Αφιερώματα

Τι σημαίνει Ντοκιμαντέρ

Το ντοκιμαντέρ στον 21ο αιώνα

Το ντοκιμαντέρ (ή αλλιώς ταινία τεκμηρίωσης) αποτελεί την σπουδή και την έρευνα πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα αποτυπωμένη σε φιλμ ή ψηφιακό μέσο. Ο χαρακτήρας του μπορεί να ποικίλλει από εκπαιδευτικό και παιδαγωγικό, σε πολιτισμικό, ηθικοπλαστικό, εθνογραφικό, επιστημονικό, κοινωνικό, ιστορικό, πολιτικό ή εξειδικευμένο σε μια πτυχή ανθρώπινης δραστηριότητας (για παράδειγμα αθλητικό ή μουσικό). Ο χρόνος ενός ντοκιμαντέρ επίσης μπορεί να διαφέρει και να ασχολείται με το παρελθόν, το παρόν ή το μέλλον.

Το ντοκιμαντέρ μπορεί να ασχολείται με το όλο ή το μέρος: Μπορεί να είναι μια ταινία αστρονομίας που εξηγεί την αρχή του σύμπαντος και τους μακρινούς γαλαξίες, αλλά μπορεί να παρουσιάζει την καθημερινή ζωή μιας συγκεκριμένης οικογένειας, μιας φυλής με δικά της ήθη και έθιμα στην κεντρική Αυστραλία. Θα μπορούσε εναλλακτικά να είναι ένα ντοκιμαντέρ για το πως κατασκευάστηκε ή σχεδιάστηκε αρχιτεκτονικά ένα συγκεκριμένο κτίριο π.χ. ένας ουρανοξύστης στη Νέα Υόρκη. Ακόμα, θα μπορούσε να είναι ένα ντοκιμαντέρ για το πως γυρίστηκε μια άλλη ταινία -ακόμα και ένα άλλο ντοκιμαντέρ!

O συγκεκριμένος τομέας είναι ιδιαίτερα δυναμικός και έχει συνεχόμενη εξέλιξη. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα παρουσιάζει παγκοσμίως ιδιαίτερη άνθιση, όπως και στη χώρα μας. Την θεματολογία τους την αντλούν από τα ζητήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο: η οικονομική κρίση, ο πόλεμος και η φτώχεια, το περιβάλλον και η μόλυνση του, η μάστιγα του AIDS, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, η πολιτική άνοδος της ακροδεξιάς, η βία κατά γυναικών ή απλές καθημερινές ιστορίες.  Είναι όλες όμως αυτές οι ταινίες ντοκιμαντέρ και πως τις αξιολογούμε;

Πολλά ζητήματα έχουν δημιουργηθεί κατά καιρούς για τον σκοπό του ντοκιμαντέρ αλλά και την αξιολόγηση του. Πως ενσωματώνονται και χρησιμοποιούνται τα σύγχρονα εφέ; Είναι τελικά το ντοκιμαντέρ τέχνη; Μέχρι πιο σημείο είναι επιθυμητή η δραματοποίηση του θέματος του; Είναι λειτούργημα; Είναι (για ορισμένους) μια επέκταση της δημοσιογραφίας; Πρέπει ένα ντοκιμαντέρ να παίρνει άποψη και αν ναι μπορεί να εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα ως και να καταντά ‘στρατευμένο‘; Επιτρέπεται το ντοκιμαντέρ να κάνει διαφήμιση, άμεση ή έμμεση, να κατευθύνει ή να αποπροσανατολίζει το κοινό; Μπορεί να μελετά μεμονωμένες περιπτώσεις ενός δείγματος και πως μπορεί να αξιολογηθεί η αντικειμενικότητα και η ορθότητα όσων αναφέρει;

Ορισμοί και Ιστορική Αναδρομή:

Το ντοκιμαντέρ είναι είδος κινηματογραφικής ταινίας που πραγματεύεται ιστορικά, πολιτικά, καλλιτεχνικά ή άλλα θέματα, για την παρουσίαση των οποίων βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά και αποδεικτικά στοιχεία  (ορισμός: Βικιπαίδεια).

To όνομα του, το ντοκιμαντέρ, το πήρε από το ρήμα document (καταγράφω) εφόσον στόχος του είναι να καταγράψει και να αποτυπώσει πτυχές της πραγματικότητας, δημιουργώντας κατά κάποιο τρόπο ένα ιστορικό αρχείο. Ο όρος αποδίδεται στον Τζον Γκρίερσον και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για να περιγράψει την ταινία του Ρόμπερτ Φλάερτι Moana (1926). Ο Γκρίερσον όρισε το ντοκιμαντέρ ως την «καλλιτεχνική αναπαράσταση της πραγματικότητας». Η ιστορία του είδους ξεκινά ωστόσο από τα τέλη περίπου του 19ου αιώνα, όταν προβάλλονται οι πρώτες ταινίες που σήμερα μπορούν να καταχωρηθούν στα ντοκιμαντέρ.

Το ντοκιμαντέρ ως έννοια είναι απόλυτα συνυφασμένο με την έννοια του σινεμά. Ας μην ξεχνάμε ότι ως ‘πρώτοι ντοκιμαντερίστες‘ θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι αδερφοί Λιμιέρ που εφηύραν τον κινηματογράφο. Τα πρώτα πλάνα που αποτύπωσαν σε φιλμ -όπως η περίφημη εικόνα του τρένου που μπαίνει στο σταθμό, ήταν καθημερινές εικόνες της τότε εποχής.

To 1922 προβάλλεται η ταινία ‘Ο Νανούκ του Βορρά‘ (επίσης του Φλάερτι) ένα εθνολογικό ντοκιμαντέρ, που θεωρείται η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία τεκμηρίωσης στην ιστορία του σινεμά. Ήδη από τον Νανούκ του Βορρά τίθεται το ερώτημα τι είναι πραγματικό και τι όχι σε ένα ντοκιμαντέρ. Αποδείχθηκε ότι ο Φλάερτι είχε «στήσει» τους χαρακτήρες του, δημιουργώντας ταυτόχρονα και το πρώτο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ (docudrama) στην ιστορία.

Χωρισμένα ανά περιόδους και ρεύματα έχουμε την πρώιμη περίοδο, από τους αδερφούς Lumière που κινηματογραφούν το τρένο να μπαίνει στο σταθμό στις απαρχές του 1900 μέχρι το 1920, όπου ξεχωρίζει το ‘South’ (1919), η σπουδή του Frank Hurley  στην αποτυχημένη προσπάθεια στην Ανταρκτική του Ernest Shackleton το 1914. Από το 1920 έως τη δεκαετία του 1940 αναπτύσσεται η λεγόμενη Ρομαντική περίοδος (Romanticism) στην οποία συγκαταλέγεται και ο Νανούκ του Βορρά του Φλάερτι.

Τα λεγόμενα City Symphony ντοκιμαντέρ που θέλησαν να καταδείξουν τον άνθρωπο μέσα στο περιβάλλον του με χαρακτηριστικό το Berlin, Symphony of a City του Walter Ruttmann που κατά τον Γκρίερσον αντιπροσωπεύει όλα όσα ένα ντοκιμαντέρ δεν πρέπει να είναι.

Το ρεύμα Kino-Pravda πήρε το όνομα του από τις σειρές Soviet Kino-Pravda του Dziga Vertov. Το Kino-Pravda -σε μετάφραση «η κινηματογραφική αλήθεια») αντιπροσωπεύει ότι οι δυνατότητες της κάμερας, οι γωνίες λήψης, τα χρονικά κενά, το slow motion και το fast forward ή το stop motion (πάγωμα εικόνας), μπορούν να απεικονίσουν την αλήθεια καλύτερα από το ανθρώπινο μάτι.

Τέλος, το λεγόμενο Newsreel tradition θέλει τον κάμεραμαν να φτάνει στη στην τοποθεσία που έλαβε χώρα η δράση και να αναπαράγει τα γεγονότα και τις σκηνές για να τις κινηματογραφήσει. Τις επόμενες δεκαετίες 1920 έως 1940 λόγω και των παγκόσμιων πολέμων έχουμε την εισαγωγή προπαγάνδας στα ντοκιμαντέρ. Από αυτή την περίοδο σημαντική είναι η συγκέντρωση πολλών ντοκιμενταριστών στη Βρετανία, με πρωτοστάτη φυσικά τον  Γκρίερσον, ένα κίνημα που έμεινε γνωστό ως Documentary Film Movement.

Παιδιά της προπαγάνδας και τα μετέπειτα ντοκιμαντέρ των δεκαετιών 1960 και 1970 που έμειναν γνωστά ως Political Weapons, μελετούν και καταγράφουν την εισροή του καπιταλισμού και του νεοαποικιακού κλίματος αλλά και των στρατοκρατούμενων δικτατορικών καθεστώτων της Λατινικής Αμερικής με πιο χαρακτηριστικό το The Hour of the Furnaces των  Getino και Solanas (1968) ενώ ορισμένα αργότερα με πιο εσωστρέφεια κατακρίνουν τις ΗΠΑ για το Βιετνάμ. Παράλληλα, από τις αρχές του 1950 η εξέλιξη της τεχνολογίας επιτρέπει το Cinéma-vérité ή τον παρεμφερή όρο ‘άμεσο σινεμά΄(direct cinema) που προσπαθεί να μεταφέρει τα στούντιο στους εξωτερικούς χώρους. Χρησιμοποιώντας μικρότερες, εύκολες στη μεταφορά κάμερες εισάγοντας τεχνητό φως και κινητές μονάδες καταγραφής ήχου επιτρέπει να γίνουν μεγάλες παραγωγές και εκτός πλατό, αναφέροντας χαρακτηριστικά τον όρο shooting on location. Άξιο δείγμα το Les raquetteurs (1958) των Brault και Groulx γυρισμένο στο Κεμπέκ έχει συγχρονισμένους διαλόγους καταργώντας την μέθοδο της Αφήγησης που κατά κανόνα χρησιμοποιούταν ως τότε.

[Tip: Στο 16ο ΦΝΘ στα πλαίσια του αφιερώματος στον Peter Wintonick προβάλλεται το Σινεμά Βεριτέ: Defining the Moment]

Ντοκιμαντέρ ή ταινία Μυθοπλασίας

To ντοκιμαντέρ πλέον χρησιμοποιεί πολλά σύγχρονα μέσα, όπως το animation για την καλύτερη παρουσίαση του θέματος του. Το φετινό ‘the Missing Picture’ όπου ο Rithy Panh μπλέκει μικρές μπογιατισμένες φιγούρες αγαλματιδίων με τα υπόλοιπα πλάνα του,   δεν προτάθηκε καν για όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ αλλά για όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας! Να σημειώσουμε ότι το the Missing Picture προβάλλεται και στο 16ο ΦΝΘ. Το ‘the Arbor‘ (2010) της σκηνοθέτιδος του Selfish Giant, Clio Barnard , είναι ουσιαστικά ένα δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με ηθοποιούς, όπου όμως δεν ακούγονται οι φωνές των ηθοποιών αλλά όταν ανοιγοκλείνουν το στόμα τους ακούγονται ηχογραφημένες συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών της πραγματικής ιστορίας.

Η λεπτή σχέση ανάμεσα στο τι είναι πραγματικό και τι ‘ψεύτικο’ απασχολεί τον κόσμο του ντοκιμαντέρ μέχρι σήμερα. Αυτό το περιβόητο «based on a true story» για το οποίο με ακούτε συχνά να γκρινιάζω! Άραγε πόσο απέχει ένα ντοκιμαντέρ που είναι γυρισμένο με τρόπο κινηματογραφικό από μια ταινία που είναι γυρισμένη με τους κανόνες του ντοκιμαντέρ;  Για παράδειγμα, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ στην ταινία του Bernie (2011) αφηγείται μια πραγματική ιστορία δίνοντας τους κεντρικούς ρόλους σε ηθοποιούς και χρησιμοποιώντας για όλους τους περιφερειακούς ρόλους τους ανθρώπους που πραγματικά έζησαν τα γεγονότα. Παράλληλα, αφηγείται το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας μέσω προσωπικών συνεντεύξεων κάνοντας την να μοιάζει όλο και περισσότερο με ντοκιμαντέρ. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα φυσικά δεν είναι άλλο από το «επίτευγμα» του Blair Witch Project (1999), μια ταινία τρόμου -καθαρόαιμης μυθοπλασίας- η οποία είχε προμοταριστεί σαν ντοκιμαντέρ, με αποτέλεσμα για μήνες αρκετοί Αμερικάνοι θεατές να πιστεύουν ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία!

Συναφείς έννοιες: Ρεπορτάζ, Ειδικές Εκπομπές – Αφιέρωμα, Έρευνα

Στα τηλεοπτικά κανάλια δημοσιογράφοι ή παρουσιαστές συχνά αναλαμβάνουν θεματικές έρευνες οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις αν προβάλλονταν ως ταινίες θα μπορούσαν κάλλιστα να θεωρηθούν ντοκιμαντέρ. Ενδεικτικά, οι Γκρίζες Ζώνες / Φάκελοι του Αλέξη Παπαχελά, οι Πρωταγωνιστές του Θεοδωράκη.

Όσο τα ντοκιμαντέρ αποκτούσαν φανατικό κοινό δημιουργήθηκαν κανάλια εξειδικευμένα σε αυτά, όπως το National Geographic, το Animal Planet, το History Channel ή το Discovery. Μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα επίσης επένδυσαν σε αυτόν τον τομέα έχοντας σήμερα δημιουργήσει μεγάλο όνομα στο χώρο, όπως οι παραγωγές του BBC.

Γνωστές μορφές των ντοκιμαντέρ (προσωπικότητες)

Ο πιο δημοφιλής ντοκιμενταρίστας από τα παιδικά μας χρόνια (ας είναι καλά η τότε ‘Εκπαιδευτική Τηλεόραση‘ της ΕΡΤ) δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Ζακ-Υβ Κουστώ (1910-1997). Πρωτοπόρος εξερευνητής, αλλά και δεινός δύτης και ευφυέστατα εφευρετικός: Το 1936 κατασκεύασε την πρώτη μάσκα καταδύσεων, ενώ αργότερα το 1943 με τη συμβολή και του Εμίλ Γκανιάν έφτιαξαν την πρώτη ολοκληρωμένη στολή αυτόνομης κατάδυσης. Συντέλεσε στη δημιουργία της Γαλλικής Ωκεανογραφικής Υπηρεσίας και από το 1950 με το ναρκαλιευτικό σκάφος «Καλυψώ» που μετέτρεψε σε εξερευνητικό άρχισε να οργώνει τις θάλασσες καταγράφοντας τη θαλάσσια ζωή, τον ωκεανό και αμέτρητα ναυάγια. Ανάμεσα στα ταξίδια του εξερεύνησε και τις θαλάσσιες περιοχές της Σαντορίνης και της Κρήτης (ερευνώντας τη Χαμένη Ατλαντίδα) και έφερε στο φως τον περίφημο μηχανισμό των Αντικυθήρων, ενώ ανακάλυψε και το κουφάρι του «Βρετανικού». Γύρισε εκατοντάδες ντοκιμαντέρ και βραβεύτηκε με δυο όσκαρ για τον Σιωπηλό Κόσμο (1956) και τον Κόσμο χωρίς ήλιο (1964).

Ακόμα και μετά τον Κουστώ, οι σύγχρονοι Γάλλοι ντοκιμενταρίστες παραμένουν πολύ μπροστά σε ποιότητα εικόνων αλλά και έμπνευσης. Σημαντικά δείγματα ο Μικρόκοσμος (Microcosmos: Le peuple de l’herbe, των Nuridsany και Pérennou, 1996) και το Ταξίδι του Αυτοκράτορα (La marche de l’empereur του Luc Jacquet, 2004) μοιάζουν να μετατρέπουν τα ζώα σε ηθοποιούς και να σκηνοθετούν τις δυνάμεις της φύσης.

Συνδυασμός τέχνης, διαδοχής δυνατών εικόνων και μουσικής, η συνεργασία του σκηνοθέτη Γκόντφρεϊ Ρέτζιο με τον μουσικό συνθέτη Φίλιπ Γκλας καταφέρνουν να πουν πολλά χωρίς υποψία διαλόγου στα Koyaanisqatsi – Powaqqatsi.

Περισσότερο τηλεπερσόνα ο Αυστραλός Στιβ Ιργουιν έμεινε γνωστός για τα απίστευτα ριψοκίνδυνα σόου και τις εκφράσεις του στα ντοκιμαντέρ του δίπλα σε άγρια ζώα, ενώ είχε προκαλέσει σοκ στο κοινό όταν άφηνε το μωρό του κοντά σε κροκόδειλους. Τελικά βρήκε ξαφνικό θάνατο όταν τρύπησε την καρδιά του η ουρά από ένα θαλάσσιο σαλάχι.

Στις ΗΠΑ  ο πιο γνωστός ντοκιμενταρίστας δεν μπορεί να είναι άλλος από τον προκλητικό Μάικλ Μουρ. Ο Μουρ που μετέτρεψε συχνά την έννοια του ‘επιθετικού ρεπόρτερ’ σε «τέχνη»! Έχει ασκήσει έντονη κριτική αλλά του έχει ασκηθεί ομοίως και στον ίδιο, κυρίως για τις τακτικές του. Γνωστά του έργα το Fahrenheit 9/11 (2004), Sicko (2007), Bowling for Columbine (2002).

Στο ίδιο ύφος αποκαλύψεων ξεκίνησε την πορεία του και το Zeitgeist του Peter Joseph, που διαδόθηκε πολύ γρήγορα, κυρίως μέσω ίντερνετ και βρήκε πολλούς ακόλουθους δημιουργώντας από μόνο του ένα νέο ρεύμα ντοκιμαντέρ. Τα περισσότερα από αυτά κυκλοφορούν ευρέως στο διαδίκτυο αλλά πολλές φορές όμως βασίζονται σε αυθαίρετες υποθέσεις, ανακρίβειες και  συνομωσιολογίες και βγάζουν αναπόδεικτα συμπεράσματα προκαλώντας τουλάχιστον παραπληροφόρηση στους θεατές.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *