ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

60o Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου: Ημερολόγιο #2

Η πρώτη Κυριακή του φεστιβάλ ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα. Τα βλέμματα τράβηξε φυσικά το screen talk του Πολ Βερχόφεν, που μίλησε για το σύνολο της καριέρας του, το Elle, την Κάθριν του Βασικού Ενστίκτου και τις άλλες γυναίκες της ζωής του. Πρεμιέρα το βράδυ έκανε και το Queen of Katwe, με τη Λουπίτα Νιόγκ’ο να κερδίζει το κόκκινο χαλί με την ενδυματική της επιλογή. Στις υπόλοιπες προβολές ξεχώρισαν το Paterson, Personal Shopper και Pyromaniac που επιτέλους προβλήθηκε μετά από δυο ακυρώσεις λόγω τεχνικών προβλημάτων.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Πρεμιέρα του Queen of Katwe. Η Ντίσνεϊ μεταφέρει την πραγματική ιστορία της σκακίστριας Φιόνα Μουτέσι, ενός μικρού άπορου κοριτσιού της φτωχική περιοχής Κάτγουε της Ουγκάντας, που κατάφερε παρόλα τα προβλήματα, με τη βοήθεια του καθηγητή της να διακριθεί, να βοηθήσει την οικογένεια της και να τονώσει ψυχολογικά τους συμπολίτες της. Μια ιστορία πρόσφατη, αφού τα γεγονότα διαδραματίζονται από το 2009 έως το 2014, δείχνοντας την τάση να γίνονται πλέον γρηγορότερα ταινίες για καθημερινούς ήρωες, όπως αντίστοιχα στην περίπτωση του Σνόουντεν, που είδαμε φέτος. Μια feelgood ταινία γεμάτη χρώματα και σύγχρονη αφρικάνικη μουσική, στρέφεται προς το παιδικό κοινό, αν και έχει σχετικά μεγάλη διάρκεια. Πολύ καλή και σε διαφορετικό ρόλο, η Λουπίτα Νιόγκ’ο παίζει τη μητέρα της φιόνας, ενώ ο Ντέιβιντ Ογέλοου σε σημεία φαίνεται ότι εμπνεύστηκε από τον Πουατιέ «στον Κύριο μας με Αγάπη». Όλη η ουσία περιγράφεται στο παράδειγμα του σκύλου που πεινούσε και κυνηγούσε τη γάτα να την φάει. «Δεν την πρόλαβα γιατί εγώ έτρεχα για το γεύμα μου, ενώ αυτή έτρεχε για τη ζωή της».  Παρόλο που οι σκακιστικοί αγώνες μοιάζουν περισσότερο παιδικές μονομαχίες, η ταινία μιλά για ελπίδα και κουτράγιο και στο τέλος, αντιπαραβάλλει τους ηθοποιούς με τα πραγματικά πρόσωπα και συμμετέχουν στο βίντεοκλιπ του βασικού τραγουδιού.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Το screen talk του Πολ Βερχόφεν, ξεκίνησε επεισοδιακά. Ο σκηνοθέτης αφού παρακολούθησε κλιπ από την ταινία του Turkish Delight που πρόβαλλε το Φεστιβάλ, είπε: «Ξέρετε έχει γίνει λάθος στη μετάφραση. Ο χαρακτήρας της ταινίας δεν λέει “Τελειώνω”, αλλά “Θέλω να γλύψω τα σκατά από τον κώλο σου”». Η παρατήρηση αυτή έκανε την αίθουσα να τρανταχτεί στα γέλια και αποτέλεσε την ιδανική έναρξη για το screen talk ενός από τους πιο προκλητικούς -και ταυτόχρονα αστείους- κινηματογραφιστές. Μεταξύ άλλων, ο Βερχόφεν μίλησε για την ανάγκη του να παρουσιάζει στην οθόνη τη πραγματικότητα και όχι μια φαντασίωση -και αυτό ισχύει κυρίως για το σεξ όπως είπε-, ενώ σημείωσε ότι η καταστροφή (όπως εκφράζεται μέσω της βίας) και η αναγέννηση (όπως εκφράζεται μέσω της αναπαραγωγής και του σεξ) είναι οι δύο δυνάμεις που είναι κυρίαρχες στον κόσμο. Παραδέχθηκε ότι τον ελκύουν οι ισχυροί γυναικείοι χαρακτήρες. «Δεν ξέρω γιατί γίνεται αυτό. Ίσως επειδή έχω μια δυναμική σύζυγο, δυναμικές κόρες και δύο θηλυκά σκυλιά στο σπίτι». Μίλησε για τη μετάβασή του στο Χόλιγουντ, λέγοντας ότι προσπάθησε να κάνει ολόκληρο το βήμα και να σκεφτεί σαν Αμερικανός για να πετύχει στον κόσμο του σινεμά. Αναφέρθηκε σε αρκετά σχέδιά του που είτε δεν έγιναν πραγματικότητα -όπως μία ταινία για μία φεμινίστρια πόρνη που ήθελε να γίνει η πρώτη γυναίκα πρόεδρος των ΗΠΑ!-, είτε παλεύει ακόμα να τα φέρει στη μεγάλη οθόνη -ένα φιλμ νουάρ όπου ο κεντρικός χαρακτήρας πεθαίνει και μια… εναλλακτική βερσιόν για τη ζωή του Χριστού που όπως είπε «κανείς δεν ήθελε να γυρίσει». Όσο για τις αντιδράσεις που έχουν προκαλέσει οι ταινίες του; «Απλά ελπίζεις ότι σε 10 ή 15 χρόνια ο κόσμος θα δει τι ακριβώς ήθελες να κάνεις» είπε.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Μετά από ακυρώσεις και προβλήματα που υπήρξαν στις προηγούμενες δυο προβολές, τελικά η τύχη μας χαμογέλασε και πραγματοποιήθηκε η προβολή του Pyromaniac, του νορβηγού σκηνοθέτη του Insomnia, Έρικ Σκόλτζαργκ, που μας χαρίζει άλλο ένα εξαιρετικό βραδύκαυστο δράμα, συνδυασμό ωραίων σκηνοθετημένων πλάνων, σεναρίου και ερμηνειών. Δείγμα ψυχρού σκανδιναβικού σινεμά, προσωπικά θυμίζοντας μου και το περσινό ρώσικο Λεβιάθαν, πετυχαίνει μια εξαιρετική απεικόνιση των ψυχολογικών διαδικασιών του νεαρού πυρομανή. Ο νεαρός, γιος του αρχηγού της πυροσβεστικής, από τα πιο ευφυή παιδιά της τάξης του, αλλά που δεν προχώρησε με τις σπουδές του, μοιάζει να βάζει αρχικά μικρές εστίες γιατί χαίρεται να βοηθά τον πατέρα του στην κατάσβεση. Σιγά σιγά όμως, ενώ το περιβάλλον του τον πνίγει, ο νεαρός νιώθει την ανάγκη να βάζει πιο συχνά φωτιές, διασκεδάζει τις έρευνες της αστυνομίας για να βρουν τον δράστη, ενώ παράλληλα οι γονείς του αρχίζουν να τον υποψιάζονται.

Προβλήθηκε πρόσφατα στις Νύχτες Πρεμιέρας και τώρα είχε και το Λονδρέζικο κοινό τη δυνατότητα να το παρακολουθήσει: ο λόγος για το The Eyes of My Mother, θρίλερ με ασπρόμαυρη φωτογραφία για ένα κοριτσάκι με νοσηρή περιέργεια που βλέπει έναν επικίνδυνο άνδρα να φτάνει στο σπίτι του. Η ταινία είναι αρκετά ειρωνική και καλογυρισμένη, αν και πάσχει από προβλήματα που προκύπτουν από την απειρία του Νίκολας Πέσκε (μπορείς να δεις ότι στο μυαλό του κάποια πράγματα φάνταζαν καλύτερα από ότι κατέληξαν στην οθόνη). Παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να αποτελεί ένα ενδιαφέρον ντεμπούτο. Ο σκηνοθέτης ήταν παρών στην προβολή και είπε ότι για εκείνον η ιστορία είναι η ιστορία ενός μοναχικού κοριτσιού που δεν ξέρει τι να κάνει όταν μένει μόνη της. Η έμπνευση, σημείωσε, ήρθε μέσα από δικές του εμπειρίες με τη μητέρα του, η οποία ήταν χειρούργος για τα μάτια και εκείνος ως παιδί τη βοηθούσε στην ανατομία (αυτό το σχόλιο μάς έκανε να ανησυχήσουμε λιγάκι).

cinepivates-bfi-60-lff-195058pro

Παράλληλα προβλήθηκε ο πορτογαλικός Ορνιθολόγος, the Ornithologist (O Ornitólogo), που πολλοί παρομοίασαν με το στην Αγκαλιά του Φιδιού (Embrace of the Serpent), μάλλον περισσότερο μια μίξη ντοκιμαντέρ για πουλιά και του Άγνωστου της Λίμνης. Ο ορνιθολόγος είναι ένας μοναχικός περιηγητής, ηδονοβλεψίας της φύσης, που γυρνά το ποτάμι παρατηρώντας τα πτηνά, αναζητώντας ένα είδος κοκκινολαίμη πελαργού, όταν έχει ατύχημα με το καγιάκ του, παρασυρώμενος από τα ορμητικά νερά. Στο σύμπαν του Ορνιθολόγου, συναντάμε μόνο γκέι ζευγάρια, δυο κινέζες κάμπερς που κάνουν πεζοπορεία, έναν μουγκό βοσκό που τον λένε Ιησού, μια περίεργη φυλή αγοριών, ντυμένων με στολές παραδείσιων πουλιών και γυμνόστηθες γυναίκες-αμαζόνες. Έχει μερικές καλές ιδέες, αλλά σίγουρα όχι συνοχή και ενιαίο ύφος. Εντυπωσιακό, ως αποτέλεσμα χαμηλού προϋπολογισμού, θα μπορούσε να είναι καλύτερο αν ξέφευγε από τις εμμονές του ή επέλεγε άλλη παρουσίαση. Μπλέκει παγανιστικά, θρησκευτικά, ομοφυλοφιλικά και ζητήματα αυτογνωσίας, τον Χριστό, τον Θωμά και τον καθολικό άγιο Αντώνιο, προστάτη των ζώων, με σχετική αυθάδεια και όχι ξεκάθαρο νόημα, αν και τελειώνει διασκεδαστικά.

Μια άλλη ταινία που παρακολουθήσαμε ήταν το The Fury of a Patient Man (Tarde para la ira), του ηθοποιού Ραούλ Αρεβάλο (La Isla Minima – Το Μικρό Νησί), που κάνει την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα. Νευρική κινηματογράφιση, ένταση και αισθησιασμός, σε άλλο ένα σενάριο βεντέτας, συνηθισμένο στις ισπανόφωνες ταινίες. Με κλιμακώσεις, αλλά όχι τόσο δυνατό κλείσιμο. Έχει κάποιες ατέλειες που συνήθως κουβαλούν οι πρώτες σκηνοθετικές απόπειρες, αλλά τρεις ρεαλιστικές κεντρικές ερμηνείες, του Αντόνιο ντε λα Τόρε (που φυσιογνωμικά θυμίζει λίγο τον Άνταμ Σάντλερ με μούσι), του Λουίς Καλέχο και της Ρουθ Ντιάζ, που ήταν καλύτερη από όλους.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *