Ένα κλουβί από φως
Ένα νεαρό και όμορφο ζευγάρι ταξιδεύει με τρένο.Ερωτευμένο, έχει ανέβει στο όχημα της αγάπης του, μη γνωρίζοντας που θα καταλήξει . ‘Ισως έχει, ιδίως η γυναίκα κάποιες προσδοκίες.
Η ταινία του Terrence Malick TO THE WONDER είναι μία γοητευτική , αξέχαστη συρραφή πανέμορφων πλάνων. Δεν είχα την αίσθηση ότι παρακολουθώ μία ταινία με σφιχτοδεμένο σενάριο ,αντιθέτως ειχα τη βεβαιότητα ότι ναί, αυτή είναι ταινία του Malick με την αλάνθαστη “συνταγή”: λυρισμός, υπεροχη μουσική να ντύνει τα πανέμορφα πλάνα, voice over των χαρακτήρων να δίνει φωνή στις υπαρξιακές, θεολογικές εμμονές του σκηνοθέτη. Ο Malick χρησιμοποιεί , και σ’αυτη την ταινία, την κάμερα για να παρατηρήσει στενά (και να εκθέσει στα μάτια του θεατή του) την Ομορφιά. Την Ομορφιά που υπάρχει, αλλά εμείς δεν βλέπουμε /συνειδητοποιούμε, ακόμη και στα πιό καθημερινά πράγματα (το αχανές , ποολύχρωμο και πεντακάθαρο σούπερ-μάρκετ, το λιβάδι με τα στάχυα που εχουν φουντώσει, το κοιμισμένο καλίγραμμο γυναικείο κορμί, ντυμένο μόνο με τ’ απαραίτητα, τα τατουάζ στο γεροδεμένο αντρικό σώμα, το γλυκύτατο μωράικι που πανικόβλητο με την πραγματικότητα που αντικρύζει , γραπώνεται απ΄τον γυναικείο ώμο ,κ.λ.π. ). Δυό στοιχεία αυτής της ταινίας με ξετρέλαναν: η εξαίρετη – γι ‘αλλη μιά φορά- μουσική επενδυση ( από Hanan Townshend αλλά και συνθέσεις άλλων) και αυτό το πανέμορφο, κομψό, γλυκύτατο , θεϊκο πλάσμα, ονόματι Olga Kurylenko. Ποτέ μεχρι τώρα (μ’ εξαίρεση τη συμμμετοχή της στο Centurion ) δεν θεώρησα ηθοποιό αυτή τη γυναίκα. Πρωτίστως ως μοντέλο την έβλεπα. Φαίνεται όμως , ότι η πείρα της στο να “παίζει” σιωπηλά ρολους μπροστά στον φωτογραφικό φακό, τη βοήθησε στο να ενσωματωθεί πλήρως στο ρόλο της κυκλοθυμικής, ερωτευμένης και παθιασμένης Μαρίνας. Η Kurylenko δεν ειναι τιποτα λιγότερο από χάρμα οφθαλμών, τυλιγμένη στα πολύ καλαίσθητα ρούχα που έφτιαξε η Jacqeline West , μοιάζει με φίνα γαζέλα που χοροπηδάει τραγουδώντας( και το αντίστροφο) γύρω απ΄τον “βράχο” (πείτε με και αγγούρι) ,Ben Affleck – ο άντρας του δίπολου, Νηλ. Ούτε και τον Affleck θεωρώ καλό ηθοποιό( όσο σκηνοθέτη), αλλά για να μην τον αδικήσω θα πω ότι πιθανότατα απαιτούσε ο ρόλος του τη σιωπηλή ,στιβαρή παρουσία, που προσπαθεί να ελέγξει τον πανικό της μπροστά στην πρόκληση/παγίδα ( ; ) της δέσμευσης με το πλάσμα που λέγεται Μαρίνα.
Στο Tree Of Life ήταν η Προ-ραφαηλιτικής ομορφιάς Jessica Chastain. Εδώ ο σκηνοθέτης γοητεύεται ασύστολα απ’ αυτη την πεντάμορφη Ουκρανή με τα πυροκαστανόξανθα σπαστά μαλλιά. Οι εμμονές του σκηνοθέτη με το θείο φυσικά και διατρέχουν και αυτή την ταινία του, ενσαρκωμένες στο πρόσωπο του πάτερ Κουιντάνα (πολύ καλός ο Javier Bardem) , ο κληρικός που λειτουργεί ως πνευματικός καθοδηγητής των μελών της ενορίας του, όχι όμως ταμπουρωμένος πίσω απ΄την θρησκευτική αυθεντία ,αλλά εκτεθειμένος σε πλείστα όσα ερωτηματικά αναφορικά με τη δυνατότητα προσέγγισης του Θεού ( ένα προσωπείο του ίδιου του Malick ίσως, ανάλογο με το χαρακτήρα που υποδύετο ο Sean Penn στο υπέροχο Tree Of Life ).Αυτο που πάντα μ’ενοχλεί στις ταινίες του Malick ειναι η κλισέ αναπαράσταση των δύο φύλων: το στιβαρό, αμίλητο, μη εύκολα προσπελάσιμο αρσενικό, ο στύλος/προστάτης της οικογένειας, η δύναμη που απαλύνεται , αφήνεται να ξελογιαστεί απ ΄την αβάσταχτη ομορφιά, αυθορμητισμό, πάθος ή “τρέλα” του θηλυκού ( να πω εδώ ότι βρήκα εντελώς περιττή και εκνευριστική την παρουσία της Rachel McAdams σ’αυτη την ταινία. Μπροστά στη θεσπέσια Olga ,δεν έχει ελπίδα καμιά κοπέλα μου). Σ’εναν κόσμο που αλλάζει προς το χειρότερο , αποσυντίθεται , καταρρεει, τα αρχέτυπα επιβιώνουν…
Η εμμονή του Malick με τη φαινομενολογία της Ομορφιάς και του “θαύματος” της ζωής in globo, αφήνει χώρο και για έκθεση της ασχήμιας , του πόνου, της απόγνωσης (συγκινητικές οι σκηνές της επίσκεψης του πάτερ Κουιντάνα σε αρρώστους, φυλακισμένους, αναξιοπαθούντες).
H ταινια ασχολείται με με τηναγάπη ανάμεσα στ’ ανθρώπινα όντα, αλλα όχι με τον προβλέψιμο τρόπο της παρουσίασης της έξαρσης και της φθοράς σε μία σχέση- αν και υπάρχουν τέτοιες σκηνές- αλλά με τη στενή παρατήρηση των, ως επί το πλείστον, σιωπηλών προσώπων που δείχνου ναν περιφέρουν την υπαρξιακή αγωνία τους ανάμεσα στην ομορφιά , είτε της φύσης, είτε της ανθρώπινης δημιουργίας (ωραιότατες οι σκηνές στην αρχή της ταινίας όπου ο Νηλ με τη Μαρίνα επισκέπτονται διάφορα αξιοθέατα, στη Γαλλία, μεταξύ αυτών κα ιτο Εθνικό Μουσείο Μεσαίωνος όπου βρίσκονται πλέον οι περίφημες 6 ταπισερί με τίτλο ” Η Κυρία Και Ο Μονόκερος”. Οι (αντι)ήρωες του Malick βασανίζονται αλλά ΔΕΝ τερματίζουν τη ζωή τους, επιτυχώς τουλάχιστον… Συνεπής, θα έλεγε κανείς, ο σκηνοθέτης στις θεολογικές πεποιθήσεις του, κρατάει τα πρόσωπα “παγιδευμένα” στη ζωή. Στη ζωή με την ασύλληπτη ομορφιά αλλά και τη μοναξιά, την απελπισία, την αφόρητη απογοήτευση.
Το φινάλε μοιάζει να κλείνει έναν κύκλο- η Μαρίνα επιστρέφει μόνη στο μέρος που είχε επισκεφτεί με τον Νηλ παλαιότερα. Ένας χαριτωμένος σκυλάκος την οδηγεί στην παραλία, αλληγορία ίσως του ενστίκτου. Οσες ενστάσεις κι ανα προκαλεί η θεολογούσα ματιά του Malick παραμένει ένας εκλεκτός δημιουργός. Συντάσσομαι με το σχόλιο φίλου σχετικά με τούτη την ταινία: “δεν την αναλύεις. Τη νιώθεις, Πολύ βαθιά χαρακιά”.
Το σώμα θυμάται, και τις “χαρακιές” του Τερέντιου δεν τις ξεχνά(με) ποτέ.