Σινεμά

Η Ζωή της Αντέλ (και η Αντέλ στην Αθήνα)

Μια μαθήτρια Λυκείου είναι μπερδεμένη σχετικά με τη σεξουαλική της ταυτότητα. Θα γνωρίσει την Έμμα, μία φοιτήτρια της Σχολής Καλών Τεχνών και θα ξεκινήσει μαζί της μια παθιασμένη ερωτική σχέση.

Στη Ζωή της Αντέλ έχεις ένα δείγμα πραγματικού σινεμά που ακολουθεί τη ζωή. Η ρεαλιστική -και ερωτευμένη με τις πρωταγωνίστριές του-, ματιά του Αμπντελατίφ Κεσίς, η κατανόηση που δείχνει απέναντι στους χαρακτήρες τους είναι αυτή που ανάγει την ταινία που κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα σε ένα μικρό διαμαντάκι. Ο τρόπος που η Αντέλ τρώει τα μακαρόνια, ο τρόπος που ρουφάει τη μύτη της, που πιάνει τα μαλλιά της, ο τρόπος που χορεύει, όλα αυτά αναδεικνύονται από τη σκηνοθετική ματιά του Κεσίς, διογκώνεται. Η κάμερα είναι ασφυκτικά «κλειδωμένη» στα πρόσωπα των δύο πρωταγωνιστριών, τις παρακολουθεί από απόσταση αναπνοής, σχεδόν δεν τις αφήνει να ανασάνουν.

Στην ταινία του Κεσίς καμία σκηνή δεν είναι περιττή. Ναι, θα μπορούσε να είναι μια ταινία περισσότερο σφιχτοδεμένη, αλλά τότε θα έχανε τη δυναμική της. Στο σχολείο, για παράδειγμα, βλέπουμε την τάξη της Αντέλ να διαβάζει ένα απόσπασμα βιβλίου του Μαριβό. Αργότερα, εκείνη θα αναφερθεί εμμέσως σε αυτό, όταν αποκαλύπτει στον καλύτερό της φίλο ότι κάτι της λείπει. Το ίδιο και αργότερα: λίγο πριν η Αντέλ ξεπεράσει τα δικά της όρια, στη σχολική αίθουσα η καθηγήτρια αναλύει την άλλη επαναστάτρια, την Αντιγόνη.

Αυτό που καταφέρνει η ταινία είναι να δείξει όχι μια λεσβιακή σχέση, αλλά μία σχέση μεταξύ δύο ερωτευμένων -που τυχαίνει να είναι και οι δύο γυναίκες. Γι’ αυτό η ταινία δεν ενδιαφέρεται να δείξει μόνο ομοφυλοφιλικές σχέσεις, να κάνει «επανάσταση για την επανάσταση», αλλά να δείξει την πραγματική ζωή, τον πόθο, την επιθυμία, τον πόνο του να είσαι ερωτευμένος.

Όσο για τις επίμαχες ερωτικές σκηνές, αυτές διαρκούν μόλις 10 λεπτά σε σύνολο 177 και είναι άκρως απαραίτητες για τη σχέση της Έμμα και της Αντέλ. Δεν ξέρω αν είναι ρεαλιστικές, είναι όμως αρκετά αισθησιακές και σίγουρα καθόλου χυδαίες (όπως κατήγγειλε η δημιουργός του κόμικ στο οποίο βασίζεται η ταινία).

Ενδιαφέρουσα και η χρωματική παλέτα της ταινίας, η οποία είναι γεμάτη συμβολισμούς. Όσο το ζευγάρι είναι ευτυχισμένο, τόσο η Έμμα διατηρεί το χρώμα των μαλλιών της μπλε. Ο τίτλος του κόμικ -και αρχικός τίτλος της ταινίας- «Μπλε το πιο ζεστό χρώμα» είναι βέβαια ένα παράδοξο, αλλά αναφέρεται στην ευτυχία που το μπλε προσφέρει στη ζωή της Αντέλ. Στην ταινία, όταν το ζευγάρι παύει να είναι ευτυχισμένο, η Έμμα επιστρέφει στο ξανθό. Και η επιλογή των ρούχων αναφέρεται σε αυτό. Στο δεύτερο μέρος της ταινίας, όταν η Αντέλ πηγαίνει να συναντήσει την Έμμα φοράει μπλε ρούχα. Πρόκειται ίσως για μια προσπάθεια επαναφοράς του μπλε της ευτυχίας, του μπλε του… πιο ζεστού χρώματος.

Ενδιαφέρον είναι και το παιχνίδι με το κόκκινο και το μπλε. Στους όψιμους πίνακές της η Έμμα χρησιμοποιεί το κόκκινο σαν χρώμα. Σε εκείνους με μοντέλο την Αντέλ κυριαρχεί το μπλε. Είναι σαν ένα πέρασμα σε μία άλλη φάση ζωής.

Μα και οι δύο πρωταγωνίστριες αλλάζουν στη διάρκεια της ταινίας. Μέχρι το τέλος της η Αντέλ δεν ήταν εκείνο το ξέγνοιαστο κοριτσάκι του Λυκείου, ενώ και η Έμμα έχει ωριμάσει και εκείνη με τρόπο επώδυνο.

Εάν κάτι θα ήθελα να δω, αυτό θα ήταν η αλλαγή της δυναμικής στη σχέση μεταξύ των δύο κοριτσιών, το πέρασμα δηλαδή από το πρώτο στο δεύτερο κεφάλαιο -όπως τα ονομάζει ο σκηνοθέτης. Εκεί, σε αντίθεση με την υπόλοιπη ταινία, ο σκηνοθέτης κινείται λίγο «βιαστικά». Αλλά πρόκειται για ένα μικρό «κακό» σε σχέση με τη σπουδαιότητα της ταινίας.

Τι είπε η Αντέλ που βρέθηκε στην Αθήνα για τις Νύχτες Πρεμιέρας

Για το στρατευμένο σινεμά: Η ταινία έχει στο επίκεντρό της μια ιστορία αγάπης. Αυτό ήταν που θέλαμε να δείξουμε. Δεν θέλαμε να κάνουμε μια στρατευμένη ταινία. Η στράτευση προκύπτει μέσα από το δράμα και τα πρόσωπα που βλέπουμε στην οθόνη.

Για τους πιθανούς επικριτές της ταινίας και τη Χρυσή Αυγή: Νομίζω ότι είναι παράλογο να νιώθει κανείς ότι προσβάλλεται από μία ταινία για τον ομοφυλοφιλικό έρωτα, τη στιγμή που κάποιοι σκοτώνουν και σφάζουν ανθρώπους χωρίς λόγο. Δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε. Όσο για τη Χρυσή Αυγή, διαθέτει μια νοοτροπία που προέρχεται από την ανοησία.

Για τα «βασανιστήρια» από τον Κεσίς: Τον αγαπώ τον Κεσίς, αλλά μπορεί να αποδειχθεί πολύ σκληρός, όπως σκληρός ήταν ο Κιούμπρικ ή ο Χίτσκοκ. Η δυσκολία στα γυρίσματα μπορεί να οδηγήσει σε αριστουργήματα όπως η Αποκάλυψη Τώρα. Ο Κεσίς επιμένει μέχρι τέλους: μπορεί να κάνει 100άδες λήψεις μέχρι να βρει αυτό που θέλει. Θέλει να σε φτάσει στη στιγμή που θα εξαντληθείς: αυτή είναι η στιγμή που τον ενδιαφέρει, καθώς θεωρεί ότι αυτή η στιγμή είναι πραγματική.

Για την ελληνική της καταγωγή: Την οφείλω στον προπάππου μου που ήταν Έλληνας. Παντρεύτηκε την προγιαγιά μου και ήρθαν στη Γαλλία και γεννήθηκε ο παππούς μου. Βέβαια, δεν τον γνώρισα ποτέ. Όπως έχω πει, δεν τον γνώρισα ποτέ. Είπε μια μέρα ότι θα πήγαινε να αγοράσει κοτόπουλο και δεν ξαναγύρισε.

Για τις ερωτικές σκηνές: Γελάγαμε όταν τις γυρίζαμε. Δεν ήταν αυτές οι πιο δύσκολες στα γυρίσματα. Εάν φαίνονται τόσο ρεαλιστικές, αυτό σημαίνει ότι κάνεις καλά τη δουλειά σου.

Για το εάν το σινεμά μπορεί να αλλάξει νοοτροπίες: Αν δεν ήταν για έναν ομοφυλοφιλικό έρωτα, η ταινία θα ήταν εξίσου δυνατή, αλλά δεν θα είχε τον ίδιο αντίκτυπο. Δυστυχώς, εν έτει 2013 υπάρχουν ακόμη σύνορα που πρέπει να καταρρίψουμε. Εάν ο κινηματογράφος πρέπει να επηρεάσει κάποιες νοοτροπίες, ε τότε ας τις επηρεάσει. Το σινεμά προσφέρει ελευθερία σε μια περίοδο κρίσης και αδικίας.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *