ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

57ο ΦΚΘ: Παρασκευή… στην Πλατεία Αμερικής

Η νέα ταινία του Γιάννη Σακαρίδη αποτελεί talk of the town στη Θεσσαλονίκη. Όχι γιατί -παρά τις αμήχανες στιγμές της- είναι η καλύτερη ελληνική ταινία του 57ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (που είναι), αλλά γιατί μιλά για μία σύγχρονη Ελλάδα και αποτελεί ένα μάλλον σπάνιο είδος κοινωνικού σινεμά που ελπίζουμε να δούμε να αναπτύσσεται περισσότερο μέσα στα επόμενα χρόνια. Ο Γιάννης Σακαρίδης βρίσκεται σε καλό δρόμο: τόσο με το Wild Duck, όσο και με την Πλατεία Αμερικής μιλά για ζητήματα που μας αφορούν όλους. Καθώς ο καιρός στη Θεσσαλονίκη μοιάζει καλοκαιρινός, ηλιόλουστο είναι το τοπίο και για το ελληνικό σινεμά. Αυτή ήταν σίγουρα μία από τις πιο ενδιαφέρουσες χρονιές των τελευταίων ετών για τις ελληνικές ταινίες.

Η ημέρα έκλεισε με άλλο ένα πάρτι στην Αποθήκη Γ, όπου ο Γιάννης Στάνκογλου, ένας εκ των πρωταγωνιστών της ταινίας Πλατεία Αμερικής, ανέλαβε το ρόλο του dj!

Ας περάσουμε να δούμε και τις ταινίες της ημέρας:

america-square2

Πλατεία Αμερικής

Στην Πλατεία Αμερικής συναντιώνται διάφοροι παράξενοι τύποι: ο Μπίλλη είναι ένας 40άρης tattoo artist, ο Τάρεκ ένας πρόσφυγας από τη Συρία που προσπαθεί να φτάσει στη Γερμανία με την κόρη του και ο Νάκος, ένας ρατσιστής αφελής, ανόητος και μάλλον μπανάλ που έχει τη δυνατότητα όμως να γίνει επικίνδυνος. Ο Γιάννης Σακαρίδης κάνει μία ταινία για την Καζαμπλάνκα της Αθήνας που μπορεί σεναριακά να έχει κάποιες αφελείς στιγμές, αλλά φαίνεται πως ο σκηνοθέτης το γνωρίζει και το χρησιμοποιεί υπέρ της. Με φρεσκάδα στην κινηματογράφηση (και μερικά πλάνα από αέρος που είναι εξαιρετικής σύλληψης) και με ισορροπημένες ερμηνείες (ο Μάκης Παπαδημητρίου σε ρόλο αφελούς μαμάκια, ο Γιάννης Στάνκογλου αναμενόμενα ταιριαστός στον ρόλο ενός 40άρη rock n’ roll τύπου και ο Βασίλης Κοκολάνι υπέροχος στον ρόλο του Σύρου πρόσφυγα), η Πλατεία Αμερικής είναι σίγουρα ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση για το ελληνικό σινεμά.

Το Σκοτεινό Δωμάτιο (Daguerrotype / Le secret de la chambre noire)

Μεγάλος φωτογράφος μετά το θάνατο της γυναίκας του αρνείται να πουλήσει το σπίτι του και καταπιάνεται με την τελειοποίηση της δαγκεροτυπίας, μιας πρώιμης τεχνικής φωτογραφίας, βάζοντας την κόρη του να ποζάρει για ώρες. Προσλαμβάνει ένα νεαρό βοηθό που ερωτεύεται την κόρη, όμως παράλληλα η φωτογραφίσεις μοιάζουν να παγιδεύουν την ψυχή της νεαρής κοπέλας. Το σκοτεινό δωμάτιο δεν είναι τόσο σκοτεινό όσο απαιτεί η υπόθεση του. Σκηνοθέτης, Κιγιόσι Κουροσάβα, όσο και ο Ολιβιέ Γκουρμέ, ως πατέρας φωτογράφος, δεν εστιάζουν εκεί που θα έπρεπε, κάνοντας τελικά την ταινία πιο αδιάφορη από όσο θα μπορούσε να είναι. Με σενάριο που θα μπορούσε να ανήκει σε ταινία τρόμου ή ψυχολογικό θρίλερ, τελικά μας παρουσιάζουν ένα αργό και χλιαρό σε σημεία κοινωνικό, με μεταφυσικές προεκτάσεις. Είναι κρίμα, για το σκοτεινό δωμάτιο εμφάνισης των φιλμ, το αρνητικό που αντικατοπτρίζει ανάποδα την αλήθεια και τα είδωλα, τα χημικά, το συνήθως κόκκινο φως, υπάρχουν τόσα πολλά ατμοσφαιρικά στοιχεία γύρω από τη φωτογραφία που η ταινία τα αφήνει να περάσουν αχρησιμοποίητα. Ευτυχώς, όμως, το ενδιαφέρον το κρατάνε οι δυο νεαροί πρωταγωνιστές, Ταχάρ Ραχίμ και Κονστάνς που είναι αμφότεροι αρκετά καλοί. Μικρή εμφάνιση κάνει και ο Ματιέ Άλμαρικ, που όπως φαίνεται μετά το δικό του «Μπλέ Δωμάτιο» ήθελε να έχει ένα πέρασμα και από το Μαύρο δωμάτιο, όπως είναι ο γαλλικός τίτλος της ταινίας.

Ο Ορνιθολόγος

Παράλληλα προβλήθηκε ο πορτογαλικός ορνιθολόγος, the Ornithologist (O Ornitólogo), που πολλοί παρομοίασαν με το στην Αγκαλιά του Φιδιού (Embrace of the Serpent), αλλά είναι μάλλον περισσότερο μια μίξη ντοκιμαντέρ για πουλιά και… του Άγνωστου της Λίμνης. Ο ορνιθολόγος είναι ένας μοναχικός περιηγητής, ηδονοβλεψίας της φύσης. Γυρνά το ποτάμι παρατηρώντας τα πτηνά, αναζητώντας ένα είδος κοκκινολαίμη πελαργού, όταν έχει ατύχημα με το καγιάκ του, παρασυρώμενος από τα ορμητικά νερά. Στο σύμπαν του Ορνιθολόγου, συναντάμε μόνο γκέι ζευγάρια, δυο κινέζες κάμπερς που κάνουν πεζοπορεία, έναν μουγκό βοσκό που τον λένε Ιησού, μια περίεργη φυλή αγοριών, ντυμένων με στολές παραδείσιων πουλιών και γυμνόστηθες γυναίκες-αμαζόνες. Έχει μερικές καλές ιδέες, αλλά σίγουρα όχι συνοχή και ενιαίο ύφος. Εντυπωσιακό, ως αποτέλεσμα χαμηλού προϋπολογισμού, θα μπορούσε να είναι καλύτερο αν ξέφευγε από τις εμμονές του ή επέλεγε άλλη παρουσίαση. Μπλέκει παγανιστικά, θρησκευτικά, ομοφυλοφιλικά και ζητήματα αυτογνωσίας, τον Χριστό, τον Θωμά και τον καθολικό άγιο Αντώνιο, προστάτη των ζώων, με σχετική αυθάδεια και όχι ξεκάθαρο νόημα, αν και τελειώνει διασκεδαστικά.

Ακολουθούν κείμενα για ταινίες που προβλήθηκαν και σε προηγούμενες ημέρες του φεστιβάλ:

Μπάχαλο (Shambles)

Καθόλη τη διάρκεια της προβολής αυτής της γαλλοκαναδέζικης ταινίας σκεφτόμουν πόσο κοντά στο δικό μας σινεμά είναι, πως θα μπορούσε να είναι ελληνική, σαν ασπρόμαυρη εκδοχή του Μικρού Ψαριού του Οικονομίδη, με το Μουρίκη στο ρόλο του μεγάλου αδερφού, με τον οποίο μοιάζουν και εμφανισιακά. Ντράμερ ροκ συγκροτήματος γουστάρει τη μπασίστρια, γκόμενα του κιθαρίστα φίλου του και αρχηγού της μπάντας, δουλεύει σε εργοστάσιο για τα προς το ζειν, αλλά μπλέκει και με συμμορία ναρκωτικών που χρωστά λεφτά. Τούνελ, ναρκωτικά, αδερφική -όχι απαραίτητα αγάπη, αλλά συναίσθηση κι αλληλεπίδραση. Θαμπή ασπρόμαυρη φωτογραφία, αλλά και μερικά σημεία χωρίς διαλόγους που καταφέρνουν να πουν αρκετά. Είναι ένα σιωπηλό φιλμ, με βάναυση εισροή ήχων, μουσικής ή ήχους μηχανών. Διαθέτει ωραία κινηματογράφιση της έντασης του ήρωα, έχει ένα στιλ και μια ενδιαφέρουσα ανατροπή προς το τέλος, φέρει όμως κι αυτό προβληματάκια και ατέλειες που έχουν οι δουλειές νεοφώτιστων σκηνοθετών.

Είμαστε η Σάρκα (We Are the Flesh)

Αντισυμβατικό μεξικάνικο αισθησιακό θρίλερ. Τι σημαίνει αυτό, θα ρωτήσετε. Φανταστείτε μια ειλικρινή μίξη του Love του Γκασπάρ Νοε με το Under the Skin… Κι αν σε αυτά μπορεί να βρήκατε σημεία δήθεν, εδώ αυτά δεν υπάρχουν, αντίθετα υπάρχει έντονη πρόκληση, υπόγειο χιούμορ αλλά και μια ιδιόμορφη ποιήση. Ένας άστεγος, διαβολάκος μένει μόνος σε ένα εγκαταλελειμενο κτίριο. Δυο έφηβα αδέρφια, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι μπαίνουν στο χώρο του, ψάχνοντας καταφύγιο. Μαζί θα κατασκευάσουν μια σπηλιά-μήτρα. Καθώς προχωρά η κατασκευή ο άντρας βάζει τον σεξουαλικό πειρασμό στο μυαλό των δυο παιδιών και θα τα παρασύρει να υπακούν στους νόμους της σάρκας και όχι της λογικής. Έντονη αλληγορία, αλλά και παιχνιδιάρικη σεξουαλική διάθεση, στοιχεία διάχυτα στο νέο μεξικάνικο σινεμά, που σαν κουλτούρα είναι και πιο απελευθερωμένο στο σεξ, στους νεκρούς ή θρησκευτικά θέματα. Κάποιου μπορεί να ενοχλήσουν κάποιες ερωτικές σκηνές που αγγίζουν το πορνό ή η παρεκκλίνουσα ερωτική έλξη δυο αδερφών. Όμως στη μετά-ταμπού εποχή, το έργο είναι περισσότερο μια ελεύθερη απόδωση του σύγχρονου Αδάμ και Εύας, με το διαβολάκο σε ρόλο φιδιού της σύγχρονης κοινωνίας και διαθέτει πολύ ωραία σκηνοθεσία, acid πειραματισμούς και ωραία μουσική, κάνοντας την θέαση αρρωστημένα διασκεδαστική, σίγουρα κινηματογραφική εμπειρία.

AFTERLOV-04
Afterlov

Afterlov

Παρόμοιας «λογικής» με το «Όντως Φιλιούνται;» το Afterlov αναφέρεται και αυτό σε ένα ζευγάρι (πρώην εδώ) που δεν ξέρει ακριβώς πώς και εάν μπορεί να είναι μαζί. Αντλώντας έμπνευση (και χαρακτήρες) από μικρού μήκους ταινία του, ο Στέργιος Πάσχος βάζει τους δύο ήρωες, τη Σοφία και τον Νίκο σε έναν κλειστό χώρο για να ανακαλύψουν τους λόγους για τους οποίους χώρισαν (τουλάχιστον αυτό επιθυμεί εκείνος). Η ταινία μοιράζεται με το «Όντως Φιλιούνται;» και την πρωταγωνίστρια, Ηρώ Μπέζου σε ρόλο πάλι μιας δυναμικής γυναίκας σε μπερδεμένη ερωτική κατάσταση. Ενδιαφέρουσα ιδέα, πολύ δουλειά στους διαλόγους και στις ατάκες, αν και την αίσθηση αυτοαναφοράς της ταινίας (με το μπουμ να πέφτει στην εικόνα την βρήκα μάλλον υπερβολική).

Όντως Φιλιούνται;

Μία από τις πιο γλυκές ελληνικές ταινίες που είδαμε στο Φεστιβάλ το «Όντως Φιλιούνται;» του Γιάννη Κορρέ θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία εναλλακτική ρομαντική κομεντί. Συναντήσεις και συζητήσεις, διάθεση ειρωνίας, καβγάδες, μπελάδες και παιδικά αστεία (που λέει και το τραγούδι) σε μία τρυφερή ταινία για τις ερωτικές σχέσεις στη σύγρονη Αθήνα. Τίποτα δεν λύνεται εξολοκλήρου για τον ήρωα και την ηρωίδα και μένει ένα αναπάντητο ερώτημα για το εάν όντως φιλιούνται. Θα σας κάνει να γελάσετε ή να χαμογελάσετε, και θα μπορούσε να θεωρηθεί το δικό μας, εντελώς ελληνικό αντίστοιχο του mumblecore.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *