Ξανά από την Αρχή (Demolition)
Μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία και σκηνοθετικά και από άποψη υπόθεσης, φτάνει στις κινηματογραφικές αίθουσες ολίγον καθυστερημένα, μιας και είναι παραγωγής 2015, αξίζει όμως σίγουρα της προσοχής σας. Πρόκειται για το Demolition ή Ξανά από την Αρχή, όπως είναι ο ελληνικός τίτλος, του σκηνοθέτη των C.R.A.Z.Y., Dallas Buyers Club και Wild, Ζαν Μαρκ Βαγιέ, με κεντρικό πρωταγωνιστή τον Τζέικ Γκίλενχαλ, τον οποίον πλαισιώνουν η Ναόμι Γουότς, ο Κρις Κούπερ και ο πιτσιρικάς Τζούντα Λιούις.
Βασικό θέμα της ταινίας ο πόνος της απώλειας αλλά και η διάβρωση από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Ο Ντέιβις (Γκίλενχαλ) ζει μια αποστειρωμένη ζωή, που του χάρισε έναν επιτυχημένο γάμο με την Τζούλια και μια καλή θέση στην εταιρεία του πατέρα της. Η επικοινωνία μεταξύ τους μοιάζει να έχει προ πολλού χαθεί και να έχει μείνει μια μόνιμη μουρμούρα, όταν ένα τραγικό αυτοκινητιστικό ατύχημα θα στερήσει τη ζωή της Τζούλια. Ενώ γύρω του όλοι κλαίνε, ο Ντέιβις συνέρχεται ανέκφραστος και συνεχίζει να πηγαίνει στο γραφείο αρχικά ανεπηρέαστος, ενώ παράλληλα αρχίζει να στέλνει τεράστιες επιστολές διαμαρτυρίας σε μια εταιρεία αυτόματων πωλητών που του έφαγε το κέρμα του στο νοσοκομείο. Καθώς οι επιστολές γίνονται όλο και πιο προσωπικές, ο Ντέιβις αποκτά μια μανία να διαλύει πράγματα σε μια προσπάθεια να τα αποδομήσει. Η παράνοια χτυπά κόκκινο, η ικανότητα του να εργαστεί δυσχεραίνει και αποκτά εμμονή ότι ένα στέισον βάγκον τον παρακολουθεί, ώσπου ένα βράδυ παίρνει απάντηση στις επιστολές του…
Σπουδαίος ηθοποιός ο Γκίλενχαλ, φαίνεται ότι του ταιριάζουν οι ψυχωτικοί ρόλοι, μιας και μας έχει χαρίσει ωραίες ερμηνείες σε ταινίες όπως τα Nightclawler (Νυχτερινός Ανταποκριτής) και Enemy (Ο Άνθρωπος Αντίγραφο). Εδώ, σε όλο το πρώτο μέρος «παίζει μπάλα» μόνος του και σηκώνει εξαιρετικά το ρόλο μαγνητίζοντας με την ερμηνεία του. Προσπαθώντας να αντιληφθούμε τις διεργασίες που γίνονται στο μυαλό του, εκεί που η ματαιότητα κονταροχτυπιέται στα ίσια με την άρνηση της πραγματικότητας, μας παρασύρει στο παράδοξο του κόσμου του, ώστε όταν χτυπά το τηλέφωνο, που σηματοδοτεί την είσοδο της Ναόμι Γουότς, μας δημιουργεί αρχικά μια εύλογη απορία αν είναι δημιούργημα της φαντασίας του. Διότι ο χαρακτήρας του είναι ένας άνθρωπος που όχι μόνο περνά μια δύσκολη στιγμή τώρα, αλλά αυτή ήρθε να προστεθεί σε πολλά άλλα καταπιεσμένα, αποτελώντας το κερασάκι στην τούρτα ενός ηφαιστείου που ήδη κοχλάζει.
Εκεί ακριβώς έρχεται να μπει ο χαρακτήρας της Κάρεν (Ναόμι Γουότς), ένα ψυχικό αντίβαρο για τον Ντέιβις, σαν αδερφή ψυχή που περνά κι αυτή τα δικά της προβλήματα και κουβαλά δικούς της σταυρούς. Οι δυο τους θα ανοίξουν τις ψυχές τους, αποκτώντας μια σουρεαλιστική αλλά ταυτόχρονα ουσιαστική σχέση. Ανάλογη αμφίρροπα «θεραπευτική» σχέση θα αποκτήσει ο Ντέιβις και με το μικρό γιο της Κάρεν, με τον οποίο μοιάζει να μπορεί στην παρούσα φάση να επικοινωνήσει καλύτερα από τους υπόλοιπους, όπως τα πρώην πεθερικά του. Στο ρόλο του πεθερού ο καρατερίστας Κρις Κούπερ που συνήθως παίζει τον στρατιωτικό, επιστρέφει σε ρόλο πλησιέστερο σε αυτόν του American Beauty, δείχνοντας μας πόσο έχει χαραμιστεί τα τελευταία χρόνια. Παρόλο που τόσο η έμπειρη Ναόμι Γουότς, όσο και ο μικρούλης Τζούντα Λιούις στο ρόλο του Κρις, είναι αμφότεροι πολύ καλοί, η ταινία στο δεύτερο μισό της, δεν αποφεύγει μια μικρή κοιλιά, καθώς η ροή της ελαττώνει ταχύτητα και το μοντάζ γίνεται λιγότερο νευρικό. Αφήνει εν μέρει στην άκρη τον κεντρικό ήρωα για να παρουσιάσει την Κάρεν και το γιο της. Από δω και μπρος παίρνει περισσότερο κοινωνική τροπή, αναλαμβάνει οδηγός το σενάριο, που με εμπνεύσεις και ανατροπές δίνει μια συγκινητική ανάταση, «λυτρωτική» τόσο για τους θεατές όσο και για τον κεντρικό χαρακτήρα.
Σημαντική προβληματική αγγίζει η ταινία, μέσα από τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα της. Υπάρχει άραγε συγκεκριμένος τρόπος να δείξει κάποιος τη θλίψη και τον πόνο της απώλειας; Κάποιος είναι κοινωνικά αποδεκτός και άλλος όχι; Όλα αυτά, το τι πραγματικά αισθανόταν ο Ντέιβις για τη γυναίκα του, τι αντιλαμβάνεται ο ίδιος και σε ποια δεδομένα και συναισθήματα έχει κλείσει προσωρινά την πόρτα, το αν λέει πάντα με αφοπλιστική ειλικρίνεια αυτό που σκέφτεται, καθώς και οι αναμνήσεις του που πέφτουν στοχευμένα με συγκεκριμένο τρόπο, υπόκεινται και σε ένα φίλτρο ψυχολογίας που θα ιντριγκάρει τον θεατή να τα αναλύσει.
Ο σκηνοθέτης Ζαν Μαρκ Βαγιέ, παρά τα δυνατά Dallas Buyers Club και Wild που προηγήθηκαν, στο Demolition αφήνει περισσότερο ελεύθερο το προσωπικό ύφος του να φανεί, χαρίζοντας μας ωραία πλάνα, άποψη και στιλ. Στη διεύθυνση φωτογραφίας συνεργάζεται ξανά με τον Ιβ Μπελανζέρ, που εκτός των δυο προαναφερθέντων εργάστηκε και στο Brooklyn. Ξεχωριστή μνεία και στον πρωτοεμφανιζόμενο μοντέρ Τζέι Γλεν. Το Demolition ανήκει στο είδος ταινιών που με τραβούν ως παρουσίαση, συνδυάζοντας το μυστήριο και το ψυχολογικό δράμα με μια απενοχοποιημένη ειλικρίνεια, ακόμα και κέφι, αλλά παρόλο που είναι αξιόλογη, χάνει στα σημεία τον τίτλο της εξαιρετικής ταινίας.
Τελικά να τη δω; Σίγουρα μια καλή πρόταση για αυτή την εβδομάδα. Ο Γκίλενχαλ μαγνητίζει άλλη μια φορά με την ερμηνεία του, ενώ η ταινία θα σας κρατήσει το ενδιαφέρον τόσο χάρη στη σκηνοθεσία της όσο και από την πλοκή της.
Fun trivia:
[toggle title=”Σημειώσεις και δηλώσεις συντελεστών (περιέχουν spoilers)”]
>> Συντελεστές:
Σκηνοθεσία: Jean-Marc Vallée
Σενάριο: Bryan Sipe
Παίζουν: Jake Gyllenhaal, Naomi Watts, Chris Cooper, Judah Lewis
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Yves Bélanger, C.S.C.
Μοντάζ: Jay M. Glen
>> Η αρετή της υπομονής (πως ξεκίνησε η ιδέα για την ταινία):
Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκονται η απώλεια, το πένθος και η μεταμόρφωση. Όντας ο ίδιος σε σταυροδρόμι, ο νεαρός σεναριογράφος Bryan Sipe ανέπτυξε μια ιστορία και ένα σενάριο που βασίστηκε στο δικό του δημιουργικό ταξίδι. «Πούλησα ένα σενάριο πολύ νωρίς στην καριέρα μου και μετά κατάλαβα πόσο δύσκολο ήταν να υλοποιηθεί κάτι» λέει ο Sipe. «Προσπάθησα διαφορετικούς χαρακτήρες και ιστορίες και είδη και κατέληξα να μην ξέρω πια τι λειτουργούσε. Τα παράτησα. Αλλά μέσα από αυτή την εμπειρία γεννήθηκε ο χαρακτήρας του Davis, ένας τύπος που δεν νιώθει πια τίποτα, που είναι μουδιασμένος και απαθής». Μέσα από αυτόν τον χαρακτήρα του Davis, o Sipe μπόρεσε να εκφράσει το δικό του δημιουργικό αδιέξοδο.
Μετά τον θάνατο της γυναίκας του ο Davis γίνεται κάποιος που λειτουργεί χωρίς συναίσθηση. Είναι απερίσκεπτος, αμεταμέλητος και ωμά ειλικρινής. Αποκτά εμμονή με την καταστροφή πραγμάτων καθώς αναζητά μια συναισθηματική αφύπνιση, στοιχείο που προήλθε από την εμπειρία του Sipe, ο οποίος ως έφηβος δούλευε σε κατεδαφίσεις. «Ήταν μια ιδέα που με οδήγησε σε διάφορες αποκαλύψεις. Επεξεργαζόμουν πώς λειτουργεί η ζωή, για να συνειδητοποιήσεις κάτι που είναι περίπλοκο, όπως οι σχέσεις και η απώλεια, πρέπει να αποσυναρμολογήσεις τα πράγματα, να δεις τι τα ενώνει και μετά να τα ξαναβάλεις όλα μαζί και να τα κάνεις πιο δυνατά» εξηγεί ο σεναριογράφος.
Ο Sipe θυμάται τις αρχικές δημιουργικές συναντήσεις με τον σκηνοθέτη. «Οι συζητήσεις μας ξεκίνησαν στο Skype γιατί μένει στο Μόντρεαλ. Ήταν ολοφάνερο ότι το σενάριο σήμαινε κάτι προσωπικό για αυτόν». O Sipe κατάλαβε ότι ο Vallée έχει πολύ συγκεκριμένα κριτήρια όταν επιλέγει τι ταινίες θα κάνει. Το ότι δέχτηκε να κάνει τη συγκεκριμένη ταινία αποδεικνύει ότι το σενάριο τον επηρέασε βαθιά.
Ο σκηνοθέτης σχολιάζει: «Προσπαθώ να βρίσκω τις σωστές ιστορίες με κάτι όμορφο μέσα τους, ανθρωπιά και ωραίους χαρακτήρες. Θέλω να με συγκινεί το σενάριο, να με εντυπωσιάζει. Είναι σπάνιο να σε συγκινήσει κάτι, να σε κάνει να σταματήσεις και να σκεφτείς για τη ζωή, πόσο ξεχωριστή είναι, πόσο πολύτιμη, πόσο όμορφη μπορεί να γίνει. Το σενάριο με επηρέασε. Το διάβασα μονομιάς. Ήταν αναπάντεχο, απρόβλεπτο, φρέσκο και αστείο, ανατρεπτικό, έξυπνο και πολύ συγκινητικό».
Τι λένε οι ηθοποιοί για τους χαρακτήρες τους:
>> Davis (Jake Gyllenhaal):
Όταν χάνει τη γυναίκα του, κάτι πυροδοτείται μέσα του και τον στέλνει σε μια διαφορετική διαδρομή από αυτή που είχε ακολουθήσει μέχρι τότε. Ο Gyllenhaal εξηγεί: «Νομίζω ότι είναι ένας τύπος που έχει ακολουθήσει όλους τους κανόνες… που είπε στον εαυτό του ότι πρέπει να παντρευτεί μέχρι την τάδε ηλικία, που πρέπει να βγάλει τόσα λεφτά μέχρι τότε. Ακολουθεί το μονοπάτι που του έχουν υποδείξει ως σωστό και είναι επιτυχημένος με πολλούς τρόπους. Έχει βγάλει χρήματα και έχει πέσει μέσα σε όλες τις παγίδες που θεωρούνται επιτυχίες. Αλλά, του λείπει ο πλούτος της πραγματικής ζωής. Νομίζω ότι η τραγωδία τον αφήνει ανοιχτό σε αυτά που έχει να προσφέρει η ζωή. Ως αποτέλεσμα, αναζητά τι είναι σωστό για αυτόν και να βρει ξανά τον εαυτό του».
>> Karen (Naomi Watts):
Η Karen μεγαλώνει μόνη τον γιο της, τον 14χρονο Chris, που είναι σκέτος μπελάς καθώς παλεύει και ο ίδιος με την ταυτότητα του. Η τιμιότητα και οι παραδοχές του Davis όπως διακρίνει στην αλληλογραφία τους, της ξυπνούν κάτι και έτσι αυτοί οι δύο ταλαιπωρημένοι άνθρωποι ξεκινούν ένα ταξίδι αποκαλύψεων. Η ηθοποιός εξηγεί:«Η Karen αιφνιδιάζεται από την ειλικρίνεια του Davis. Είναι περίπλοκος, αλλά της αρέσει πόσο ειλικρινής είναι. Την ιντριγκάρουν τα γράμματα που διαβάζει κάπως ξυπνάει και η ίδια. Είναι σαν να γράφει σε εκείνη. Ακουμπάει ένα κομμάτι της ψυχής της που είναι συναρπαστικό και επικίνδυνο. Νομίζω ότι και οι δύο είναι άνθρωποι που χρειάζονται γιατρειά, που πρέπει να ξυπνήσουν και αυτό συμβαίνει, όταν ο ένας συνδεθεί με τον άλλον. Είναι σαν να πρέπει να ξαναγεννηθούν και γίνονται ξανά παιδιά. Είναι πολύ γλυκό, τίμιο και αθώο».
Ο συμπρωταγωνιστής της προσθέτει: «Η Karen είναι το άτομο που εκτιμά τον Davis, που είναι λίγο τρελός και χαμένος. Ο Davis είναι ένα κουβάρι. Νομίζω ότι όταν κάποιος σε βλέπει για αυτό που είσαι, αυτό σε παρηγορεί».
>> Phil (Chris Cooper):
Ο πεθερός του Davis, είναι συντετριμμένος από τον θάνατο της κόρης του και προσπαθεί να ανασυνταχθεί πέφτοντας με τα μούτρα στη δουλειά. Αφοσιώνεται στη φιλανθρωπία στη μνήμη της κόρης του. Δυστυχώς, ο Davis δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ο Phil ανησυχεί πολύ για την εριστική συμπεριφορά του γαμπρού του. Ο Chris Cooper εξηγεί: «Ο χαρακτήρας μου έχει την αίσθηση ότι κανείς δεν πρόσεξε την κόρη του». Στην αρχή της ταινίας, ο Phil προσπαθεί να συμβουλέψει τον Davis λέγοντας του ότι καμιά φορά πρέπει να διαλύσει κάτι για να μάθει να το ξαναβάλει στη θέση του. Αλλά ο Phil δεν καταλαβαίνει ότι ο Davis παίρνει τη συμβουλή κυριολεκτικά. Παθαίνει εμμονή με όλα αυτά τα αντικείμενα και τα διαλύει προσπαθώντας να ηρεμήσει συναισθηματικά.
>> Chris (Judah Lewis):
Ο γιος της Karen, ο Chris επηρεάζει πολύ τον Davis. Όπως επισημαίνει ο Gyllenhaal: «Η σχέση του Davis με την Karen και τον γιο της του επιτρέπουν να είναι πραγματικά ειλικρινής. Το να παρακολουθεί έναν 14χρονο να παλεύει με τον εαυτό του και την ταυτότητα του και πώς ο κόσμος μπορεί να είναι σκληρός σε όποιον ψάχνει να βρει τον εαυτό του. Ο Chris είναι ο μεγαλύτερος δάσκαλος του Davis». Για τον Chris, η σχέση προσφέρει κάτι που δεν παίρνει από τη μητέρα του. Λέει ο Sipe: «Ο Davis γίνεται κάποιος που μπορεί να εμπιστευτεί. Βλέπει ότι αυτός ο τύπος δεν θα του πει ψέματα».
>> Τα γράμματα:
Καθώς προχωρά η πλοκή, ο Davis γράφει μια σειρά από γράμματα με παράπονα και εξομολογήσεις, τα οποία ξεκινάνε με τη βλάβη ενός αυτόματου πωλητή στο νοσοκομείο τη νύχτα που πεθαίνει η γυναίκα του. Είναι ξεκάθαρο ότι αυτά τα γράμματα λειτουργούν ως κάθαρση και απελευθέρωση για εκείνον. «Όσο τα γράφει, καταλήγει να βγάζει τα εσώψυχα του σε μια εταιρεία αυτόματων πωλητών. Μέσα σε μερικές εβδομάδες, αρχίζει μια φανταστική σχέση με την εταιρεία αυτή, τους λέει όλα τα πράγματα που νιώθει. Δεν ξέρει ότι κάποιος διαβάζει τις επιστολές και όταν η Karen τον βρίσκει, γίνονται φίλοι. Το σύμπαν τους φέρνει κοντά, καθώς συναντιούνται σε ένα παρόμοιο σημείο στις ζωές τους, όπου το έδαφος κάτω από τα πόδια τους τρέμει, και είναι σαν να κοιτάζονται σε έναν καθρέφτη. Αυτή η παράξενη αλληλογραφία καταλήγει να τους παρηγορεί. Ο πατέρας μου έλεγε ότι η δουλειά της τέχνης είναι να αναστατώνει τους βολεμένους και να παρηγορεί τους ανήσυχους. Ο Davis αποφασίζει ότι θα είναι ειλικρινής και ότι δεν έχει να χάσει κάτι, στ’ αλήθεια» λέει ο Gyllenhaal.
>> Ηθοποιοί με ταλέντο – Χαρακτήρες με προσωπικότητα (τι λέει ο ένας για τον άλλο):
Ο Vallée εντυπωσιάστηκε από τους ηθοποιούς και τη συνεργασία μαζί τους για να εξελιχθούν οι σκηνές. «Ο Jake και η Naomi έχουν μια φυσική χημεία. Είναι σαν παιδιά που παίζουν» αναπολεί ο σκηνοθέτης. «Είναι τόσο άνετοι με την υποκριτική, τον τρόπο που αντιδρά ο ένας στον άλλον και έχουν μια αγάπη για το υλικό και τους χαρακτήρες. Το τέλειο παράδειγμα είναι η σκηνή που μεταμορφώνουν έναν καναπέ σε οχυρό και βάζουν μια κουβέρτα πάνω από τα μαξιλάρια, κάθονται από κάτω με φακούς και διασκεδάζουν. Είχαν την άνεση να σπάσουν πλάκα και να αλλάξουν τις φωνές τους και να παίξουν με τις σκιές και τον φακό. Ήταν πανέμορφο και εκπληκτικό».
«Ο Jake έδωσε τα πάντα στον ρόλο, που ήταν απαιτητικός. Στη θεωρία, πάνω στο χαρτί, είναι κάτι άλλο. Στο γύρισμα, πώς να υποδυθείς κάποιον που υποδύεται ότι δεν νιώθει κάτι; Όλα έπρεπε να είναι ισορροπημένα και ανεπαίσθητα. Για να το κάνει αυτό κάποιος, δεν πρέπει να φοβάται να εξερευνήσει πολλά πράγματα. Ο Jake είναι ο ηθοποιός που δεν φοβάται να δοκιμάσει κάτι. Δεν έχω λόγια για την ερμηνεία του. Έχει συναισθηματική γκάμα, εκφράζεται με το σώμα του και προσπαθεί κάτι νέο και διαφορετικό, παίρνει ρίσκα, υπερβάλει μερικές φορές, επανέρχεται, συγκρατείται, τραγουδάει, χορεύει, δεν υπάρχει κάτι που δεν δοκίμασε στην ταινία. Ήταν χάρμα οφθαλμών να τον βλέπεις» λέει ο Vallée.
Ο νεαρός ηθοποιός Judah Lewis εμπνεύστηκε από τη συνεργασία αυτή. Οι σκηνές τους σφύζουν από γνήσιο συναίσθημα και τα μαθήματα του Jake αποδείχθηκαν ανεκτίμητα για τον Lewis. «Είναι φοβερό να συνεργάζομαι με κάποιον που έχει τόση εμπειρία, καμιά φορά ήμασταν στη μέση μιας σκηνής και έλεγε μια ατάκα με τον τρόπο που έπρεπε τη συγκεκριμένη στιγμή. Είναι πραγματικά ενδιαφέρον να δεις το ταξίδι όλων αυτών των χαρακτήρων και πώς αναπτύσσονται και πώς βρίσκουμε και οι ίδιοι τον εαυτό μας».
Ο Gyllenhaal θεωρεί ότι ο Judah είναι ορμητικός. «Είναι τολμηρός και έχει αυτοπεποίθηση, αυτό με ανακούφισε στο γύρισμα. Η ερμηνεία του ήταν φοβερή» σχολιάζει ο ηθοποιός. «Ο Judah Lewis ήταν αποκάλυψη στον ρόλο του Chris, του γιου της Karen. Αυτό το παιδί είναι ένας ροκ σταρ. Τόσο προικισμένος, αν και τόσο νέος. Φυσικό ταλέντο» επισημαίνει ο σκηνοθέτης.
Ο Gyllenhaal λέει για τη Watts: «Η Naomi εμπλέκεται και μπορεί να το πάει μακριά. Είναι συναρπαστικό συναίσθημα και την ίδια στιγμή τρομαχτικό. Αλλά, νομίζω ότι είναι και ο τρόπος που ο Davis αισθάνεται για την Karen. Ζει στη φαντασία του και μετά εμφανίζεται μπροστά του, αναζητώντας την αλήθεια και ταρακουνώντας ολόκληρο τον κόσμο του».
Ο Judah θυμάται συγκεκριμένες στιγμές με τη Naomi. «Ήταν πολύ ωραία συνεργασία γιατί είναι απίθανη ηθοποιός, ζει τη στιγμή και νιώθει ό,τι και ο χαρακτήρας και συμπεριφέρεται ανάλογα. Ήταν μεγάλη μου τιμή να δουλέψω μαζί της. Ελπίζω να έχω ξανά την ευκαιρία».
«Η Naomi Watts μετέδωσε μια ατίθαση τρυφερότητα στον ρόλο της μητέρας που μεγαλώνει μόνη της τον γιο της, αμφισβητώντας την ίδια της τη ζωή, ενώ προσπαθεί να βοηθήσει τον καινούριο της φίλο, τον Davis» λέει ο Vallée. «Ήταν ένας δύσκολος ρόλος με πολλές αποχρώσεις και τον υποδύθηκε με πολλή ανθρωπιά και ταπεινότητα. Ήταν περίπλοκο να γοητεύει χωρίς να γοητεύει, να είναι μητέρα και να προσπαθεί να τα κάνει όλα σωστά».
Ο Gyllenhaal ενθουσιάστηκε που συνεργάστηκε και πάλι με τον Chris Cooper. «Σε μια από τις πρώτες μου ταινίες, ο Chris Cooper υποδύθηκε τον πατέρα μου. Οπότε, σε αυτήν την ταινία, ήταν μια ευκαιρία να συνεργαστώ με κάποιον που θαύμαζα από μικρός. Είναι μεγάλη μου τιμή».
«O Chris Cooper είναι φανταστικός στον ρόλο του Phil. Ένας πραγματικός επαγγελματίας που ελέγχει την τέχνη του και την ίδια στιγμή είναι συναισθηματικός και ευάλωτος» λέει ο σκηνοθέτης. «Ήταν σκληρός και τρυφερός αντίστοιχα».
[/toggle]