Συνέντευξη με τον Τζόνας Καρπινιάνο: Mediterranea
Mediterranea. Αδιαμφισβήτητα η ταινία που θα συζητηθεί περισσότερο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Έφτασε στην τελική τριάδα υποψήφιων ταινιών για το βραβείο LUX, ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και μάλιστα είναι και το μεγάλο φαβορί, τόσο λόγω της ποιοτικής αξίας του, όσο και για την επικαιρότητα του θέματος του. Από τις πρώτες κι όλας μέρες, τα εισιτήρια για όλες τις προβολές του έχουν εξαντληθεί. Ανεξαρτήτως όμως των διακρίσεων που θα συγκεντρώσει τελικά το Mediterranea είναι μια σπουδαία και καλογυρισμένη ταινία. Ο μεγάλος ενορχηστρωτής και κύριος υπαίτιος της επιτυχίας της, είναι ο νεαρός σκηνοθέτης Τζόνας Καρπινιάνο. Oι Cinepivates είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε το σκηνοθέτη στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λονδίνου, BFI LFF 2015. Φιλικός και ευδιάθετος, μας χάρισε αυτή την αποκλειστική συνέντευξη, που έχει πολύ ενδιαφέρον, ενώ η συζήτηση μας συνεχίστηκε αργότερα στην παρουσίαση της ταινίας στo Ιταλικό Ινστιντούτο του Λονδίνου και μετά πίνοντας μια μπύρα:
– Η ταινία είναι υποψήφια και για βραβείο LUX. Πόσο σημαντικό είναι να είναι υποψήφιο για το βραβείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεδομένου ότι η προσφυγική κρίση είναι μία τεράστια κρίση στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή;
Ήμασταν πολύ τυχεροί που είχαμε τη στήριξη του LUX, γιατί θα μεταφραστεί σε τόσες πολλές γλώσσες και θα προβληθεί σε τόσες πολλές χώρες. Θα είναι διαθέσιμο και πιστεύω ότι το να είναι μία ταινία διαθέσιμη στο κοινό είναι πολύ σημαντικό εάν θέλει να έχει αντίκτυπο.
-Στο πρώτο κομμάτι της ταινίας χρησιμοποιήσατε κάμερα στο χέρι, ενώ όταν ο ήρωας φτάνει στην Ιταλία τα πλάνα σας γίνονται πιο σταθερά.
Ακριβώς. Όταν περπατάς στην έρημο δεν υπάρχει τίποτα που ανήκει στη ζωή σου. Είσαι εσύ απέναντι σε αυτό. Εσύ απέναντι στην έρημο, εσύ απέναντι στην θάλασσα. Όταν φτάνεις τελικά στην Ιταλία τότε αυτό είναι το μέρος που καλείσαι να ζήσεις. Εσύ γίνεσαι αυτό και αυτό γίνεσαι εκεί. Η ιδέα ήταν να κρατήσουμε τα πρόσωπα ξεκάθαρα για το ταξίδι και στη συνέχεια να δείξουμε πώς τα πρόσωπα αντιδρούν στον τόπο που φτάνουν.
– Πώς προέκυψε η ιδέα να το γυρίσετε σαν δύο ιστορίες; Η πρώτη στη διάρκεια του ταξιδιού προς την Ιταλία και μετά στην Ιταλία, όπου βλέπουμε μια τελείως διαφορετική ταινία.
Μόλις το είπατε. Για αυτούς, για τον Αΐβα στην ιστορία του οποίου βασίζεται η ταινία, έτσι ήταν τα πράγματα: το να πηγαίνεις σε μία χώρα, με τα εμπόδια που αυτό εμπεριέχει, εκεί γνωρίζεις τι πρέπει να κάνεις, πρέπει οπωσδήποτε να διασχίσεις την έρημο. Είναι δύσκολο, αλλά θα το κάνω. Πρέπει να διασχίσω τη θάλασσα. Είναι επικίνδυνο, αλλά πρέπει να το κάνω. Και όταν φτάνεις σε ένα μέρος, δεν είναι εύκολο. Σαν ταινία θέλαμε να δείξουμε τι συμβαίνει στον άνθρωπο, καθώς αυτός προσπαθεί να βρει τι θέλει να κάνει. Ήθελα η ταινία να αντικατοπτρίζει αυτά τα δύο στοιχεία: το ένα κομμάτι είναι πολύ άμεσο, το άλλο διεσταλμένο, λιγότερο ευθύγραμμο. Έτσι είναι η ζωή: όταν δεν ξέρεις τι να κάνεις, υπάρχουν πολλά προβλήματα που εμφανίζονται.
-Η ταινία βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά;
Ναι. Το 96% είναι πράγματα που έχουν συμβεί στον Κουντούς (σ.σ. Κουντούς Σέιχον: ο κεντρικός πρωταγωνιστής), στη διάρκεια του ταξιδιού του.
-Τώρα ακούμε καθημερινά για ανθρώπους πρόσφυγες που πνίγονται στη Μεσόγειο…
Συμβαίνει όλο και περισσότερο. Αλλά και τότε συνέβαινε. Εάν ζεις σε μία κοινότητα όπως αυτή που ζω εγώ τα τελευταία πέντε χρόνια, σίγουρα έχεις φίλους που δεν τα κατάφεραν, φίλους που έρχονται αντιμέτωποι με την ανησυχία του να μην έχουν ακούσει νέα από άλλους ανθρώπους. Για μας ήταν ζωτικό το να το βάλουμε αυτά τα στοιχεία στην ταινία. Το να μην έχεις νέα της κόρης σου μόλις έχει κάνει το ταξίδι, είναι κάτι που θα σε κάνει ανήσυχο. Το να βάλουμε τέτοια στοιχεία στην ταινία ήταν σημαντικό για μας ενημερώνουν για τις αποφάσεις που λαμβάνει κάποιος.
-Η Ιταλία όπως και η Ελλάδα αποτελούν τις χώρες αποδοχής.
Είμαστε η πρώτη γραμμή!
-Όταν μιλάμε με αριθμούς -όπως αυτοί που χρησιμοποιούνται από τον ΟΗΕ ή την ΕΕ- είναι εύκολο να ξεχάσουμε τις ανθρώπινες ιστορίες;
Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάναμε αυτή την ταινία. Εγώ όταν βλέπω ειδήσεις νιώθω ότι μου αραδιάζουν αριθμούς που με δυσκολεύουν να έχω μία συναισθηματική αντίδραση. Νομίζω ότι τα γεγονότα μπορούν να παραπλανούν, ενώ το συναίσθημα λέει την αλήθεια. Το να δεις έναν άνθρωπο να έχει κάνει αυτό το ταξίδι, μπορεί να σε επηρεάσει πιο βαθιά στο να θέλεις να προσφέρεις από το να σε βομβαρδίζουν με αριθμούς. Οι αριθμοί μοιάζουν αφηρημένοι. Όταν βάζεις πρόσωπο σε αυτούς τους αριθμούς, ελπίζω ότι αυτό δημιουργεί μεγαλύτερη κατανόηση της κατάστασης.
-Βλέπουμε στην Ευρώπη μία γενικότερη άνοδο της ακροδεξιάς ιδεολογίας. Ένα θέμα που το θίγετε όταν φτάνουν στην Ιταλία. Όμως εσείς δεν φαίνεται να παίρνετε θέση στην ταινία σας;
Στην πόλη από όπου κατάγομαι δεν νομίζω ότι η βία έχει σχέση με την πολιτική ιδεολογία, δεν είναι δεξιά ή αριστερή. Είναι βίαιο πράγμα να βλέπεις την πόλη σου να αλλάζει τόσο πολύ σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Μιλάμε για μία λευκή πόλη που τα τελευταία χρόνια έχει κατακλυστεί από μαύρους που δεν έρχονται απλά ως τουρίστες, αλλά για να ενταχθούν στο κοινωνικό οικοδόμημα, να ζήσουν. Για πολλούς είναι δύσκολο να αντιμετωπίσουν αυτή την ραγδαία αλλαγή. Από εκεί νομίζω ότι προέρχεται αυτή η εχθρότητα. Νομίζω ότι σταδιακά οι άνθρωποι κατανοούν ότι οι άνθρωποι από την Αφρική δεν θα πάνε πουθενά, ότι σε λίγα χρόνια θα υπάρχουν νέα παιδιά, μαύρα που θα μιλούν τη διάλεκτο της Καλαβρίας και αυτό τους αναγκάζει να αποδεχτούν ότι δεν είναι ένα περαστικό ζήτημα. Θα κληθούν να ζήσουν με αυτό για την υπόλοιπη ζωή τους.
-Τι πιστεύετε για την αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πάνω στο προσφυγικό ζήτημα;
Σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι πιο έξυπνοι από εμένα που προσπαθούν να καθορίσουν τις πολιτικές. Είναι κάτι πολύ δύσκολο. Αλλά όταν προσπαθείς να βρεις λύσεις και χειρίζεσαι αριθμούς, ξεχνάς τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες των ανθρώπων στους οποίους λες πού να πάνε να ζήσουν. Ας πούμε για παράδειγμα στείλουν 5% ανθρώπων από το Μάλι στη μία χώρα, και 5% στην άλλη, αλλά ίσως ξεχνούν ότι ανάμεσα σε αυτούς μπορεί να υπάρχουν και οικογένειες που θέλουν να μείνουν ενωμένες. Πρέπει να βρεθεί μία μέση λύση.
-Αυτή είναι η πρώτη σας ταινία. Πώς ήταν η εμπειρία, ειδικά δεδομένης της επιτυχίας της ταινίας;
Ήταν λίγο αγχωτικό -θα ομολογήσω- να έχεις ανθρώπους να ελέγχουν αυτά που κάνεις. Εμείς ζούμε σε μία μικρή πόλη, θέλαμε να το γυρίσουμε όπως είχαμε στο μυαλό μας, αλλά μας έλεγαν ότι «τώρα υπάρχουν κανόνες». Κανείς δεν θέλει να ακολουθήσει τους κανόνες. Γυρίσαμε αυτή την ταινία με φίλους. Όλοι όσοι είναι στην οθόνη είναι άνθρωποι με τους οποίους έχω μιλήσει την προηγούμενη εβδομάδα. Ήταν υπέροχο το γεγονός ότι γυρίσαμε αυτή την ταινία με φίλους, στην αυλή του σπιτιού μας ουσιαστικά και ότι γυρίζει τώρα ολόκληρο τον κόσμο. Ότι κάθομαι εδώ με εσάς από την Ελλάδα και όταν σας λέω Μάμα Άφρικα, ξέρετε ποιον χαρακτήρα εννοώ. Και αυτή είναι φίλη μου. Ο μικρός Πία είναι στο σπίτι μου σχεδόν καθημερινά, ίσως μου τηλεφωνεί τώρα. Και είναι τέλειο που εσείς ξέρετε ποιος είναι.
-Το σημαντικό στοιχείο της ταινίας είναι η ισορροπία, μεταξύ ντοκιμαντέρ, περιπέτειας, θρίλερ, πολιτικής ταινίας, οικογενειακής ταινίας. Εσείς τα κάνετε όλα αυτά μαζί…
Το έχω σκεφτεί πολύ. Για μένα όταν γυρίζω μια ταινία ή γράφω, σκέφτομαι ποια είναι η σκηνή που θέλω να δω μετά. Η μητέρα μου είναι Αμερικανή. Όταν ήμουν μικρός πηγαίναμε σινεμά και βλέπαμε ταινίες όπως τα Terminator 2, Adventures in Babysitting, Home Alone. Και τα λάτρευα. Και μετά ερχόμουν στην Ιταλία και ο παππούς μου, που είναι και αυτός κινηματογραφιστής μού έλεγε: Εντάξει, τώρα θα δούμε Βισκόντι, Ροσελίνι. Μεγάλωσα με το να αγαπώ και τα δύο αυτά πράγματα και η επιθυμία μου να κάνω ταινίες βασίζεται στο να βρω έναν τρόπο να τα «παντρεύω». Το να βρω έναν τρόπο, αυτά τα δύο πράγματα που έχω μέσα μου να τα βγάλω προς τα έξω. Ελπίζω ότι αυτό μπορώ να συνεισφέρω, ελπίζω ότι αυτή είναι η φωνή μου.