Το γράμμα του Μπένεντικτ Κάμπερμπατς στον Αγιο Βασίλη για τα παιδιά του κόσμου
«Αγαπητέ Άγιε Βασίλη
Οι φίλοι μου μου ζήτησαν να σου γράψω. Πρέπει να ομολογήσω ότι ήταν δύσκολο να βρω τι θα σου πω. Κυρίως επειδή -όπως οι περισσότεροι ενήλικες- αισθάνομαι ότι είναι παράλογο να ζητώ οτιδήποτε από σένα, καθώς ο χρόνος μας μαζί σου έχει σίγουρα τελειώσει. Τώρα αγοράζουμε οι ίδιοι τα δώρα μας, καθορίζουμε τη μοίρα μας, αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις πράξεις μας και ζούμε στον κόσμο που έχουμε δημιουργήσει. Επομένως, δεν εξαρτάται από εμάς το να γυρίσουμε και να ζητήσουμε τη βοήθειά σου για το περιβάλλον, την μεταναστευτική κρίση, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την εκπαίδευση, την τράπεζα τροφίμων, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τον φονταμενταλισμό και τους πολέμους. Αν και ένας Θεός ξέρει πόσο χρειαζόμαστε όση βοήθεια μπορούμε να έχουμε με αυτά τα προβλήματα που δημιούργησε ο άνθρωπος και ακόμα περισσότερα.
Και δεν είναι ότι δεν έχεις κατανόηση ή ότι δεν έχεις χαρά. Εσύ είσαι σπουδαίος. Παρά το γεγονός ότι έχεις αλλάξει χρώματα για εταιρεικούς σκοπούς και έχεις μετατραπεί σε “μπάσταρδο” για να εκφράζεις έναν υλισμό που τρελάθηκε -παρά το γεγονός ότι πιθανότητα κατάγεσαι από μία εποχή που βασίζεται σε ένα παγανιστικό τελετουργικό δρυίδων μίλια μακριά από αιτήματα για αυτόματης καύσης hoverboard. Τα παιδιά ενήλικες το δέιχνουν αυτό κυνικά, έχοντας πιστέψει για μια στιγμή σε σένα και ξοδεύοντας τον πολύτιμο χρόνο όλων. Γιατί εσύ δεν είσαι φτιαγμένος για αυτούς. Είσαι φτιαγμένος για τα παιδιά. Τα παιδιά που χρειάζονται λίγη μαγεία σε έναν κόσμο όπου τα σύνορα ανάμεσα στην αθωώτητα και την ευθύνη, την παιχνιδιάρικη φαντασία και το κρύο, τα προβλήματα των ενηλίκων συνεχώς συρρικνώνονται.
Θα ήθελα να ζητήσω τη βοήθεια σου. Θα ήθελα να μπορούν τα παιδιά να είναι παιδιά για περισσότερο χρόνο. Να επεκτείνεις τη στιγμή της μαγείας και του παιχνιδιού. Να τους αποσπάσεις την προσοχή από την πραγματικότητα ενός κόσμου που τρελάθηκε, έτσι ώστε να μπορέσουν να γελάνε με την ψυχή τους, αντί να κλαίνε.
Κυρίως (πρόσεξε) εκείνα τα παιδιά που φροντίζουν μέλη της οικογένειάς τους, που υποφέρουν από αρρώστιες, από την πείνα ή τη φτώχεια. Κυρίως αυτά που κρύβονται σε κτίρια, καθώς οι βόμβες πέφτουν βροχή γύρω τους ή που τα βάζουν τρέμοντας από τον φόβο ή το κρύο σε μία βάρκα, για να ξεφύγουν από την περιβαλλοντική καταστροφή ή τον πόλεμο. Σας παρακαλώ βοήθησε να λάμψει ο κόσμος τους από μία στιγμή χαράς και ελπίδας.
Όσο το σκέφτομαι, νομίζω ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα για σένα φέτος. Και όταν το σκέφτομαι σοβαρά δεν είμαι σίγουρος ότι το να σου ζητήσω ένα φωτόσπαθο και να το πάρω (όχι ότι το πήρα ποτέ παρεπιπτόντως) μπορεί να εξισωθεί με το να ελέγχεις το συνεχές του χωροχρόνου ή με το να κάνεις την καλή παιδική ηλικία να διαρκέσει λίγο περισσότερο.
Αλλά εσύ προκαλείς θαυμασμό και δέος σε αυτούς που σου γράφουν γράμματα και που ελπίζουν ότι μπορεί να υπάρχει κάτι καινούριο στην κατοχή τους με το ξημέρωμα. Εμπνέεις την καλή συμπεριφορά και τουλάχιστον εξ όσων θυμάμαι την προσπάθεια της τελευταίας στιγμής να διορθώσει κανείς την κακή συμπεριφορά, ώστε να μην τον παραβλέψουν. Να στρέψεις τη σκέψη σου και σε αυτά τα εκατομμύρια παιδιά που θέλουν να σου γράψουν, αλλά δεν μπορούν λόγω αναλφαβητισμού. Άκου τις λέξεις τους και δώσε τους τον χρόνο και την ευκαιρία να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν, προκειμένου να βελτιώσουν τις ζωές τους και να ξεφύγουν από το φτωχικό ξεκίνημά τους.
Σε λυπάμαι λιγάκι. Και φαντάζομαι ότι έκανα ακριβώς ότι είπα ότι δεν θα κάνω. Σου ζήτησα να βοηθήσεις με τα προβλήματα των ενηλίκων και να λύσεις μερικές από τις μεγαλύτερες ανησυχίες που έχουμε για τα παιδιά μας. Υπόσχομαι να αφήσω πόρτο και κρεατόπιτες για σένα!
ΥΓ. Σε παρακαλώ, θα μπορούσα να έχω τώρα αυτό το φωτόσπαθο;
Μπένεντικτ».