ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

20ΦΝΘ: Διαχείριση της ανθρώπινης απώλειας

Οι ενδιαφέρουσες προβολές του 20ού Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης συνεχίζονται και κάθε ταινία με τη θεματολογία της επιχειρεί να αγγίξει την ψυχή μας.

Στο Ένας Φόνος στο Μάνσφιλντ ο γιος επιστρέφει μετά από χρόνια στην γενέτειρα του και αντιμετωπίζει τον πατέρα που βάναυσα δολοφόνησε τη μητέρα του, σε ένα από τα πιο φρικτά εγκλήματα που απασχόλησαν για χρόνια τους κατοίκους και τα media. Στο Παριστάνοντας τον Θεό, έναν άνθρωπος καλείται να «ζυγίσει» και να εκτιμήσει την αξία της ανθρώπινης ζωής, καθώς ο Κεν Φάινμπεργκ είναι μεγαλοδικηγόρος μεσολαβητής για χρηματικές αποζημιώσεις θυμάτων ή των οικογενειών τους. Το Τέλος της Ζωής δίνει το λόγο σε πέντε διαφορετικούς ανθρώπους που βρίσκονται κοντά στο θάνατο και μελετά ενδοσκοπικά τι είμαστε, τι φεύγει και τι μένει όσο πλησιάζει η ώρα της αποχώρησης. Τέλος, στο Πιριπκούρα έχουμε να κάνουμε με την απώλεια ολόκληρης της κοινωνίας, αφού αναζητούν τα δυο τελευταία αδέρφια που έχουν απομείνει από τη συγκεκριμένη φυλή, που ζουν πρωτόγονα, απομωνομένοι και γυμνοί μέσα στην απέραντη ζούγκλα.

a-murder-in-mansfield-001

Ένα στυγερό έγκλημα σόκαρε την κοινωνία του Μάνσφιλντ το 1989. Γνωστός γιατρός βρίσκεται στο ειδώλιο κατηγορούμενος ότι δολοφόνησε βάναυσα τη γυναίκα του και την έθαψε τσιμεντόνοντας τη στο πάτωμα του υπογείου, για να ζήσει με την ερωμένη του, την οποία είχε αφήσει έγκυο. Όλα αυτά, ενώ τα δυο παιδιά τους βρίσκονταν στον πάνω όροφο, είχαν ξυπνήσει και άκουγαν. Στα συγκλονιστικά πλάνα της δίκης βλέπουμε τον κατηγορούμενο να αρνείται κατηγορηματικά να παραδεχτεί το φόνο και τον εννιάχρονο γιο να στέκεται ήρεμος και να καταθέτει ενάντια στον πατέρα. Το παιδί που από όσα λέει είχε περισσότερο σχέση με τη μητέρα του και ελάχιστη σχέση με τον καταπιεστικό, μονίμως απών πατέρα, δείχνει να έχει ωριμότητα και σε σημεία είναι χαμογελαστό, σαν να μην έχει καταλάβει τι ακριβώς έχει συμβεί. Τα χρόνια περνούν και το αγόρι μεγάλωσε, άλλαξε το όνομα του, παρόλα αυτά δε μπορεί να προχωρήσει στη ζωή του, νιώθει ότι κάτι τον κρατάει πίσω. Επιστρέφει στην πόλη του, συναντά οικογενειακούς φίλους και την ανάδοχη οικογένεια, επιχειρεί να επικοινωνήσει με την αδερφή του και τέλος αποφασίζει να αντιμετωπίσει από κοντά τον πατέρα του. Το ντοκιμαντέρ χάνει σε ολότητα παρουσίασης, δεν συναντά την ερωμένη ή το παιδί της, δεν επιμένει να βρεθεί με την αδερφή του, η προσέγγιση του είναι περισσότερο ψυχολογίας. Εκεί μπορεί να σοκάρει διαφορετικά, στο γεγονός ότι το παιδί παρόλα όσα έχουν συμβεί τρέφει ακόμα αγάπη για τον πατέρα-τέρας, ίσως εξοργιστικό για κάποιους, που δείχνει όμως την τρυφερή ψυχοσύνθεση ενός βαθιά τραυματισμένου ανθρώπου. Η βραβευμένη με Όσκαρ σκηνοθέτης, Μπάρμπαρα Κοπλ επιστρέφει με ένα ντοκιμαντέρ που σίγουρα κάνει αίσθηση.

Ο Κεν Φάινμπεργκ είναι μεγαλοδικηγόρος που αναλαμβάνει υποθέσεις αποζημιώσεων. Είτε πρόκειται για υποθέσεις που κάποιον χτυπάει αυτοκίνητο, είτε κάποιος παραπατήσει στο δρόμο και μηνύσει το δήμο, είτε κάποιος μηνύσει τη BP για τα προβλήματα υγείας που απέκτησε από την πετρελαιοκοιλίδα που δημιούργησε, είτε για αποζημιώσεις στα θύματα της 9/11. Πάντοτε κάποιος πρέπει να πληρώσει και αυτός είναι ο άνθρωπος που αναλαμβάνει να υπολογίσει το χρηματικό ποσό. Ένα ζήτημα εξ ορισμού δύσκολο, αλλά και τελικά άδικο. Διότι πώς μπορεί κανείς να αξιολογήσει μια ανθρώπινη ζωή και ποιοι παράγοντες υπολογίζονται όταν υπάρχουν οικονομικά συμφέροντα ή εμπλέκονται μεγάλες εταιρείες; Ο Φάινμπεργκ προσπαθεί να μας εξηγήσει γιατί όπως είναι οι νόμοι στο αμερικάνικο σύστημα δικαιοσύνης, για το ίδιο γεγονός, σε έναν πλούσιο η αποζημίωση βγαίνει μεγαλύτερη από ότι σε έναν φτωχότερο. Σε πολλές περιπτώσεις η αποζημίωση βγαίνει και βάσει του εισοδήματος του παθόντος και εμείς ηθικά μπορούμε να συμφωνήσουμε ή να διαφωνίσουμε και να εκνευριστούμε. Ο Φάινμπεργκ μας εξηγεί ότι για να φέρει σε πέρας την αποστολή του χρειάζεται να αποκτήσει και ιατρικές ή οικονομικές γνώσεις, άλλοτε νιώθει ότι είναι περισσότερο ψυχολόγος παρά δικηγόρος, ενώ τελικά η κύρια ενασχόληση του είναι η διαπραγάτευση. Παρακολουθώντας το δικηγόρο σε διάφορες υποθέσεις, βγαίνοντας βιαστικά από ομιλίες, μπαίνοντας στο πολυτελές όχημα του ή κάποιο αεροπλάνο για να πάει στην επόμενη συνάντηση του γίνεται ξεκάθαρο ότι για μια δίκαιη και σωστή κοινωνία έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας.

piripkura 002

Η φυλή των Πιρικπούρα ζούσε στις ζούγκλες του Αμαζονίου και εξολοθρεύτηκε σχεδόν ολοσχερώς από τους «πολιτισμένους», είτε τους απλούς κατοίκους, είτε των ανθρώπων των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται το τροπικό δάσος για την ξυλεία του. Όπως μας εξηγεί ο άνθρωπος της FUNAI που ζούσε στην περιοχή, οι κάτοικοι τους θεωρούσαν άγρια ζώα και μπορούσε οποιοσδήποτε να πάρει ένα όπλο και να σκοτώσει κάποιον αν τον έβλεπε, χωρίς να έχει καμία επίπτωση. Αυτή η γενική νοοτροπία υπήρχε μέχρι τα πρόσφατα χρόνια. Πλέον η φυλή έχει εξαφανιστεί και απομένουν τρια άτομα, μια ηλικιωμένη γυναίκα που ζει στο χωριό μαζί με τους ντόπιους και δυο αδέρφια που ζουν απομονωμένα από τον πολιτισμό μέσα στη ζούγκλα. Για να προστατευτούν τόσο οι ίδιοι όσο και η περιοχή, οι νόμοι λένε ότι πρέπει η FUNAI να αποδεικνύει ανά δυο χρόνια ότι τα άτομα αυτά ζουν στην περιοχή. Το ντοκιμαντέρ κινείται ανάμεσα στο σήμερα και σε πλάνα που είχαν τραβήξει στην πρώτη τους συνάντηση το 1998. Τα δυο αδέρφια είναι μια πραγματική ανθρωπολογική αποκάλυψη για τη φυλή των Πιρικπούρα. Ανά κάποια χρόνια αλλάζουν ονόματα αλλά και σχέση μεταξύ τους, από αδέρφια σε ξαδέρφια, όπως και η γυναίκα από μάνα σε αδερφή. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι αυτοί, πραγματικές μορφές, έντονα σαρκαστικές και κοροϊδευτικές για τον δυτικό πολιτισμό, δείχνουν μια μεγαλοπρεπή αποστροφή και περιφρόνηση για τα υλικά αγαθά και επιλέγουν να ζουν μακρυά μας, αν γίνεται, χωρίς να γνωρίζουμε καν την ύπαρξη τους. Έτσι σύντομα περνούν μπροστά από το φακό και άτυπα περνούν μυστικιστικά στην αθανασία, επιλέγοντας να μη μοιραστούν το μυστήριο τους μαζί μας. Ίσως να μην έχουν άδικο.

Το Τέλος της Ζωής είναι απαιτητική στην παρακολούθηση της ταινία, που δύσκολα κατατάσσεται κάπου και αποτελεί περισσότερο εμπειρία παρά ντοκιμαντέρ. Πέντε διαφορετικοί άνθρωποι κοντά στο τέλος της ζωής τους, μονολογούν -άλλοτε βγάζοντας νόημα, άλλοτε όχι- και επαφίεται στη δική μας ενσυναίσθηση το εάν θα μας αγγίξουν, ο καθένας με τον τρόπο του. Ο πόνος, ο φόβος του θανάτου ή η αποδοχή του, εναλλάσσονται στα βλέμματα τους, ανεξαρτήτως αν μας μιλάνε -και τι μας λένε- ή αν μένουν σιωπηλοί κοιτώντας την κάμερα. Ο σκηνοθέτης δίνει το «μικρόφωνο» σε ανθρώπους στην πλέον άβολη, λόγω της κατάστασης τους, στιγμή και αυτό από μόνο του σε αγγίζει και δεν μπορείς να μη ταυτιστείς ή να κρατήσεις το δάκρυ στις μεγάλες παύσεις του ηλικιωμένου στην αναπηρική καρέκλα ή στις σπαρακτικές ιστορίες που δε βγάζουν νόημα της ηλικιωμένης γυναίκας.

Το Τέλος της Ζωής προβάλλεται σε επανάληψη και την Παρασκευή 9/3 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *