Σινεμά

Amour

Το θέμα της ταινίας δεν είναι εύκολο. Αλλά και πότε ο Χάνεκε έκανε «εύκολες» ταινίες; Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι δεν είναι και πολύ κινηματογραφικό. Τι ενδιαφέρον θα μπορούσε να υπάρξει σε μια ταινία που περιγράφει τη φροντίδα που παρέχει ένας ηλικιωμένος άνδρας στην χτυπημένη από εγκεφαλικό σύζυγό του;

Και όμως. Στις δύο ώρες που διαρκεί η ταινία ο Μίκαελ Χάνεκε καταφέρνει να χτίσει ένα τρυφερό δράμα με τα πιο απλά υλικά: τη συμπόνοια, τον θάνατο, τον έρωτα.

Ο Ζορζ και η Αν είναι ένα αγαπημένο ζευγάρι καθηγητών μουσικής που περνά τον χρόνο του σε συναυλίες, διαβάζοντας βιβλία, ακούγοντας μουσική. Όταν η Αν παθαίνει εγκεφαλικό και μετά από μία αποτυχημένη εγχείριση μένει παράλυτη, ο Ζορζ αναλαμβάνει να τη φροντίσει. Μόνο που αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο.

Ο Μίκαελ Χάνεκε φτιάχνει μια κλειστοφοβική ταινία. Γυρισμένη σχεδόν εξολοκλήρου μέσα στο σπίτι του ζευγαριού, όπου κάθε αντικείμενο μοιάζει προσεκτικά διαλεγμένο. Ο Ζορζ και η Αν αποτελούν μια μονάδα, κάνουν τα πάντα μαζί. Στον αντίποδα μοιάζει να βρίσκεται η κόρη τους, σχεδόν ξένη, δυστηχισμένη που έχει αποκλειστεί από τη ζωή του ζευγαριού (είναι χαρακτηριστική η σκηνή που η κόρη λέει στον πατέρα για τα βράδια που τους άκουγε να κάνουν έρωτα όταν ήταν μικρή). Ο Ζορζ προσπαθεί να ανταποκριθεί στη νέα πραγματικότητα, έχοντας απέναντί του μια Αν που ίσως και να τον κατηγορεί για την κατάστασή της. Μέχρι που ένα νέο εγκεφαλικό δημιουργεί μια κατάσταση σχεδόν ανυπόφορη, που δοκιμάζει τις σχέσεις του ζευγαριού.

Ο Χάνεκε αποσπά εξαιρετικές ερμηνείες από τους δύο πρωταγωνιστές του: τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και την Εμανουέλ Ριβά.

Με ελάχιστη έως μηδαμινή χρήση μουσικής, με αποστασιοποιημένα πλάνα (δεν υπάρχουν συναισθηματικές εξάρσεις στην ταινία) και με μια ρεαλιστική ματιά, ο Χάνεκε αποδεικνύει γιατί είναι ίσως ο σημαντικότερος Ευρωπαίος σκηνοθέτης αυτή τη στιγμή. Κάτι που του αναγνώρισαν και οι Κάννες, χαρίζοντάς του (δικαίως μάλλον) τον Χρυσό Φοίνικα για δεύτερη χρονιά.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *