ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

Νύχτες Πρεμιέρας: Ανασκόπηση Παρασκευής (23/09/2016)

22-aiff-cinepivates-059

Η δεύτερη ημέρα του Φεστιβάλ συνεχίστηκε με sold out προβολές (για Inhebek Hedi και Julieta) και με την απονομή των βραβείων πρωτοεμφανιζόμενων δημιουργών σε ελληνικές ταινίες

Τα βλέμματα τράβηξε και το «Closet Monster» του ταλαντούχου νεαρού Καναδού Στέφεν Νταν, από τον οποίο οι Cinepivates και ο Αντώνης Γκούμας πήραν μια αποκλειστική συνέντευξη.

Η Τελευταία Παραλία / L’ Ultima Spiaggia

Σκηνοθεσία: Θάνος Αναστόπουλος, Ντάβιντε Ντελ Ντεγκάν

3popcorn

LUS 1Στην Ιταλία υπάρχει η πιο παράξενη παραλία του κόσμου.  Χωρίζει με έναν τοίχο τους άνδρες από τις γυναίκες και αποτελεί το τελευταίο αθώο σύνορο σε μία Ευρώπη που αρέσκεται να υψώνει φράχτες και σύνορα. Το ντοκιμαντέρ των Θάνου Αναστόπουλου και Ντάβιντε Ντελ Ντεγκάν παρακολουθεί τα «μπάνια» του λαού, τις καθημερινές συνήθειες των παράξενων επισκεπτών αυτής της παραλίας: τα τραγούδια τους, τα γέλια τους, τα παράπονα και τους μικροκαβγάδες τους. Οι δύο σκηνοθέτες μιλούν, όμως, και για την ταυτότητα των επισκεπτών. Παιδιά ή εγγόνια προσφύγων πολλοί, άνθρωποι που οι πρόγονοί τους είδαν τα σπίτια τους να χωρίζονται και τις ζωές τους να ξεριζώνονται παρακολουθούν τις εξελίξεις στην Ευρώπη, μιλούν για τη μετανάστευση και για τα σύνορα που υψώνονται. Η παραλία Λα Λαντέρνα (γνωστή και ως El Pedocin) βρίσκεται στην Τριέστη, κοντά στα σύνορα με την Σλοβενία και την Κροατία. Αφηγήσεις που αφορούν την ιστορία της περιοχής βρίσκουμε στην ταινία, ωστόσο οι Αναστόπουλος και Ντελ Ντεγκάν επιλέγουν κυρίως να παρακολουθήσουν τι συμβαίνει στην παραλία (έστηναν την κάμερά τους εκεί επί έναν χρόνο). Το ντοκιμαντέρ -το οποίο προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών- ρίχνει μια ματιά σε αυτόν τον μικρόκοσμο. Κι ενώ διαθέτει στιγμές χιούμορ, η διάρκειά του (το ντοκιμαντέρ ξεπερνά τις δύο ώρες) δεν μοιάζει να δικαιολογείται, αντιθέτως υπάρχουν στιγμές που θα κουράσει τον θεατή.

Closet Monster

Σκηνοθεσία: Στέφεν Νταν

4-popcorn

closet monster 001Μια ταινία που λατρέψαμε στο περσινό φεστιβάλ του Λονδίνου και δυστυχώς δεν έχει έρθει ακόμα στη χώρα μας. Φοβερό σκηνοθετικό ντεμπούτο του καναδού Στέφεν Νταν (κρατήστε αυτό το όνομα, ίσως κάνει σπουδαία πράγματα στο μέλλον), σε μια ιστορία ενηλικίωσης κατά της ομοφοβίας, όπου το φανταστικό μπλέκει με το πραγματικό και ένα ποντίκι μιλά με τη φωνή της Ιζαμπέλα Ροζελίνι!

Πραγματικά η ταινία «αδικείται» από το χαρακτηρισμό ως «γκέι ταινίας», σαν να αποκλείει στο straight κοινό να την ανακαλύψει… Ο ταλαντούχος νεαρός καναδός σκηνοθέτης, Στέφεν Νταν, πραγματικά ανοίγει τους ασκούς και εξαπολύει από μέσα του όλη την μαγεία του, εμφυσώντας την στην ταινία του. Μια πολυεπίπεδη ταινία που μιλά για τη σεξουαλική αφύπνιση, αλλά παράλληλα και τη νεανική επανάσταση και το πέρασμα από την παιδικότητα στην ενηλικίωση, σεξουαλική απελευθέρωση και εύρεση της σεξουαλικής ταυτότητας, τσακισμένα όνειρα, δικαίωμα στη διαφορετικότητα και αποδοχή του εαυτού μας αλλά και των άλλων, φιλία, κοινωνικό ρατσισμό και bulling, πόνο απώλειας, τύψεις και ενοχές, μαζί με φαντασία και δημιουργικότητα, ρεαλισμό αλλά και σουρεαλισμό.

Ο μικρός Όσκαρ τραυματίζεται ψυχικά όταν βλέπει μπροστά στα μάτια του την βάρβαρη δολοφονία ενός νεαρού ομοφυλόφιλου από μεγαλύτερης ηλικίας συμμαθητές του. Μεγαλώνοντας θα προσπαθήσει να αποβάλλει τις προτιμήσεις του νιώθοντας ενοχές. Ταυτόχρονα η μητέρα του τους εγκαταλείπει και οι προηγούμενα άριστες σχέσεις με τον πατέρα του χαλάνε. Μόνη του διαφυγή το μαγευτικό δεντρόσπιτο στον κήπο του και το μικρό του κατοικίδιο χάμστερ, με το οποίο αρχίζει να έχει καθημερινούς διαλόγους. Καταπληκτική κινηματογράφιση και ερμηνείες από τους νεαρούς πρωταγωνιστές, ενώ ενδιαφέρον έχει το παραμυθένιο στοιχείο που εισάγεται κυρίως με τους διαλόγους με το χάμστερ, στο οποίο δανείζει τη φωνή της η Ιζαμπέλα Ροσελίνι. Το Closet Monster σεναριακά, επεξεργάζεται υπέροχα σημαντικά θέματα ψυχολογίας, έχει δεύτερο και τρίτο επίπεδο ανάλυσης, συνδυάζοντας πολλά στοιχεία, ρεαλισμού ή φαντασίας, παιδικότητας ή αισθησιασμού και τα εντάσσει στο ύφος του με αρμονία και χειμαρρώδη ροή.

Χουλιέτα (Julieta)

Σκηνοθεσία: Πέντρο Αλμοδοβάρ

3popcorn

julieta-large_transgsao8o78rhmzrdxtlqbjdldu0tl-cg_amouqysxmfguO «Αλμοδοβάρ είναι ο Αλμοδόβαρ» και τον αγαπάμε ό,τι κι αν κάνει. Μετά το δυνατό «Δέρμα που Κατοικώ» έκανε ένα χαλαρωτικό διάλειμμα με την κωμική πτήση του «Ι’m So Exited» και τώρα επιστρέφει στο αγαπημένο του είδος, με αυτό το δράμα που κινείται σε δυο χρόνους, παρόν και παρελθοντικό. Το «Χουλιέτα» είναι άλλο ένα ενδιαφέρον ψυχογράφημα μέσα από την ιστορία μιας γυναίκας, μιας και ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης είναι από τους καλύτερους κινηματογραφιστές της γυναικείας ψυχοσύνθεσης. Καθώς κινείται σε παρελθόν και παρόν, την Χουλιέτα ερμηνεύουν δυο διαφορετικές ηθοποιοί, εκφράζοντας η κάθε μια τους τη διαφορετική Χουλιέτα του πρίν και του μετά. Αυτή η μεταμόρφωση, επέρχεται από την έκβαση της ιστορίας που δε θα αποκαλύψουμε για κρατήσουμε ζεστό το ενδιαφέρον όποιων δε την έχουν δει ακόμη.

cannes-2016-julieta-almodovarΣαν ιστορία είναι περισσότερο υποτονική, με πιο αργούς ρυθμούς, λιγότερες εκρήξεις. Μια ήρεμη δύναμη. Ο Αλμοδοβάρ, εδώ πιο ώριμος, επιλέγει έξυπνα μια αφήγηση που στην αρχή έχει έντονο το στοιχείο του μυστηρίου για να τραβήξει το ενδιαφέρον και στη συνέχεια την αφήνει να κυλήσει ήρεμα, μη επιδιώκοντας να σοκάρει ή να ανεβάσει τους τόνους του, πλάθοντας μια ιστορία που μπορεί να παρακολουθήσει ευχάριστα ένας νέος άνθρωπος, μέχρι και η γιαγιά του! Βρίσκουμε πάλι τις εμμονές του, το αγαπημένο του έντονο κόκκινο να εισβάλλει σε πολλά πλάνα, τα υπέροχα καδραρίσματα, συνοδευόμενα όπως συνήθως ωραίες ερμηνείες από όλο το καστ. Ο σκηνοθέτης βέβαια, είναι πάντα ο μεγάλος πρωταγωνιστής στις ταινίες του (γέννημα θρέμα auteur, όπως λένε πολλοί), καταφέρνει να εισάγει στον κόσμο του όλους τους ηθοποιούς του, ακόμα και τους κομπάρσους -παρατηρείστε την υπέροχη σκηνή της ηλικιωμένης υπηρέτριας που γυρνά και κοιτά στην κάμερα. Μικρά σημεια έχουν επίσης το ενδιαφέρον τους, όπως το αρχικό χτένισμα της νεαρής Χουλιέτας (Αντριάνα Ουγκάρντε), που θυμίζει το αγαπημένο χτένισμα του ίδιου του σκηνοθέτη.

Inhebek Hedi/ Η Ιστορία του Χέντι

Σκηνοθεσία: Μοχάμεντ Μπεν Άτια

3popcorn

Ο 25χρονος Χέντι πρόκειται να παντρευτεί σε λίγες ημέρες τη γυναίκα που του διάλεξε η μητέρα του. Το αφεντικό του δεν του επιτρέπει να πάρει άδεια και τον αναγκάζει να φύγει σε επαγγελματικό ταξίδι. Σε μία Τυνησία που αλλάζει και που ελπίζει σε καλύτερο μέλλον (λίγο μετά τις διαδηλώσεις που συγκλόνισαν τη χώρα), ο Χέντι θα βρεθεί να ερωτεύεται τη νεαρή Ριμ, μία κοπέλα απελευθερωμένη, ένα παράθυρο προς έναν διαφορετικό κόσμο. Θα ονειρευτεί μία διαφορετική ζωή και θα θελήσει να επαναστατήσει. Μία ρεαλιστική ταινία, γυρισμένη με τρόπο νατουραλιστικό, αλλά ταυτόχρονα και μία αλληγορία για τις μουσουλμανικές χώρες που επιθυμούν να φέρουν την αλλαγή, αλλά δεν είναι σίγουρο ότι μπορούν. Γυρισμένη Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στον πρωταγωνιστή της Ματζ Μαστούρα, ο οποίος κέρδισε Αργυρή Άρκτο Ανδρικής Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Σε όλη τη διάρκεια της ταινίας μεταφέρει την σχεδόν υπνωτισμένη ύπαρξή του από τόπο σε τόπο, φτάνοντας σε ένα ξέσπασμα – μάθημα υποκριτικής προς το τέλος της ταινίας. Ωστόσο και η Ριμ Μπεν Μεσαούντ που ερμηνεύει τη Ριμ είναι μία γεμάτη φρεσκάδα ύπαρξη που γεμίζει την οθόνη με το χαμόγελό της και την πληθωρική της προσωπικότητα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία -η οποία κινείται σε αρκετά αργούς ρυθμούς- έλαβε επίσης το βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.

Hired Gun / Βιρτουόζοι Προς Ενοικίαση

Σκηνοθεσία: Φραν Στράιν

3popcorn

Ένα πολύ ενδιαφέρον μουσικό ντοκιμαντέρ, ιδιαίτερα για το χώρο του hard rock και μέταλ, μας φέρνει στο φως ιστορίες μισθοφόρων μουσικών των τελευταίων δεκαετιών και τις ιδιαίτερες ιστορίες τους. Ταλαντούχοι μουσικοί, που έμειναν πάντοτε στη σκιά του φρόντμαν ενός συγκροτήματος, είτε μίσθωναν τις υπηρεσίες τους σε καλλιτέχνες για τις ανάγκες μιας συναυλίας ή μιας ολόκληρης περιοδίας ή μιας ηχογράφησης δίσκου. Σε πολλές περιπτώσεις μια τέτοια συνεργασία κρατούσε μικρό χρονικό διάστημα, σε κάποιες άλλες πολλά χρόνια και είχε ως αποτέλεσμα κάποιος από αυτούς να γίνει τελικά μέλος ενός συγκροτήματος. Αυτοί οι άνθρωποι που πέρασαν πολλές φορές από μεγάλα συγκροτήματα όταν αυτά ήταν στο pick της πορείας τους, που μπορεί να συνέβαλλαν ενεργά σε μεγάλες επιτυχίες τους, ακόμα και γράφοντας τραγούδια και συνθέτοντας μελωδίες για αυτούς, σχεδόν ποτέ δεν έπαιρναν τα εύσημα, ενώ συνήθως πληρώνονταν ψίχουλα σε σχέση με τα μεγάλα ονόματα, εκάστοτε τραγουδιστών ή μάνατζερ.

Από τις θλιβερές ιστορίες που κάποιος έπρεπε να αντικαταστήσει κάποιον μουσικό που πέθανε, όπως ο μπασίστας των Metalica ή ο κιθαρίστας του Ozzy, μέχρι ιστορίες αισχάτης προδωσίας, καθώς μια μπάντα μετά από χρόνια θεωρείται λίγο πολύ μια οικογένεια. Μπροστά στο φακό θα παρελάσουν πολλά ονόματα και θα μιλήσουν ανοιχτά για τον τρόπο που δουλεύει το μουσικό κύκλωμα, από τον Alice Cooper μέχρι την P!nk, ενώ οι μουσικοί δε θα παραλείψουν να παίξουν αρκετές φορές όλοι μαζί, σε μερικά ωραία δείγματα ροκ jammin’. Το ντοκιμαντέρ είναι ίσως λίγο μονόπλευρο μουσικά, ως προς το θέμα του, μη καλύπτοντας ολόκληρη την μουσική γκάμα, ενώ ίσως θα μπορούσε να πιέσει περισσότερο τους μουσικούς να βγάλουν περισσότερα προς τα έξω, από κάποιες ιστορίες που είναι λίγο πολύ γνωστές στο χώρο. Παρόλα αυτά, ιδιαίτερα για τους λάτρεις του hard rock, το ντοκιμαντέρ δε μπορεί παρά να είναι ένα must see.

Bang! The Bert Berns Story / Μπερτ Μπερνς: Ο Άνθρωπος Πίσω από τα Χιτάκια

Σκηνοθεσία: Μπρετ Μπερνς, Μπομπ Σαρλς

2popcorn

O Μπερτ Μπερνς υπήρξε ένας ιδιαίτερος μουσικοσυνθέτης και μουσικός παραγωγός των 60’s, όπου δυστυχώς ελάχιστοι γνώριζαν, ακόμα και μέσα από το χώρο της μουσικής. Γεννημένος το 1929, με προβληματική καρδιά από ασθένεια που πέρασε μικρός, οι γιατροί αρχικά του έδιναν ελάχιστο χρόνο ζωής κι έτσι οι γονείς του τον κρατούσαν σπίτι και του πήραν πιάνο και κιθάρα. Ο Μπερνς μέχρι το 1967 όπου τελικά πέθανε, σε ηλικία 38 χρονών, κατάφερε να κάνει εξαιρετικά πράγματα, να μπει στην επανάσταση της μουσικής βιομηχανίας, να στήσει δυο μεγάλες δισκογραφικές, να γνωρίσει πολλές προσωπικότητες, μουσικές και μη, να κάνει φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς. Παράλληλα, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για μερικά από τα αθάνατα μουσικά τραγούδια που όχι μόνο έσπασαν τα charts κάνοντας μεγάλη επιτυχία, αλλά και έμειναν αθάνατα, όπως τα «Twist & Shout», «Piece of My Heart», «Everybody needs somebody to love», «Brown Eyed Girl» και πολλών άλλων. Παρόλα αυτά, το όνομα του σίγουρα δε σας λέει κάτι, καθώς στις περισσότερες φορές δεν τα υπέγραφε, αλλά έμπαινε το όνομα των εκάστοτε καλλιτεχνών ή γκρουπ, Isle Brothers (αργότερα των Beatles), της Έμα Φράνκλιν (ή αργότερα της Τζάνις Τζόπλιν), του Σόλομον Μπέρκ (αργότερα Rolling Stones και Blues Brothers), του Βαν Μόρισον.

Όπως κάθε μουσικό ντοκιμαντέρ, γνωρίζουμε εξαρχής ότι θα είναι μια προσωπικότητα με έντονη ζωή και σε αυτό το σημείο το ντοκιμαντέρ δε θα μας απογοητεύσει, όπως και με τους πολλούς διάσημους μουσικούς που εμφανίζονται και μιλάνε για τον Μπερνς. Το κακό είναι ότι το ντοκιμαντέρ έχει συν-σκηνοθετηθεί από τη κόρη του και σε πολλά σημεία δεν είναι αντικειμενικό, ωραιοποιεί ή δεν αγγίζει όσο θα έπρεπε καταστάσεις, όπως την εμπλοκή με τη μαφία, ενώ ακολουθεί μια παλιακή παρουσίαση επαναλαμβάνοντας συχνά τις ίδιες παγωμένες φωτογραφίες, που κουράζει σχεδόν το ίδιο με την βαριά και όχι καθαρή φωνή του εκφωνητή. Όμοια υπάρχει μια ασαφήνεια γύρω από το πια κομμάτια ήταν δικά του και σε ποια απλά βοήθησε, ψυχολογικά ή στην ενορχήστρωση, εξού και πολλά κομμάτια απλά αναφέρονται αλλά δεν ακούγονται καθόλου (και λόγω δικαιωμάτων). Τέλος, μιας και πρόκειται για μια σχετικά άγνωστη προσωπικότητα για τους περισσότερους δεν υπάρχει τόσο έντονο ενδιαφέρον στο άτομο του Μπερνς, κάτι που βλέποντας το ντοκιμαντέρ δε θα αλλάξει. Αξίζει τον κόπο να το δείτε, για μια αναδρομή στην εποχή, να παρατηρήσετε πόσο διαφορετικά ωρίμαζαν οι άνθρωποι τότε, πόσο μεγάλος ηλικιακά δείχνει, σε πολλές φωτογραφίες πάνω από 45, ενώ τελικά δεν έζησε παρά 38 χρόνια. Αξέχαστη στιγμή ανάμεσα στα σχόλια αγάπης και θαυμασμού η δήλωση «δε ξέρω που έχει θαφτεί αλλά αν μάθω θα κατουρήσω στον τάφο του»!

Remainder / Απομεινάρια

Σκηνοθεσία: Ομέρ Φαστ

one-half-popcorn

Μετά από ένα μυστηριώδες ατύχημα, μιας τεράστιας τζαμένιας οροφής εμπορικού κέντρου που πέφτει στο κεφάλι του, ένας νεαρός χάνει τη μνήμη του, του ποιος είναι αλλά και σχεδόν ολόκληρης της πρότερης ζωής του, παρά κάποιες χαοτικές αναμνήσεις, φαινομενικά ασύνδετες, που δε μπορεί να ξεχωρίσει αν είναι πραγματικές ή από όνειρο. Καθώς μοιάζει αδύνατο να συνεχίσει να ζει έτσι, αλλά και εισπράτει υπέρογκα ποσά αποζημιώσεων για το ατύχημα του, ο νεαρός βρίσκει έναν ιδιαίτερο τρόπο να προσπαθήσει να ανακτήσει τη χαμένη μνήμη του. Μισθώνει ανθρώπους να αναπαραστήσουν τις στιγμές αλλά και τα τοπία που βλέπει. Παράλληλα, κάποιοι περίεργοι τύποι φαίνονται να τον αναζητούν, με όχι τόσο αγαθές προθέσεις, ενώ ο ίδιος μοιάζει να έχει deja-vu με ορισμένους ανθρώπους σαν να εξελίσει κάποιες μαντικές ικανότητες.

Βασισμένο σε μυθιστόρημα του Τομ ΜακΚάρθι, το Remainder είναι ένα μεγαλόπνοο σκηνοθετικό ντεμπούτο που πράγματι βαδίζει σεναριακά στα χνάρια των «Memento» και «Primer». Αυτά όλα τα ενδιαφέροντα στοιχεία όμως, δυστυχώς λένε μόνο την μια πλευρά της αλήθειας, καθώς το τελικό αποτέλεσμα μάλλον είναι διαφορετικό από ότι θα περιμένατε. Έχει προσεγμένη φωτογραφία και ξεχωριστή χρωματική παλέτα, μη ξεχνάμε ότι ο σκηνοθέτης, Ομέρ Φαστ, ξεκίνησε και από video-artist, έχει όμως εξουθενωτικά αργούς ρυθμούς αφήγησης και ένα εξοντωτικό βουητό ως υποτονικό μουσικό μοτίβο που θα σας κάνει να νυστάξετε ακόμα κι αν έχετε ξυπνήσει πριν από λίγο και ήπιατε δυο καφέδες απανωτά. Το μυστήριο του παρελθόντος του άντρα, οι εικόνες που περνούν σαν σαϊτες στο μυαλό του, αλλά και η πρωτότυπη σεναριακή ιδέα της ανακατασκευής και σκηνοθεσίας ολόκληρου του περιβάλλοντος ενός ονείρου, εισάγει σε ένα σουρεαλιστικό κόσμο βρετανικής κινηματογραφικής κουλτούρας, που δυστυχώς αντί να χτίσει ατμόσφαιρα δημιουργεί ένα περιβάλλον σχεδόν βασανιστικό για τον θεατή.

Μη σβήσεις το Φως (Lights Out)

Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Φ. Σάντμπεργκ

2popcorn

O 10χρονος Μάρτιν μετά τον τραγικό θάνατο του πατέρα του γίνεται μάρτυρας της ψυχολογικής κατάρρευσης της μητέρας του, Σόφι, που δείχνει να συνομιλεί με το σκοτάδι. Καταλήγει άυπνος στο σχολείο και η πρόνοια ειδοποιεί την ετεροθαλή αδερφή του, Ρεμπέκα, να τον παραλάβει. Η Ρεμπέκα αποφασίζει να αντιμετωπίσει την ψυχική ασθένεια της μητέρας της και την απαλλάξει μια για πάντα από την φιγούρα που την στοιχειώνει, η οποία ακούει στο όνομα Νταϊάνα, και κρύβεται μακριά απ’ το φως. Μετά την διαδικτυακή επιτυχία της ομώνυμης ταινίας μικρού μήκους του Ντέιβιντ Φ. Σάντμπεργκ, ο  Σουηδός σκηνοθέτης βρήκε παραγωγό, Τζέιμς Γουάν, και σεναριογράφο, Έρικ Χέισερερ, προκειμένου να κάνει το πρώτο του βήμα στις ταινίες μεγάλου μήκους.

unspecified%cf%88Η Νταϊάνα, η τρομακτική σκιά που εμφανίζεται κάθε φορά που σβήνει το φως, ερμηνεύεται εξολοκλήρου από ηθοποιό (Αλίσια Βέλα Μπέιλι) με την χρήση προσθετικών στο μακιγιάζ αλλά και την σωστή διαχείριση του φωτός. Η αποκάλυψη για την Νταϊάνα γίνεται σταδιακά μέσα από την έρευνα της Ρεμπέκα (Μαρία Μπέλο) στο παρελθόν της μητέρας της (Μαρία Μπέλο).  Το Μη σβήσεις το Φως είναι εκείνη η ταινία τρόμου που χωρίς να προσφέρει κάτι το ξεχωριστό θα ικανοποιήσει τους θαυμαστές του είδους για το χτίσιμο της αγωνίας που επιτυγχάνεται μέσα από τους διακόπτες που ανοιγοκλείνουν.  Πάνω κάτω όλα τα έχουμε ξαναδεί, ήρωες που προσπαθούν να γλυτώσουν από κάτι το σατανικό, εγκλωβίζονται από μόνοι τους σε χώρους ανατριχιαστικούς – όπως το υπόγειο του σπιτιού-, αλλά τελικά θέλουν δεν θέλουν θα έρθουν πρόσωπο με πρόσωπο με το κακό σε μια τελική μάχη. Η γενική ιδέα που όταν σβήνει το φως εμφανίζεται η Νταϊάνα έχει την αγωνία της παρόλο που τελικά θα αναλωθεί σε γνωστά κλισέ του είδους με αποτέλεσμα οι πιο απαιτητικοί θεατές να εύχονται για ένα κλείσιμο των φώτων.

Όλες οι Άγρυπνες Νύχτες Μας / All these Sleepless Nights

Σκηνοθεσία: Μιχάλ Μάρτσακ

1popcorn

Αυτό το δημιούργημα από τον Μιχάλ Μάρτσακ, παρακολουθεί ένα νεαρό φοιτητή και τον συγκάτοικο του, στις νυχτερινές περιπλανήσεις τους στην πόλη της Βαρσοβίας. Από λίγο πριν βραδιάσει μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, ο κεντρικός πρωταγωνιστής μόνος του ή με παρέα θα τριγυρνά άσκοπα στους έρημους δρόμους, σε πάρκα, σε πάρτι ή κλαμπ κάνοντας επί τω πλείστον αηδίες και καπνίζοντας αρειμανίως, μόνο όσο είδαμε μπροστά στο φακό, πάνω από 300 τσιγάρα, -την υγειά του μακάρι να έχει το παλικάρι. Τι θέλει να πει ο ποιητής; Ότι η νέα γενιά δεν έχει κάτι να επαναστατήσει, βαριέται και αναλώνεται σε σπατάλη των νιάτων της, σε μια πόλη που εκσυγχρωνίζεται και αλλάζει πρόσωπο.

Η ταινία διαθέτει καλή κινηματογράφηση, ωραία φωτογραφία ιδιαίτερα στα νυχτερινά της πλάνα, δυο-τρία ωραία μουσικά κομμάτια, ανάμεσα στα πολλά χιτάκια που ακούγονται, αυτά. Ως εκεί. Το υπόλοιπο περισσότερο κουράζει το θεατή παρά προσφέρει το οτιδήποτε. Μάλιστα πολλοί λένε ότι φέρνει σε ντοκιμαντέρ κάτι που φυσικά προσβάλλει τα ντοκιμαντέρ, εκτός του ότι δεν έχει καμία σχέση, αλλά που μπερδεύεται ο κόσμος; Προφανώς στην κινηματογράφηση με κάμερα στο χέρι και στον τρόπο παρουσίασης και από την άλλη στην παντελής έλλειψη σεναρίου και τους συνεχούς αυτοσχεδιασμούς που παραπέμπουν έμμεσα σε ντοκιμαντέρ και σινεμά βεριτέ.

Και όμως, η ταινία έχει κατηγοριοποιηθεί στο imdb ως ντοκιμαντέρ και αν το κοιτάξετε έχει πάρει και βραβεία σε κάποια φεστιβάλ ως ντοκιμαντέρ! Εμπεριέχει σίγουρα και αλήθεια, μιας και είναι ολοφάνερο ότι ο σκηνοθέτης ήθελε να κάνει την ταινία ως αφορμή για να βγει βόλτες με τις παρέες των νέων, να κάνει πάρτι, να καπνίσει και να πιει κι αν καταφέρει να πείσει κάποια κοπέλα να γδυθεί, έστω κι όχι μπροστά στην κάμερα αλλά στο κινητό του, ακόμα καλύτερα. Για να το κάνει να είναι λίγο κουλτουρο-σοφιστικέ, έβαλε κάτι σαν σενάριο σελίδας ως έναυσμα αυτοσχεδιασμών για να φανεί ως σπουδή του στη νεανικότητα. Η ταινία, που έχει ίσως τους πιο χαζούς διαλόγους που έχετε ακούσει, έχει λίγα σημεία που αφήνουν τα πολωνικά και μιλούν αγγλικά, μη ξεχνάμε ότι είναι και αγγλική συμπαραγωγή. Μέσα στο χάος των όσων βλέπουμε υπάρχουν κάποιες λιγοστές ιδέες και ενδιαφέροντα σημεία. Πάντως, στο τέλος το κοινό χειροκρότησε και εγώ ήμουν ένας από αυτούς.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *