ΘΕΜΑΤΑΣυνεντεύξεις

Παρέα με τον Φρανσίσκο Βαρόνε στον «Δρόμο για το Λα Παζ»

Από την Αργεντινή έρχεται μία από τις πιο ανθρώπινες κινηματογραφικές ιστορίες για τη διαφορετικότητα και τον σεβασμό προς τους ανθρώπους από διαφορετικό υπόβαθρο ή με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις. Πρόκειται για ένα θέμα που τα τελευταία χρόνια έχει απασχολήσει τον πλανήτη (και κυρίως τους τελευταίους μήνες με την απαγόρευση του μπουρκίνι σε γαλλικές παραθαλάσσιες πόλεις).A_99048 copy

Ο Φρανσίσκο Βαρόνε είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας «Ο Δρόμος για το Λα Παζ», μίας από τις καλύτερες ταινίες που είδαμε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (η ταινία κέρδισε Χάλκινο Αλέξανδρο). Στη Θεσσαλονίκη συναντήσαμε και τον σκηνοθέτη, ο οποίος μίλησε στους Cinepivates για την ταινία του (που από την 1η Σεπτεμβρίου θα προβάλλεται στις αίθουσες).

– Αυτή είναι η πρώτη σας ταινία. Μιλώντας μετά την προβολή στο Ολύμπιον, είπατε ότι σας ενέπνευσαν πραγματικά περιστατικά. Μπορείτε να μιλήσετε για αυτές τις εμπειρίες σας;

– Η ιδέα για την ταινία μου ήρθε το 2001, με την τεράστια οικονομική κρίση στην Αργεντινή. Ήμουν 23 ετών και οι φίλοι μου και εγώ ήμασταν άνεργοι. Είχα έναν φίλο μεγαλύτερης ηλικίας που είχε ένα αυτοκίνητο και το χρησιμοποιούσε ως ιδιωτικό ταξί, δηλαδή χρέωνε για να πάει τους ανθρώπους από το ένα μέρος στο άλλο. Επίσης, περνούσε τις ημέρες του ως άνεργος στο σπίτι και την ίδια στιγμή η σύζυγός του δούλευε, επομένως οι παραδοσιακοί ρόλοι είχαν αντιστραφεί. Το σημείωσα αυτό και σκέφτηκα ότι κάποτε θα κάνω κάτι γι’ αυτό, μου έδωσε ιδέες. Επτά – οκτώ χρόνια μετά άρχισα να γράφω ένα σενάριο για έναν τύπο που ήταν άνεργος και που ξεκίνησε να δουλεύει ως ταξιτζής. την ίδια εβδομάδα συνάντησα έναν παλιό μου φίλο που μου είπε ότι είχε ασπαστεί το Ισλάμ, κάτι που είναι αρκετά ασυνήθιστο στην Αργεντινή. Με κάλεσε σε μία θρησκευτική συνάντηση. Συναντιόντουσαν κάθε Σάββατο σε ένα μικρό σπίτι. Πήγα εκεί και μου σέρβιραν φαγητό και μετά διάβασαν αποσπάσματα από το Κοράνι. Ο σεΐχης -ο αρχηγός της ομάδας- μιλούσε για πράγματα που έχουν σχέση με την πνευματικότητα. Πήγαινα σε συναντήσεις βουδιστών εκείνη την περίοδο και παρατήρησα ότι και οι δύο ομάδες έλεγαν πάνω – κάτω τα ίδια πράγματα, οπότε σκέφτηκα ότι ίσως υπάρχει κοινή βάση για κάθε θρησκεία. Στη συνέχεια, υπήρχε μία έντονη και προσωπική ιεροτελεστεία. Εγώ παρακολουθούσα και μου ζήτησαν να συμμετάσχω, κάτι που έκανα μετά τον αρχικό δισταγμό, όπως κάνει και ο ήρωας της ταινίας μου. Η εμπειρία ήταν πολύ συγκινητική και ήθελα να την εντάξω στο σενάριο που είχα ξεκινήσει να γράφω. Είχα ως ήρωα έναν άνεργο που γίνεται ταξιτζής και που μεταφέρει έναν ηλικιωμένο, αλλά δεν ήξερα ποιος θα ήταν αυτός ο ηλικιωμένος. Έτσι, σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να είναι μουσουλμάνος.

Η δεύτερη εμπειρία που με ενέπνευσε ήταν ένα ταξίδι με το αυτοκίνητο που έκανα με την κοπέλα μου. Δεν επρόκειτο για χαλαρωτικές διακοπές, αλλά για μια τρελή περιπέτεια, ένα ταξίδι βγαλμένο από ταινία τρόμου. Πολλά από τα πράγματα που μας συνέβησαν ενσωματώθηκαν στην ταινία, όπως η προσπάθειά μας να διασχίσουμε ένα ποτάμι στην Βολιβία και το αμάξι να βουλιάζει ή η γνωριμία μας με τον ιδιοκτήτη ενός εστιατορίου, ο οποίος έπαιζε κιθάρα και στη συνέχεια χρέωνε τους πελάτες για το σόου. Αυτός ο τύπος έπαιζε τραγούδια από το ροκ συγκρότημα Vox Dei και αυτό κατέληξε να είναι το σάουντρακ της ταινίας -ήταν λες και αποφάσιζε η μοίρα.

– Υπάρχουν αρκετά κωμικά στοιχεία στην ταινία. Ήταν κάτι που είχατε σχεδιάσει από την αρχή; Για παράδειγμα, η σκηνή με το αμάξι στο ποτάμι υποθέτω ότι έπρεπε να είναι αστεία, αλλά οι θεατές γέλασαν και στην σκηνή με την ισλαμική ιεροτελεστία, που κατά τα άλλα είναι μια σοβαρή σκηνή. Ήταν αυτή η πρόθεσή σας;

– Μου αρέσει να κάνω τους ανθρώπους να γελάνε και σίγουρα αυτή είναι μία από τις προθέσεις της ταινίας. Αλλά δεν σκέφτηκα ποτέ ότι θα είναι μία υπερβολικά κωμική ταινία, όπου οι θεατές θα γελάνε κάθε δύο λεπτά. Σκέφτηκα απλά ότι χρειαζόμουν μια-δυο κωμικές στιγμές εδώ και εκεί, για να μην είναι η ταινία υπερβολικά σοβαρή. Ο πρωταγωνιστής, ο Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα είναι πολύ καλός στην κωμωδία και ήξερα ότι θα ήταν πολύ καλός συνεργάτης. Με βοηθούσε όταν ένιωθα ότι οι ατάκες του έπρεπε να είναι πιο κωμικές. Αλλά υπάρχουν αρκετές σκηνές στην ταινία, όπου δεν φαντάστηκα ποτέ ότι οι θεατές θα γελούσαν, όπως στην ισλαμική ιεροτελεστεία, την οποία θεωρώ ως προσωπική πνευματική εμπειρία. Τη γύρισα πολύ σοβαρά, σκεπτόμενος ότι οι θεατές θα αντιληφθούν κάτι νέο για τη ζωή, αλλά εκείνοι γέλασαν. Ίσως να πήραν το μήνυμα μέσω του γέλιου, ποιος ξέρει; (γέλια)

lapaz

– Αυτό που μου άρεσε πολύ στην ταινία είναι το πώς χειρίζεται θέματα όπως η αποδοχή και ο σεβασμός των απόψεων των άλλων ή της θρησκείας τους. Δεν ξέρω πώς είναι τα πράγμτα στην Αργεντινή, αλλά τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις ΗΠΑ, αυτό είναι κάτι που πολλοί μοιάζουν να ξεχνούν. Ποιο είναι το σχόλιό σας γι’ αυτό; 

– Ξέρεις δεν ήταν αυτή η αρχική μου πρόθεση. Δεν γράφω ποτέ έχοντας συγκεκριμένες προθέσεις στο μυαλό μου για το τι θα πρέπει να είναι τελικά η ταινία. Απλά γράφω και τα πράγματα αργά εξελίσσονται. Συμφωνώ ότι δεν υπάρχει σεβασμός και ότι υπάρχει προκατάληψη εναντίον οποιουδήποτε είναι διαφορετικός, είτε αυτό αφορά τη θρησκεία, είτε το χρώμα του δέρματος, είτε την κοινωνική τάξη. Δεν δίνουμε στους ανθρώπους την ευκαιρία να μας δείξουν ποιοι είναι πραγματικά. Προτιμάμε να μένουμε στην ζώνη της ασφάλειάς μας και να μην ανοιγόμαστε στους άλλους. Στη ζωή μου έμαθα πολύ σημαντικά πράγματα από ανθρώπους που ήταν πολύ διαφορετικοί από εμένα και αυτοί είναι οι καλύτεροι για να σε διδάξουν, καθώς έχουν διαφορετικές εμπειρίες, διαφορετικές ζωές και διαφορετικούς τρόπους να κοιτάζουν τα πράγματα. Νομίζω ότι αυτός ο διαφορετικός τρόπος να βλέπεις τους άλλους γίνεται φανερός στο σενάριο και είμαι πολύ χαρούμενος για αυτό.

– Ένα άλλο ζήτημα στην ταινία είναι η σχέση που αναπτύσσουν οι δύο πρωταγωνιστές που θυμίζει τη σχέση πατέρα – γιου. Πώς εργαστήκατε με τους ηθοποιούς σας πάνω σε αυτό; 

– Για μένα αυτό ήταν το πιο βασικό κομμάτι της ταινίας. Ανησυχούσα για το ποιοι θα ήταν αυτοί οι δύο άνθρωποι και πώς θα δένονταν μεταξύ τους. Η σχέση τους έπρεπε να ξεπερνά το επίπεδο της υποκριτικής. Ο Ροντρίγκο ήταν μαζί μου από την αρχή και μαζί ψάξαμε για τον συμπρωταγωνιστή. Κάναμε εκτεταμένο casting σε πολλές επαρχίες της Αργεντινής, αναζητώντας έναν ηλικιωμένο που να ήταν άνγωστος και καλός ηθοποιός. Αυτό αποδείχθηκε πολύ δύσκολο. Σε κάποια στιγμή, απελπισμένος για βοήθεια, τηλεφώνησα σε μία πολύ έμπειρη υπεύθυνη κάστινγκ και εκείνη μου είπε: «Έχω τον άνθρωπό σου, ζει στο Μεντόζα», μία περιοχή πολύ μακριά από το Μπουένος Άιρες. «Είναι ο καλύτερος θεατρικός ηθοποιός, αλλά δεν του αρέσει να γυρίζει ταινίες. Τηλεφώνησέ του και δες πώς θα πάει». Έτσι, του τηλεφώνησα και του έστειλα το σενάριο και ταξίδεψα μέχρι εκεί με αεροπλάνο για να τον συναντήσω και αισθάνθηκα ότι ήταν ο κατάλληλος. Του άρεσε το σενάριο και οι χαρακτήρες, αλλά δεν ήταν σίγουρος εάν ήθελε να κάνει την ταινία.

road-to-la-paz-camino-de-la-paz

-Επομένως έπρεπε να τον πείσετε…

– Τηλεφώνησα στον Ροντρίγκο και πέταξε και αυτός στη Μεντόζα και συναντηθήκαμε και οι τρεις μας. Όταν έφτασε ο Ροντρίγκο, ο Ερνέστο -ο ηλικιωμένος- και εγώ πήγαμε να τον παραλάβουμε με ένα παλιό, κατεστραμένο αμάξι και ο Ερνέστο οδηγούσε. Μόλις ο Ροντρίγκο μπήκε μέσα, κάθισε μπροστά και εγώ πίσω και άρχισαν να μιλάνε. Ο Ροντρίγκο ζήτησε από τον Ερνέστο ένα τσιγάρο και ο Ερνέστο άνοιξε το πακέτο του για να του προσφέρει ένα, αλλά ο Ροντρίγκο αρνήθηκε επειδή στο πακέτο είχε μείνει μόνο ένα. Ο Ερνέστο πρότεινε να το μοιραστούν και άρχισαν να μιλούν για θέατρο και το τσιγάρο περνούσε από τον έναν στον άλλο (υπάρχει μια παρόμοια σκηνή στην ταινία) και τότε κατάλαβα ότι επικοινωνούσαν. Μείναμε δύο μέρες στο σπίτι του Ερνέστο, μαγειρεύαμε σπιτικά ζυμαρικά και νιόκι και ο Ερνέστο έδωσε στον Ροντρίγκο μια κιθάρα και ο Ροντρίγκο έπαιζε κιθάρα, ο Ερνέστο τραγουδούσε και ερχόντουσαν και οι γείτονες. Σε δύο μόλις μέρες ήρθαμε πολύ κοντά. Επομένως, η σχέση μας ξεκίνησε δύο μήνες πριν τα γυρίσματα και εξελίχθηκε πολύ ομαλά στη διάρκεια των γυρισμάτων.

– Από αυτά που μου λέτε, φαίνεται ότι η ταινία χρειάστηκε πολύ χρόνο για να ολοκληρωθεί. Σας αρέσει να παίρνετε τον χρόνο σας όταν δουλεύετε ή απλά έτυχε; 

– Αυτή ήταν η πρώτη μου ταινία και τα πράγματα ήταν δύσκολα, οπότε έτυχε να γίνει έτσι. Όσο δούλευα το σενάριο είχα και μία άλλη δουλειά, οπότε αυτό δεν ήταν ένα πρότζεκτ πάνω στο οποίο εργαζόμουν full time. Και περίμενα την κατάλληλη στιγμή, επομένως δεν είχα άγχος να ξεκινήσω γυρίσματα. Αλλά στο μέλλον ελπίζω ότι θα παίρνω τον χρόνο μου για να γράφω, ίσως έξι μήνες, ένα ή δύο χρόνια, δεν ξέρω. Αλλά θα μου άρεσε να έχω την ευκαιρία να μην ξοδεύω τόσο πολύ χρόνο ανάμεσα στις ταινίες. Αλλά ποτέ δεν ξέρεις και ότι και να γίνει θα είναι εντάξει. Δεν βιάζομαι να γυρίσω μια δεύτερη ταινία, ούτε βιάζομαι να χτίσω μια καριέρα. Κάνω ένα βήμα τη φορά.

A_99047 copy

– Άρα να υποθέσω ότι δεν έχετε αρχίσει να σκέφτεστε κάποιο νέο πρότζεκτ; 

– Προσπαθώ να μην το σκέφτομαι. Λέω στον εαυτό μου ότι πρέπει να ξεκουραστώ, πρέπει το μυαλό μου να χαλαρώσει, αλλά δεν μπορείς να ελέγξεις πραγματικά το μυαλό σου, οπότε, ναι, έχω ξεκινήσει να γράφω κάτι καινούριο. Οι ιδέες έρχονται και πρέπει να τις σημειώνεις κάπου. Εάν έχω χρόνο θα καθίσω να γράψω ένα δεύτερο σενάριο. Και αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι θα το κάνω ταινία. Ίσως το γράψω, το διαβάσω και δεν θα μου αρέσει, ίσως ξεκινήσω από την αρχήμε μία δεύτερη ιδέα.

– Πρέπει να σας πω ότι λατρεύω το σινεμά της Αργεντινής. 

– Ευχαριστούμε.

– Ειδικά το γεγονός ότι δεν ξέρω πώς τα καταφέρνετε! (γέλια) Φαίνεται ότι μπορείτε να αφηγηθείτε ανθρώπινες ιστορίες εξαιρετικά καλά και αναρωτιόμουν. Πώς τα καταφέρνετε; 

  • Είναι καλή ερώτηση. Φυσικά, η απάντηση είναι δεν ξέρω. Αλλά έχω δει πολλές ενδιαφέρουσες και βαθιά αργεντίνικες ταινίες τα τελευταία 15 χρόνια. Λουκρέσια Μαρτέλ, Λισάντρο Αλόνσο… Υπάρχουν πολλοί καλοί σκηνοθέτες που μπορούν να μελετήσουν την ανθρωπιά και να την εκφράσουν με τρόπο όμορφο και γεμάτο ενδιαφέρον. Ελπίζω ότι θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε κατ’ αυτόν τον τρόπο. Δεν ξέρω εάν έχει σχέση με τις κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές συνθήκες στη χώρα.

– Έχει σχέση με το πώς διδάσκεται ο κινηματογράφος στην Αργεντινή; 

– Εγώ σπούδασα σε σχολή κινηματογράφου και τώρα διδάσκω σε διαφορετικές σχολές. Υπάρχουν κάνα δυο σχολές στην Αργεντινή που είναι πολύ καλές για να σπουδάσεις την τέχνη του σινεμά. Υπήρχαν πολλές εμπορικές ταινίες τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 που επαναλάμβαναν την ίδια φόρμουλα με δημοφιλείς ηθοποιούς, αλλά χωρίς ιδιαίτερη ουσία. Υπήρχαν καλοί σκηνοθέτες, αλλά οι περισσότεροι ενδιαφέρονταν για τις εμπορικές ταινίες. Ίσως αυτό που συμβαίνει τώρα να είναι αντίδραση σε αυτήν την περίοδο του αργεντίνικου κινηματογράφου -η προσπάθεια να κάνεις ενδιαφέρον σινεμά, αλλά με ισχυρό και γεμάτο νόημα περιεχόμενο.

  • Οι φωτογραφίες του σκηνοθέτη είναι του Άρη Ράμμου. Η ταινία «Ο Δρόμος για το Λα Παζ» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την 1η Σεπτεμβρίου σε διανομή Danaos Films.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Μια σκέψη για το “Παρέα με τον Φρανσίσκο Βαρόνε στον «Δρόμο για το Λα Παζ»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *