκολία ήταν η εξής: είναι πάρα πολλοί οι άνθρωποι που εμπλέκονται στην μπάντα και ο καθένας είναι από μόνος του ένα ντοκιμαντέρ ολόκληρο. Επειδή έχουν όλοι τους πάρα πολύ ιδιαίτερες και δραματικές ιστορίες, κάθε φορά είχα την επιθυμία  – και πήγαινα και ακολουθούσα κάποιον γιατί εκείνη τη στιγμή έβλεπα κάτι που ένιωθα ότι έπρεπε να το ακολουθήσω και, συν τοις άλλοις, και η Ελλάδα περνούσε από διάφορες στιγμές που ήταν κομβικές: o Δεκέμβρης του 2008, μετά η κρίση, τα μνημόνια, οι διαδηλώσεις. Όλα αυτά δεν ήξερες πού θα πάνε και πού θα πάει η Ελλάδα. Όλα αυτά ήταν σε άμεση συνάρτηση με την προσωπική ζωή των ίδιων των ανθρώπων που ήταν στην μπάντα και που συμμετείχαν και σε διαδηλώσεις και σε απεργίες και σε φεστιβάλ αντιμνημονιακά. Είχαν ενεργό ρόλο σε όλα αυτά και η καθημερινότητά τους επηρεαζόταν, οπότε δεν ήξερα πότε να σταματήσω. Στην ουσία το γύρισμα είχε τελειώσει το 2009 γιατί η πιο δυναμική περίοδος της μπάντας βρισκόταν ως εκείνη την στιγμή. 

Αυτό διαφαίνεται και από αυτά που βλέπουμε, δηλαδή ότι υπάρχει μία εξέλιξη στην δομή της μπάντας. Νιώθουμε τελικά την προσαρμογή αυτής της πολύ ελεύθερης, ιδιότυπης και αναρχικής ιδέας, σε αυτά που είναι τα σύνηθες πρότυπα του χώρου.

Η ειρωνεία είναι ότι οι άνθρωποι που ήθελαν μια πιο αυστηρή δομή, οι ίδιοι δεν κατάφεραν ποτέ να την πραγματοποιήσουν. Το αίτημα τους ήταν κάπως επιφανειακό, δεν ήταν ουσιαστικό. Οπότε ο Τζίμης συνέχισε την πορεία του σε αυτό, στην ανασύνθεση δηλαδή, δεν είχε ένα σοβαρό αντίβαρο για να γίνει κάτι άλλο. Δεν ξέρω κατά πόσο θα μπορούσε να μπει ένα κάποιο καλούπι στο πολύ ελεύθερο σχήμα της μπάντας και στον τρόπο λειτουργίας της, στην δημιουργίας της μουσικής, και των χάπενινγκ. Από την αρχή της μπάντας ήταν ένα πάγιο αίτημα το: ‘ποιοι είμαστε εμείς’? ποιοι είναι οι Αέρα Πατέρα; Είναι όλοι Αέρα Πατέρα; Πάντα επανέρχεται αυτό το βασικό υπαρξιακό ερώτημα. Εκεί κολλάει και το: “Η πραγματικότητα δεν υπάρχει” ως ανταπάντηση και διάφορα άλλα ωραία που ακούγονται κατά καιρούς. Επιπλέον, οι Aέρα Πατέρα νομίζω ότι είναι τόσο συναρπαστικοί επειδή δεν έχουν έναν εγκέφαλο από πάνω, που συνήθως είναι ένας μεγαλοαστός, που λέει: “Tώρα θα βάλω να παίξει ο τάδε με τον τάδε, δίπλα δίπλα, και να δούμε τι θα βγει!” Νομίζω ότι οι Αέρα Πατέρα είναι κάτι πολύ πιο πηγαίο, είναι σαν τα λαϊκά πανηγύρια όπου ένας χτυπάει την πρώτη νότα και μετά δεν ξέρεις τι θα ακολουθήσει. Είναι σαν το τσίρκο αλλά χωρίς να έχει κανόνες, είναι κάτι πιο βαλκάνιο και όχι τόσο κεντρoευρωπαϊκό. Κάτι που ψάχνει να βρει μια άλλη φόρμα. Νομίζω είναι κάτι διαφορετικό οι Αέρα Πατέρα εννοώ, σαν ψυχή.

Τα διάφορα κείμενα που εμφανίζονται κατά καιρούς σε όλη την διάρκεια της ταινίας είναι σαν πετραδάκια που μας βοηθάνε να βρούμε το μονοπάτι μας με έναν πολύ όμορφο τρόπο. Πώς σκέφτηκες και πως οργάνωσες αυτό το στοιχείο της ταινίας;

Η Αεραλανδη είναι μικτής τεχνικής από όλες τις απόψεις: μπλέκει διάφορα είδη. Ήθελα  να λειτουργεί σαν ένα κολλάζ. Επειδή έχει μεγάλο πλούτο η μπάντα η ίδια, δηλαδή έχει πολλές ιδέες, πολλά συνθήματα, γενικά είναι πληθωρική και έχει μεγάλη ποιητικότητα, υπήρχαν πράγματα που δεν γινόταν να μην μπούνε, οπότε χρησιμοποιήθηκαν αρκετά από αυτά τα συνθήματα-φιλοσοφικά ζητήματα η απλά σαρκαστικά σχόλια. Κάποια άλλα ήταν κάποιες σκέψεις ανθρώπων και φίλων, κάποια άλλα πάλι, ήταν κάτι πιο υποκειμενικό όπως το πώς αισθάνεται ο ίδιος ο χαρακτήρας εκείνη την ώρα, σαν να ακούς τη σκέψη του. Οπότε ναι, υπάρχει μια ποικιλία στο τι γράφεται κάθε φορά και δεν είναι απαραίτητα σαν μια εισαγωγή κεφαλαίων, μπορεί να είναι και μια υπογράμμιση σε ένα συναίσθημα κάποιου ή απλά ένα σχόλιο πάνω σε κάτι.

Αυτή η κοσμοθεωρία, η στάση ζωής των Αέρα Πατέρα είναι και κάτι που εσένα σε αγγίζει προσωπικά.

Φαντάζομαι πως όλους μας, μας αγγίζει το: “Η πραγματικότητα δεν υπάρχει!”

Οι Αέρα Πατέρα είναι ένα γκρουπ που κινείται προς μια ουτοπία, την Αεραλανδη…

Νομίζω είναι ανακουφιστικό να λες τη φράση: “πραγματικότητα δεν υπάρχει”. Θες λίγο να το σκεφτείς, και μετά άμα το βιώσεις στο τέλος λες, είμαι μια χαρά! Οπότε ναι, αυτό είναι μια μεγάλη παρηγοριά και για κάποιους είναι ένα βαθύ βίωμα, δεν είναι απλά ένα σύνθημα και δεν είναι μόνο των Αέρα Πατέρα. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν μια διέξοδο. Οπότε ναι, εμένα πάντα με παρηγορούσε αυτό και ακόμα με παρηγορεί, ειδικά όταν είναι δύσκολα τα πράγματα: πραγματικότητα δεν υπάρχει!

Η δημιουργία της Αεραλανδης ήταν ένα μεγάλο ταξίδι στον χρόνο με την μπάντα των Αέρα Πατέρα που συνέχισες και μετά, όταν τελείωσαν τα γυρίσματα. Πόσα χρόνια καταπιάνεσαι με αυτή την ταινία;

Από το 2005 μέχρι το 2021. Και το 2022 παρουσιάστηκε στα φεστιβάλ.

Κανονικά θα έπρεπε να περιμένεις μέχρι την 1η Απριλίου 2024 για να την παρουσιάσεις αν σκεφτούμε πως  ο ορισμός της Αεραλανδης, το μανιφέστο της είναι: «Υπάρχει μια χώρα. Εκεί πάνω. Ένα ιπτάμενο τίποτα. Και θα ιδρυθεί το 2024»

Το στοίχημα ήταν να βγει η ταινία πριν από αυτή την ημερομηνία για να είμαστε προετοιμασμένοι.. “H ώρα μένει πάντα δυόμιση” οπότε δεν έχει και πολύ σημασία, ακόμα και η χρόνια, ή η ημερομηνία…

Η Αεραλανδη είναι έργο ζωής για σένα;

Είναι. Απλά κι εγώ έχω ξεχαστεί, έχουν συμβεί διάφορα πράγματα έκτοτε και είναι σαν μια άλλη ζωή που έζησα τότε και τώρα είμαι σε μια άλλη ζωή. Αισθάνομαι ότι ήμουνα κάποιος άλλος εκείνη την περίοδο, ας πούμε. Όταν είδα μετά από καιρό το υλικό της ταινίας, υπήρχε πλέον τόση απόσταση που σκεφτόμουνα ότι δεν το έχω κάνει εγώ όλο αυτό! Έλεγα από μέσα μου: “Πόσο λυπάμαι αυτόν τον άνθρωπο που την έκανε!” Γιατί μου φάνηκε ένα τρελό έργο.  Έχει τόση πολύ δουλειά, που λυπήθηκα πραγματικά αυτόν που το έκανε! (Γελάει). Να σκεφτείς πως ακόμα και η ψηφιοποιήση του υλικού είχε πολλή δουλειά,  γιατί τότε, το 2005, όταν πρωτάρχισα, τεχνολογικά δεν ήταν τόσο άμεσα τα πράγματα. Το 2006-2007 ξεκίνησα να ψηφιοποιώ, χωρίς να ξέρω μοντάζ. Αναγκάστηκα να μάθω μοντάζ με ένα πολύ δικό μου τρόπο που όταν το έπιασαν μετά στα χέρια τους οι επαγγελματίες μοντέρ για να το βάλουν σε μια τάξη έπαθαν πλάκα γιατί δεν είχαν ξανασυναντήσει τόσο χαοτικές συνθέσεις σαν αυτές που είχα κάνει. Ήμουνα τελείως άσχετος και μάθαινα σταδιακά. Στην ουσία, μόνταρα πιο εντατικά από το 2010 μέχρι το 2018-19, κάπου εκεί. Όταν το 2019 περίπου ολοκληρώθηκε το μοντάζ της εικόνας της ταινίας ήρθε η συμβολή του Κτίρια τη νύχτα που είναι ένας πολύ σημαντικός συντελεστής για την ταινία. Πάνω σε ένα σκελετό που είχα, έκανε την αποκατάσταση, το σχεδιασμό και τη μίξη του ήχου. Είχε πάρα πολλά άλυτα τεχνικά θέματα αυτή την ταινία και όλα αυτά τα ισορρόπησε ο Γιώργος, Κτίρια τη νύχτα. Η Αεραλανδη του οφείλει πάρα πολλά για το ηχητικό της κόσμο. Όλο αυτό το διάστημα του μοντάζ, εννοείται, δεν δούλευα καθημερινά. Μερικές φορές ένιωθα απελπισία που δεν μπορούσα να τον χειριστώ όλον αυτόν τον όγκο για να φτιάξω μια σύνθεση που θα ήθελα να υπάρχει. Ήξερα πως δεν ήθελα να γίνει κάτι σαν μια αυτοβιογραφία να ξεκινάει από την τάδε χρονιά και να τελειώνει στην τάδε χρόνια. Δεν με ενδιέφερε καθόλου αυτό, ήξερα πολύ αχνά πως θα ήθελα αυτή η ταινία να έχει πολλές διπλοτυπίες, να είναι κάπως άχρονη και να έχει επαναλήψεις. Παρόλα αυτά δεν ήξερα ακόμα ούτε τι αρχεία θα βρω, ούτε τι υλικά θα τραβήξω στην πορεία και ποια από αυτά θα χρησιμοποιηθούν. Έχει πολύ μεγάλο πειραματισμό η σύνθεση της Αεραλάνδης, ακόμα και random μοντάζ έκανα ψάχνοντας για έξτρα ιδέες και κάποια στιγμή ίσως να τις κράταγα κιόλας. Όλο αυτό το πράγμα ήταν σαν εάν παζλ, έφτιαχνα σκηνές, ή σεκάνς, και μετά αυτό έπρεπε να το ενώσω σαν ένα storyline, το οποίο υπάρχει,  πολύ αχνά έστω, αλλά μουτζουρώνεται σκόπιμα και δημιουργείται κάπως ένα χάος. 

Ποια ήτανε η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισες στη δημιουργία της Αεραλανδης;

H μεγαλύτερη δυσκολία νομίζω πως ήταν να βρω την ταυτότητα της ταινίας. Ψάχναμε να βρούμε κάτι που να είναι οργανωμένο αλλά και χαοτικό ταυτόχρονα και όλο αυτό να μην κουράζει , αλλά, από την άλλη, να μην είναι και τόσο συμβατικό. Μετά από αυτή τη δοκιμασία της Αεραλάνδης ‘καίγεσαι’ (γελάει)! Καλείσαι να κάνεις μεγάλες υπερβάσεις, να μην φτιάξεις μια κλασική αφήγηση, καλείσαι να μπεις σε ένα τοπίο που δεν το ξέρεις, δεν ξέρεις πού θα πάει. Αυτή ήταν η πρόκληση με την Αεραλανδη. Να βρει, μια δική της ταυτότητα.

Ήταν αρκετά επίπονη όλη η διαδικασία, σαν μια σπουδή στην απενοχοποίηση “του λάθους”. Αλλά στο τέλος, αφού βρίσκεις τον δρόμο τελικά, γίνεται απελευθερωτική.

Κάμερα, ηχοληψία, σενάριο, σκηνοθεσία, μοντάζ : Χάρης Ραφτογιάννης

Αποκατάσταση, μίξη & σχεδιασμός ήχου: Κτίρια τη Νύχτα

Μουσική : Αέρα Πατέρα

Συμπαραγωγή : Micah Magee

Παραγωγή : Χάρης Ραφτογιάννης

Με την υποστήριξη του ΕΚΚ

Format: VHS, Mini Dv

Διάρκεια: 98′

Ελλάδα, 2022

*Η φωτογραφία του Χάρη Ραφτογιάννη είναι του Αλέξη Βασιλικού

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *