Το Παιχνίδι του Δολοφόνου (Hangman)
Κακέκτυπο του Seven που σίγουρα δεν μπορεί να διασώσει η παρουσία του Αλ Πατσίνο είναι η ταινία του πρώην stuntman -νυν σκηνοθέτη- Τζόνι Μάρτιν.
Ο πρώην αστυνομικός ντετέκτιβ Ρέι Άρτσερ συνεργάζεται με τον ειδικό στα εγκληματικά προφίλ Γουίλ Ράνι για να εντοπίσουν έναν serial killers που παίζει ένα διεστραμμένο δολοφονικό παιχνίδι χρησιμοποιώντας το παιδικό παιχνίδι «κρεμάλα». Ταυτόχρονα η δημοσιογράφος Κρίστι Ντέιβις παρακολουθεί επίμονα τους δύο αστυνομικούς προκειμένου να αποκαλύψει πρώτη τον ένοχο.
Οι τρεις τους επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου ενάντια στον χρόνο ώστε να εμποδίσουν να γίνουν και άλλοι φόνοι αφού κάθε 24 ώρες, ένα σώμα βρίσκεται κρεμασμένο αποκαλύπτοντας ένα καινούριο γράμμα του παιχνιδιού χαραγμένο στην πλάτη ή στο στήθος του θύματος.
Οι επιρροές του Hangman από το Seven είναι εμφανέστατες: wannabe σκοτεινή ατμόσφαιρα (αν και ο Μάρτιν δεν μπορεί να φτάσει το επίπεδο δεξιοτεχνίας του Ντέιβιντ Φίντσερ), ένας αστυνομικός που έχει αποσυρθεί και λειτουργεί ως μέντορας σε έναν νεότερό του αστυνομικό που κουβαλά τις δικές του πληγές. Δεν είναι μόνο το προβλέψιμο σενάριο που κάνει την ταινία προβληματική, είναι και το γεγονός ότι η έλλειψη πρωτοτυπίας οδηγεί την ταινία από κάποια στιγμή και έπειτα σε ένα ανελέητο αιματοκύλισμα με κάθε νέο φόνο να σημειώνεται σχεδόν σε κάθε επόμενη σκηνή της ταινίας.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί το «παραλλήρημα» της δημοσιογράφου που υποτίθεται ότι έχει έρθει για να ερευνήσει τη βία αστυνομικών κατά πολιτών και καταλήγει να εκθειάζει «το έργο της αστυνομίας». Σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν και οι κακές επιλογές στο μοντάζ που ουσιαστικά αφαιρούν και το τελευταίο ψήγμα ενδιαφέροντος που θα μπορούσε ο θεατής να έχει για το whodunnit -ή το γιατί.
Ο Αλ Πατσίνο φαίνεται να βαριέται που ζει σε αυτό το άνευρο θρίλερ που τον ξαναφέρνει αντιμέτωπο με κατά συρροήν δολοφόνο. Αλ, η αλήθεια είναι ότι ο θεατής βαριέται περισσότερο.