Φεστιβάλ

15ο ΦΝΘ: ο άνθρωπος στο προσκήνιο

Σε κάθε ιστορία ντοκιμαντέρ επίκεντρο είναι ο άνθρωπος. Η σχέση του με άλλους ανθρώπους, τα δικαιώματά του, ο τρόπος ζωής του, η επαφή του με τη φύση, οι αγώνες του.

Το 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης υπήρχαν αρκετές ταινίες τεκμηρίωσης που έφεραν τον άνθρωπο στο προσκήνιο, αφηγούμενες συναρπαστικές ιστορίες.

Στρατόπεδο 14 – Ζώνη ολοκληρωτικού ελέγχου

Μία από αυτές τις συναρπαστικές ιστορίες είναι εκείνη του Σιν Ντονγκ-Χιούκ, ενός αγοριού που γεννήθηκε μέσα σε στρατόπεδο εργασίας της Βορείου Κορέας, έζησε όλη του τη ζωή δουλεύοντας σκληρά και έχοντας υποστεί βασανιστήρια, μέχρι να καταφέρει να διαφύγει σε ηλικία 23 ετών. Η αλήθεια είναι ότι μόλις τελείωσε το ντοκιμαντέρ δεν εκτίμησα δεόντος την αξία του. Μου φάνηκε υπερβολικά αργό, παρά την πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που είχε να διηγηθεί. Μεγάλες παύσεις, ένας «πρωταγωνιστής» που χρειάζεται χρόνο για να διηγηθεί την ιστορία του, που σταματά και ξεκινά πολλές φορές, που μιλά κουρασμένα και υπερβολικά αργά. «Διηγούμαι ιστορίες σαν τις γριές» λέει σε κάποια στιγμή της ταινίας. «Και τις διηγείσαι και πολύ αργά» ακούω τον από πίσω μου να λέει, εκφράζοντας ακριβώς αυτό που αισθανόμουν εκείνη τη στιγμή. Καθώς οι ώρες περνούσαν, όμως, διαπίστωσα ότι η αίσθησή μου άλλαζε. Οι παύσεις ήταν απαραίτητες. Καθώς η ιστορία περνά, καθώς μαθαίνεις τα συγκλονιστικά γεγονότα της ζωής σε ένα στρατόπεδο εργασίας (τις προδοσίες, τις εκτελέσεις, την απόδραση), καταλαβαίνεις ότι δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Ο Σιν Ντονγκ-Χιούκ είναι ένας σπασμένος άνθρωπος. Δεν μπορεί να ζει στη Βόρειο Κορέα, αλλά δεν μπορεί να ζει και μακριά από αυτήν, καθώς είναι η μόνη πατρίδα που γνώρισε μέχρι τα 23 του χρόνια. Ο σκηνοθέτης Μαρκ Βίζε χρησιμοποιεί ευφυώς το animation για να παρουσιάσει τα όσα συνέβαιναν στο στρατόπεδο, αλλάζοντας το ύφος του ντοκιμαντέρ. Αίσθηση προκαλεί και η στάση των πρώην αξιωματούχων της Βορείου Κορέας και των φρουρών σε τέτοια στρατόπεδα. Δεν προσπαθούν να απολογηθούν, δεν προσπαθούν να κρυφτούν. Εκθέτουν τα γεγονότα ως έχουν, εκθέτουν τους εαυτούς τους, μιλούν για το ότι «αυτή ήταν η μόνη ζωή που ξέραμε». Τελικά, σε τι διαφέρουν από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή που προδίδει τη μητέρα του και τον αδελφό του για ένα πιάτο φαΐ;

Λέγε με Κούτσου

Από τα πιο ενδιαφέροντα ντοκιμαντέρ που προβλήθηκαν στο 15ο ΦΝΘ ήταν ο αγώνας των ομοφυλοφίλων στην Ουγκάντα να εμποδίσουν να ψηφιστεί νόμος που ζητούσε τη θανάτωσή τους (!) Σε μία κοινωνία που τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα δεν θεωρούνται δεδομένα (μάλλον το αντίθετο), πολιτικοί και δημοσιογράφοι «δικάζουν» και καταδικάζουν σε θάνατο ανθρώπους που έχουν επιλέξει έναν διαφορετικό τρόπο ύπαρξης από τον δικό τους. Στα εξώφυλλα των εφημερίδων εμφανίζονται εικόνες των ομοφυλόφιλων πολιτών της Ουγκάντα με τίτλους που τους χαρακτηρίζουν αμαρτωλούς και τους συνδέουν ακόμα και με τους τρομοκράτες! Το ντοκιμαντέρ ακολουθεί τους λίγους που έχουν το θάρρος να δηλώσουν ανοιχτά τις προτιμήσεις τους. Ο Ντέιβιντ Κάτο, ο πρώτος δηλωμένος ομοφυλόφιλος στην Ουγκάντα, και άλλοι ακτιβιστές δουλεύουν με στενά χρονικά περιθώρια για να αποτρέψουν τη νομοθέτηση, ενώ έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με άγριους διωγμούς. Έχουν να αντιμετωπίσουν το ρατσισμό, τα θρησκευτικά πάθη, τη μισαλλοδοξία, ενώ ορισμένες φορές βρίσκουν συμμάχους στα πιο απίθανα μέρη. Κι ενώ η διεθνής κοινότητα καταδικάζει το προς ψήφιση νομοσχέδιο, μια άγρια δολοφονία έρχεται να προκαλέσει οργή και αγανάκτηση. Η ταινία των Κάθριν Φέρφαξ Ράιτ και Μάλικα Ζουχάλι-Ουόρολ -που τιμήθηκε στο Φεστιβάλ και με το βραβείο της Διεθνούς Αμνηστείας- είναι συγκινητική και σοκαριστική ταυτόχρονα και δικαίως έχει κερδίσει πλήθος βραβείων σε ολόκληρο τον κόσμο.

 Το τελευταίο ασθενοφόρο της Σόφιας

Αυτό δεν είναι ένα επεισόδιο της αμερικανικής σειράς Στην Εντατική. Περισσότερο μοιάζει με την (αθάνατη) βαλκανική εκδοχή της. Το πλήρωμα ενός ασθενοφόρου καλείται να αντιμετωπίσει όλα τα παράδοξα της βαλκανικής νοοτροπίας, την ώρα που στη Σόφια επιχειρούν μόλις 13 ασθενοφόρα. Άλλοτε αστεία, άλλοτε τρυφερή, άλλοτε σκληρή, η κάμερα του Ιλιάν Μέτεφ ακολουθεί τους διασώστες την ώρα της εργασίας τους, σε μία εποχή που οι περισσότεροι διασώστες εγκαταλείπουν τη δουλειά τους. Μπορεί η ταινία να μην προσφέρει κάτι καινούριο, προσφέρει, όμως, μια ενδιαφέρουσα ματιά σε μία κοινωνία πολύ κοντά στη δική μας. Οι πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι μάλλον αντιήρωες: η Μίλα, ο Πλάμεν και ο Κράσι καπνίζουν μανιωδώς, αντιμετωπίζουν πλήθως οικονομικών προβλημάτων και παρά τις αντιξοότητες προσπαθούν να σώσουν ζωές. Αλλά μέχρι πότε μπορεί κανείς να αντέξει τον παραλογισμό;

Η μηχανή που κάνει τα πάντα να εξαφανίζεται

Φέρει έναν πολύ cool τίτλο. Και η κεντρική της ιδέα είναι πολύ καλή. Μία σκηνοθέτις που θέλει να γυρίσει ντοκιμαντέρ για τους νέους στη Γεωργία βάζει αγγελία, σύμφωνα με την οποία καλεί νέους ηλικίας 15-23 ετών να συμμετάσχουν σε μία ταινία. Στην κάμερα παρελαύνουν διάφοροι τύποι: κάποιοι ενδιαφέρονται απλώς να συμμετάσχουν στην ταινία, άλλοι είναι έτοιμοι να εξομολογηθούν τα αισθηματικά τους ή ψάχνουν τη δύναμη να υλοποιήσουν μεγάλες αποφάσεις. Η δημιουργός ακολουθεί τους πιο ενδιαφέροντες στα σπίτια τους και τη ζωή τους. Δυστυχώς, η ταινία αποτελεί μια αρκετά βαρετή καταγραφή της ζωής των νέων στη Γεωργία, ενώ εντύπωση προκαλεί το πόσο μελαγχολική είναι η ύπαρξη των περισσότερων από αυτούς. Μια κοπέλα, ερωτηθείσα τι θα ήταν αυτό που θα εξαφάνιζε εάν είχε μια μηχανή που έκανε τα πράγματα να εξαφανίζεται, απαντά: «τον ίδιο μου τον εαυτό». Μάλλον πεσιμιστική αντιμετώπιση της πραγματικότητας και μάλλον αχρείαστα ποιητική.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *