Το βλέπεις κι εσύ;
Οι φανατικοί θεατές των ταινιών του John Carpenter, μάλλον έκαναν πάρτι όταν είδαν την εξαιρετική ταινία του David Robert Mitchell με τον αμφίσημο τίτλο IT FOLLOWS , γιατί αν κάτι τη χαρακτηρίζει prima facie, είναι ακριβώς η ατμόσφαιρα και αισθητική των ταινιών του είδους, των δεκαετιών ’70, 80, γιά να μην αναφέρουμε και κάποιες λεπτομέρειες που παραπέμπουν στον Carpenter (π.χ. τ’ όνομα της κεντρικής ηρωίδας είναι Τζέημι/Τζέη, Τζέημι [Λη Κέρτις] ως γνωστόν λεγόταν η πρωταγωνίστρια στο θρυλικό και cult πλέον ΗALLOWEEN του 1978. Αυτό όμως είναι το λιγότερο και σίγουρα όχι το μείζον που καθιστά αυτή την ταινία μιά απ’τις καλύτερες της χρονιάς που σε λίγο τελειώνει, αλλά κι απ’ τα συναρπαστικότερα θρίλερ των τελευταίων χρόνων.
Αν περιμένετε να δείτε “συκωταριές-αντεράκια” στην οθόνη, λυπάμαι αλλά θ’ απογοητευθείτε. Διότι αυτή η ταινία είναι ψυχολογικό θρίλερ και μία έξοχη αλληγορία περί (μετ)εφηβικής σεξουαλικότητας, της γνωριμίας των νέων με τον μυστηριακό κόσμο αυτού που βρίσκεται ανάμεσα στα πόδια τους.
Κατ’ αρχάς ο ίδιος ο τίτλος, τρόπον τινά αποτελεί ένα “κλειδί” ερμηνείας της ταινίας, γιατί η φράση it follows μπορεί ν’ αποδοθεί και ως αυτό που ακολουθεί [κάποιον], με την έννοια της καταδίωξης, αλλά και ως αυτό που έπεται , με την έννοια της συνέπειας μιάς πράξης. Το ευφυές και άκρως πρωτότυπο στο σενάριο της ταινίας, είναι η διασύνδεση της σεξουαλικής επαφής (εδώ αυστηρά ετεροφυλόφιλης) με συγκεκριμένα οράματα που έχει πάντα μετά την επαφή το πρόσωπο που έκανε σεξ. Στο να θεωρήσουμε αυτή την ταινία μία εκπληκτική αλληγορία περί άτυπου κοινωνικού ελέγχου, αλλά και άγχους, φόβου, ντροπής κ.λ.π. λόγω εμπλοκής σε σεξουαλική επαφή, συμβάλλει η φύση αυτής της κατάρας η οποία μεταδίδεται μόνο μέσω του σεξ, και βασανίζει με τραγικά πολλάκις αποτελέσματα, τα θύματά της.Τα οποία βλέπουν κάποια πρόσωπα που οι υπόλοιποι αδυνατούν να δούν, καταδιώκονται απ’ αυτά και μπορούν, υποτίθεται, ν’απαλλαγούν απ’την παρουσία τους αν τα περάσουν σε κάποιον άλλο μέσω του σεξ.
Νομίζω πως μόνο οι μη έχοντες καμία προσλαμβάνουσα από ψυχολογία ή ψυχανάλυση, θ’ αγνοούσαν την αμφισημία των πλάνων και των διαλόγων μεταξύ των νεαρών μελών της παρέας, με προεξάρχουσα (και απ’ ό,τι φαίνεται κρυφό πόθο των αρσενικών της περιοχής) την Τζέημι (πολύ πειστική, ιδανική για τέτοιες ταινίες θα έλεγα, η 23χρονη Μaika Monroe). Το εξαιρετικό λοιπόν μ’αυτή την ταινία νεανικής σεξουαλικότητας και διάχυτου τρόμου, είναι πως οι ενοχές, φόβοι για το τί θα πούν οι γονείς κ.λ.π. των νεαρών έχουν πάρει σάρκα και οστά ούτως ειπείν, αφού με το που θα τελέσουν το “κοσμικόν”, αρχίζουν οι απόκοσμοι εφιάλτες στον ξύπνιο τους. Τυχαία άραγε το σεξ, τους βγαίνει ξινό; Τυχαία παρακολουθούμε τραγανές νεαρές να έχουν τραγικό τέλος;
Η κλασσικά αμερικάνικη, σύνδεση ζουμερών υπάρξεων κάτω των 20 με μανιακούς δολοφόνους, συνήθως περιθωριοποιημένα και φτυμμένα γενικώς απ’ τη ζωή πρόσωπα, που έχουμε παρακολουθήσει σε άπειρα θρίλερ-λουτρά αίματος, εδώ αναζωογονείται αλησμόνητα, δίνοντας τη θέση του “δολοφόνου με τη μάσκα” στο πρόσωπο που σε ακολουθεί αμίλητο, περπατώντας, και σε καρφώνει με το βλέμμα του. Ο κρυφός ή έκδηλος σαδισμός βεβαίως που παρατηρείται στις ταινίες σπλάτερ, είναι κι εδώ παρών, η σκηνοθεσία κουρελιάζει τα νεύρα του θεατή, ο οποίος είτε αγανακτεί με την εκνευριστική ανημπόρια του θύματος την κρίσιμη στιγμή, είτε πιάνει τον εαυτό του ν’ αναγνωρίζει αμέσως αυτή την αίσθηση που είχε όταν πρωτοέκανε σεξ “έχω βγάλει κέρατα και τα βλέπουν όλοι”.
Υπάρχουν δυό χαρακτηριστικότατες σεκάνς που πιστεύω πως αποδεικνύουν τη βασιμότητα της προσέγγισης της ταινίας ως μίας αλησμόνητης αλληγορίας της σεξουαλικής μύησης: η πρώτη είναι στην αρχή περίπου της ταινίας, όπου η Τζέημι με τον φίλο της Χιού παίζουν το “παιχνίδι της ανταλλαγής”: κοιτάζεις μέσα στο πλήθος, επιλέγεις οποιονδήποτε που θα ‘θελες να πάρεις τη θέση του και δεν το αποκαλύπτεις στον συμπαίκτη σου. Αυτός/ή έχει 2 ευκαιρίες να μαντέψει ποιόν επέλεξες και γιατί. Ο Χιού επιλέγει ένα μικρό αγοράκι, κι όταν η Τζέημι τον ρωτάει για ποιό λόγο, παίρνει την απάντηση: ” γιατί έχει όλη τη ζωή μπροστά του”, σημειώστε πως ο Χιού είναι μόλις 21 ετών. Πόσο χορτάτος ή “καμμένος” πρέπει να είσαι ήδη σ’αυτή την ηλικία για ν’ απαντάς έτσι; Γιατί ο Χιού νιώθει την ανάγκη να ξαναγίνει μπόμπιρας; σημειωτέον επίσης ότι αυτός φορτώνει την κατάρα στη Τζέημι. Η δεύτερη σεκάνς είναι μεταξύ της Τζέημι κι ενός απ’την παρέα της που την ζαχαρώνει καιρό, αφού τελείται η επαφή μεταξύ τους, ακολουθεί ο εξής διάλογος:
– Νιώθεις καθόλου διαφορετική;
– (η Τζέημι κάνει όχι με το κεφάλι) Εσυ;
– Όχι.
Το It Follows δεν είναι απλώς άλλη μία τρομακτική δημιουργία με τραγανά κοριτσάκια κι αγοράκια που βασανίζονται (μέχρι εξολόθρευσης) από άγνωστης προέλευσης, μυστηριώδεις οντότητες- είναι μία φοβερά πρωτότυπη αλληγορία για τα νιάτα και το σεξ, όπου όλα αυτά τα ασύλληπτα κι εντελώς εξωφρενικά που βιώνει η Τζέημι και οι φίλοι της, δεν είναι παρά η ένσαρκη προβολή στην οθόνη του υποσυνείδητου άγχους, ντροπής, ενοχών που νιώθουν για όσα έκαναν: για το σεξ που έκαναν δηλαδή. Να διεκρινίσουμε όμως κάτι- ενοχές και ντροπή για το σεξ νοούνται μέσα στα πλαίσια μίας ανατροφής φοβικής αυτό, μιάς ανατροφής που προτάσσει τους κινδύνους του σεξ και βάζει σε δεύτερη μοίρα την απόλαυση, χαρά που εισπράττουμε.
Δεν είναι νομίζω τυχαίος και άνευ αιτιολόγησης ο σαδισμός φερειπείν που είναι διάχυτος σ΄ όλες αυτές τις ταινίες του αίματος , αίμα που προέρχεται συνήθως από σφαγμένα κορμιά (ενώ υπονοεί το αίμα της περιόδου, υπάρχει η ιδέα σ’αυτές τις ταινίες ότι η εκδήλωση της κοριτσίστικης σεξουαλικότητας αφυπνίζει το Κακό ), και κραυγές, αγκομαχητά και μουγκρητά τα οποία αν κλείσεις τα μάτια σου και δεν βλέπεις τα έντρομα πρόσωπα των βλαμμένων μειρακίων , μπορεί να τα περάσεις για ερωτικά αγκομαχητά (προσέξτε τα λαχανιάσματα της Τζέημι και θατο αντιληφθείτε). Υπάρχει μία νοοτροπία τιμώρησης της τσούλας που άνοιξε τα πόδια της, αλλά το πολύ ενδιαφέρον σ’ αυτή την ταινία είναι πως με το σεξ κολλάς την κατάρα, αλλά με το σεξ επίσης, μπορείς ν ‘απαλλαγείς απ΄ αυτήν, σκέψη που είχε ο σκηνοθέτης όπως είπε, σε δεύτερο στάδιο γιατί η προταρχική σκέψη του ήταν να δείξει στον θεατή πως είναι να νομίζεις ότι σε ακολουθεί κάποιος – κάτι απ΄το οποίο υπέφερε μικρός ο ίδιος.
Η εκπληκτική μουσική της ταινίας είναι του Rich Vreeland (aka Disasterpeace) και τα γυρίσματα έγιναν στο Ντητρόϊτ, πόλη-φάντασμα πλέον , αν δεν κάνω λάθος. Επίσης στην ταινία υπάρχουν και δύο λογοτεχνικές αναφορές, πάλι όχι τυχαίες: η Γιάρα, μία εκ των κοριτσιών της παρέας η οποία χλαμπουριάζει συνέχεια (φοβερή η σκηνή στο νοσοκομείο ) διαβάζει από μία πρώϊμη ( ; ) συσκευή e-book , τον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, και το ποίημα που διαβάζει η καθηγήτρια της Τζέημι στην τάξη, είναι απόσπασμα απ ΄το The Love Song Of J.Alfred Prufrock του Τ.S.ELIOT, και τα δύο σχετίζονται κατά περιεχόμενο με όσα παθαίνουν οι νεαροί στην ταινία.
Συνεπές προς τον ανίκητο τρόμο είναι το φινάλε της: το σεξ ως τρόπος απαλλαγής απ΄τα φρικτά οράματα μοιάζει ν’αποτυγχάνει- απλώς αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο οι “καταραμένοι”, αυτοί που βλέπουν κάποιον στο δρόμο να’ ρχεται κατά πάνω τους και τρώγονται απ’ την αμφιβολία αν είναι πραγματικός ή προϊόν της φοβισμένης όρασής τους.
“Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην” , κατά πως λέει το βιβλίο της Γένεσης. ‘Εχετε καμιά αμφιβολία ότι το Κακό έχει θεϊκή προέλευση;