Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Μία Fender στο πηγάδι

Απεχθάνομαι τη μουσική κάντρι και τον αμερικάνικο επαρχιωτισμό που αναδίνει. Κι όταν διάβασα πως στην ταινία του Scott Cooper Crazy Heart χορταινεις απο τέτοια μουσική, βαρυστομάχιασα. ‘Ομως, the hell with it, γιατί η ταινια είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα, κινηματογραφική μεταφορα του πρώτου μυθιστορήματος του Thomas Cobb, μ’ έναν έξοχο Jeff Bridges, που ερμηνεύει υπαρκτότατο τραγουδιστή της κάντρι. Ο Bridges ειναι ιδανικός τραγουδοποιός- με τις καουμπόϊκες μπότες του, το αρειμάνιο κάπνισμα, τη φήμη του που έχει και τα τυχερά της ακόμη, με τις γυναικες, αν με εννοείτε, παρά τα 57 του χρόνια(ναι παίρνει viagra), το μεράκι του και τις γνώσεις του πανω στη μουσική, τους 4 γάμους του, και το μεγάλο πάθος του για το ουίσκι…
Διότι ο κύριος Μπαντ Μπλέϊκ, είναι αλκοολικός, κι έχει πέσει στη δυσμενεια της δισκογραφικής του εταιρείας η οποία επειδή βεβαιως γνωρίζει πως τ’ όνομά του έχει ακόμη διαπραγματευτική δύναμη, δεν τον παραγκωνίζει άμεσα αλλά κομψά… Ο Bridges, δεν υποδύεται απλώς τον Μπλέϊκ, είναι ο Μπλέϊκ. Ερμηνελυει επίσης κάποια τραγουδια στην ταινία, το οποίο κάνει και ο Colin Farell, ναι αυτός, που υποδύεται τον νεαρό ανερχόμενο σέξι κα΄ντρι τραγουδιστή, το αντίπαλο δέος του Μπλέϊκ, ο οποίος πουλαει 2 εκατομμύρια κόπιες σε κάθε τραγούδι του, και ευτυχώς θυμάται πως ο σαραβαλιασμένος πλέον Μπαντ, ήταν ο μέντοράς του στη μουσική. Κάτι το το οποίο αναγνωριζει μ’ έναν καθοριστικό για την καριέρα του “γέρου” , τρόπο.
Παρότι η ταινία μυρίζει αμερικανιά, έχει πολυ ενδιαφέρουσες σεναριακές ανατροπές. Φερειπείν, η wannabe δημοσιογράφος Τζίνι Κράντοκ(Maggie Gyllenhaal, ικανοποιητική στον “δορυφορικό” ρόλο της, αλλά όχι απολαυστικά εκρηκτική , όπως ήταν στο Better than Fiction)δεν είναι η άπειρη παιδίσκη που ζητάει συνέντευξη απ΄το “ιερό τέρας” της κάντρι, και κατουριέται απ΄τη χαρά της μόλις τον αντικρύζει, αλλά είναι η γυναίκα με το μικρό παιδί και το οδυνηρό παρελθόν στις σχέσεις της με τους άντρες.
Επίσης, ενω ο θεατής περιμένει πως αφού τελικά σχετίζονται ερωτικα΄οι δυό τους, θα στεριώσει αυτη η σχέση, ιδίως απ΄τη στιγμή που ο Μπλέϊκ την διεκδικεί εκ νέου, στεγνός από αλκοόλ πιά, αυτό δεν συμβαίνει και μετά από μία τρυφερά ευγενική απόρριψη που τρώει ο Μπάντ, συνεχίζουν ο καθένας το δρόμο του.
Η ταινία, πέρα απ΄την παρουσιάση των παρασκηνίων σε έναν κλαδο της μουσικής βιομηχανίας(αυτο είναι δυστυχώς), αποτελεί στην ουσία την απεικόνιση της αναγέννησης, καλλιτεχνικης και υπαρξιακής, ενός ανθρώπου διάσημου, ο οποίος κουτσά-στραβά εξαργυρώνει το ένδοξο παρελθόν του, μέχρι να τον χτυπήσει ύπουλα ο μικρός ξεβράξωτος, και να θέλει ν’ αρέσει. Να θελει να “σουλουπωθεί” για χάρη αυτής της γυναίκας.
Γοητευτικός ειναι ο άνθρωπος που κάνει εμάς να θέλουμε να είμαστε γοητευτικοί. Που βγάζει στην επιφάνεια τα καλυτερα στοιχεία μας.Κι αυτό ακριβώς κάνει η Τζίνι στον γερο Μπλέϊκ. Τυχαία άραγε έχει το επιθετο του Ρομαντικού ποιητή και ζωγράφου W.Blake;
Ο κύριος Μπαντ ξαναγράφει επιτυχίες, και βλέπει την καριέρα του να παίρνει την ανηφόρα για δεύτερη φορά. Γιατι όπως λέει κι ο κολλητός του Γουέϊν( Robert Dyval) “ποτέ δεν είναι αργά γιέ μου”.
Το μόνο που χρειάζεται , όπως μας παροτρύνει το όμορφο τραγουδι-επιτυχία που έγραψε για τη σχεση του με τη Τζίνι, ειναι: “…pick up your crazy heart and give it one more try“.

Φράνσις

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *