ΕΠΙΚΑΙΡΑ

Οι Cinεπιβάτες στη συνάντηση κορυφής των φωτογράφων στην Ταινιοθήκη

Όταν τρεις αναγνωρισμένοι διευθυντές φωτογραφίας συμμετέχουν σ’ ένα δωρεάν διήμερο masterclass δεν μπορεί παρά το αποτέλεσμα να είναι οι δύο γεμάτες από κόσμο αίθουσες στην Ταινιοθήκη. Η πρώτη μέρα εστίασε τα φώτα της στον Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – λόγω της κατά ένα μέρος ελληνικής καταγωγής του σε συνδυασμό με την πρόσφατη υποψηφιότητα του για Όσκαρ Φωτογραφίας με το Nebraska.

Διαβάστε περισσότερα

Η μέρα όμως συμπεριλάμβανε και δύο προβολές ταινιών, τις πιο πρόσφατες δουλειές των δύο εκ των τριών προσκεκλημένων. Το Locke σε σκηνοθεσία Steven Knight και διεύθυνση φωτογραφίας από τον Χάρη Ζαμπαρλούκο, το οποίο εντυπωσίασε κυρίως για το δύσκολο έργο που είχε να φέρει εις πέρας ο Ζαμπαρλούκος φωτίζοντας και κινηματογραφώντας συνεχώς την δράση σ’ ένα αυτοκίνητο και το ούγγρικο The Notebook σε σκηνοθεσία János Szász και διεύθυνση φωτογραφίας του Κρίστιαν Μπέργκερ, συνεργάτη του Μίκαελ Χάνεκε.

Η δεύτερη μέρα ήταν περισσότερο πρακτική και κυρίως αφιερωμένη στον Κρίστιαν Μπέργκερ, ο οποίος ήταν πρόθυμος να απαντήσει σε ερωτήσεις του κοινού και να μοιραστεί τις γνώσεις του με επαγγελματίες και μη του χώρου. Ξεκινώντας τη σε δύο τμήματα ομιλία του, αφιέρωσε λίγο χρόνο στην αρχή κάθε τμήματος, διαβάζοντας στο κοινό κάποιες σημειώσεις – σκέψεις του, όπως για την δύναμη που σου δίνει το σινεμά να δημιουργείς αγάπη και δάκρυα , για την πρόοδο και τις νέες τεχνολογίες που έχουν νόημα μόνο όταν αγγίζουν την ανθρώπινη ψυχή και για το ότι όσο και να προσπαθείς τελικά δεν μπορείς να καταλάβεις το φως πληκτρολογώντας ή αγγίζοντας μια οθόνη. Στην συνέχεια, έδειξε φωτογραφίες από τα στησίματα των φωτισμών του στα γυρίσματα του Notebook και του Ludwig II, εξηγώντας την τεχνοτροπία του γύρω από τις ανακλάσεις του φωτός που κυρίως χρησιμοποιεί και είναι γνωστός γι’ αυτό. Απαντώντας σε ερώτηση του κοινού  ανάφερε ότι από τους ζωγράφους που θεωρεί άριστους χειριστές του φωτός είναι ο Hammershoi, και συμπλήρωσε την διάλεξη του με τα σχεδιαγράμματα που προηγούνται του γυρίσματος. Ενώ όσον αφορά το εξαιρετικό Λευκή Κορδέλα περιορίστηκε στο να δείξει σκηνές από το έργο, και πάνω σ’αυτές να  επεξηγήσει τις συνθήκες φωτισμού καθώς ο Χάνεκε δεν επιτρέπει την λήψη φωτογραφιών στα γυρίσματα.

Η δεύτερη μέρα τελείωσε όμοια με την πρώτη, δηλαδή με μια συζήτηση των τριών καλεσμένων με το κοινό.  Ο Παπαμιχαήλ αναφέρθηκε στην επιλογή του να αφήσει το μοναχικό επάγγελμα του φωτογράφου για κάτι πιο κοινωνικό όπως η διεύθυνση φωτογραφίας , ενώ ο Ζαμπαρλούκος ρωτήθηκε για τα γυρίσματα του Mamma Mia, τα όποια μόνο κατά το 20% έγιναν στην Ελλάδα, αποκλειστικά τα εξωτερικά, ενώ εκείνος είχε την αρμοδιότητα να αναπαραστήσει στα εσωτερικά γυρίσματα που πραγματοποιήθηκαν στο Λονδίνο το ελληνικό φως.

Και οι τρεις συμφώνησαν ότι ο αρχηγός της υπόθεσης είναι πάντα ο σκηνοθέτης και αναφέρθηκαν στην πρόκληση του διευθυντή φωτογραφίας να υλοποιήσει το όραμα του εκάστοτε σκηνοθέτη. Μίλησαν για τα εφέ και την δημιουργία της εικόνας μέσω υπολογιστή (το λεγόμενο CGI) που δείχνουν να γίνεται πλέον η διαχείριση του φωτός πιο ψηφιακή (συζήτηση που ξεκίνησε με αφορμή τον φετινό νικητή του αντίστοιχου Όσκαρ που αφορούσε το, σε μεγάλο βαθμό ψηφιακό, Gravity). Ο πιο έμπειρος σ’ αυτή την κατηγορία Ζαμπαρλούκος (Thor, Jack Ryan) τόνισε τον ρόλο του και την παρουσία του και κατά το post production- ενώ όπως μαρτύρησε ο Παπαμιχαήλ ο φετινός νικητής Emmanuel Lubezki δεν συμμετείχε στο post production του Gravity. Ο ρομαντικός Παπαμιχαήλ δείχνει να μην θέλει να διαφοροποιηθούν οι ρόλοι της φωτογραφίας σε εφέ και φυσικών χώρων, ενώ ο παραδοσιακός Μπέργκερ φάνηκε πιο σκεπτικός.  Ο ρόλος της φωτογραφίας επεκτάθηκε και σε επίπεδο animation καθώς δεν είναι λίγα εκείνα τα στούντιο που ζητάνε τις συμβουλές ενός διευθυντή φωτογραφίας για την κίνηση του φωτός, την εστίαση και το βάθος πεδίου κατά τον σχεδιασμό τους.

Όλες οι συζητήσεις και οι διαλέξεις βιντεοσκοπήθηκαν και το Ελληνικό Σωματείο των Διευθυντών Φωτογραφίας υποσχέθηκε το ανέβασμα των αρχείων στο διαδίκτυο.

Γιώτα Τσιορβά

Θυμάται τον εαυτό της να κλαίει επειδή η μαμά της δεν ήθελε να την πάει να δει το «Μπάμπι το Ελαφάκι»... Σκασίλα της για το ελαφάκι, σινεμά ήθελε να πάει… και ακόμα αυτό θέλει… να πηγαίνει σινεμά… να βλέπει ταινίες… με αδυναμία στα κινούμενα σχέδια (όσα χρόνια και αν περάσουν!) και μεγάλη της αμαρτία οι ταινίες με μεταφυσικούς πρωταγωνιστές (βαμπίρ, λυκανθρώπους, ζόμπι κτλ.). Παρ’όλα αυτά θα δει τα πάντα. Και σημαντική σημείωση: δεν έχει κοιμηθεί ποτέ σε ταινία, όσο κουρασμένη και αν είναι, όσο βαρετή και να είναι η ταινία. Αρκεί να είναι σινεμά… χόμπι, ανάγκη, εξάρτηση, έρωτας…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *