ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Nymphomaniac v. 2

Η Τζο συνεχίζει και αφηγείται στον μυστηριώδη Σέλιγκμαν την ιστορία της. Καθώς μεγαλώνει, η Τζο βυθίζεται όλο και περισσότερο στα πιο σκοτεινά της ένστικτα, αναζητώντας απολαύσεις σε επικίνδυνα μέρη, θέτοντας σε κίνδυνο σχέσεις με ανθρώπους που αγαπάει.

Η αλήθεια είναι ότι αυτή η ταινία πρέπει να βλέπεται όλη μαζί. Η διάσπασή της σίγουρα δεν κολακεύει το δεύτερο μέρος, καθώς στο πρώτο αυτό που πάνω από όλα σου έκανε εντύπωση ήταν το γεγονός ότι δεν είχες ξαναδεί κάτι παρόμοιο. Ενώ δηλαδή περίμενες μια τσόντα, ο Λαρς Φον Τρίερ σου έφερε τις Χίλιες και Μία Νύχτες, γεμάτες εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, αναφορές σε τέχνη, ιστορία, θρησκεία και ψυχανάλυση.

Στο δεύτερο μέρος επικεντρώνεται κυρίως στη μουσική και τη θρησκεία, και ουσιαστικά συνεχίζει το έργο του από εκεί που το άφησε. Το πρώτο κομμάτι της δεύτερης ταινίας, είναι μία συναρπαστική κατάβαση στην κόλαση της Τζο. Ο θεατής -παρά τις ανακρίβειες, όπως γιατί η Τζο μεγαλώνει ενώ ο Τζερόμ όχι- συναρπάζεται από τον εθισμό της Τζο, από τα σημεία που δεν διστάζει να φτάσει για λίγη απόλαυση.

Η Στέισι Μάρτιν και η Σαρλότ Γκενσμπούργκ προσεγγίζουν τον χαρακτήρα με τελείως διαφορετικό τρόπο. Εκεί που η μία έδειχνε αδιαφορία, η άλλη δείχνει ενσυναίσθηση, εκεί που η μία θα είχε μπλαζέ ύφος, η άλλη δείχνει έντονα συναισθήματα. Πώς εξελίχθηκε ο χαρακτήρας κατ’ αυτόν τον τρόπο; Μήπως είναι δύο διαφορετικές όψεις ενός νομίσματος; Και αυτή η επιλογή υπονομεύει μάλλον, παρά βοηθά την ταινία.

Εδώ ο Τζέιμι Μπελ είναι εξαιρετικός στον ρόλο ενός άνδρα τιμωρού. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στην πραγματικότητα, το δεύτερο κομμάτι της ταινίας περιέχει ελάχιστο σεξ με την κλασική έννοια του όρου. Αυτό περισσότερο υπονοείται, παρά φαίνεται στην οθόνη. Ο χαρακτήρας του Τζέιμι Μπελ αρνείται να κάνει σεξ με τις πελάτισσές του, προσφέροντάς τους μόνο τον πόνο, ενώ η σκηνή με τους δύο Αφρικανούς αποτελεί απλά μια παρωδία αντίστοιχων σκηνών σε πορνοταινίες και κατά τη γνώμη μου είναι η πιο «αποκαλυπτική» (αλλά και η πιο ευφυής και δημιουργικά αναρχική) και των δύο ταινιών. Το αποκορύφωμα έρχεται με τις προσπάθειες της Τζο να… απεξαρτηθεί από το σεξ.

Οι δύο σκηνές αυτές (εκείνη με τους Αφρικανούς και εκείνη με την ομάδα απεξάρτησης) αποτελεί περίτρανη απόδειξη αυτού που είχαμε ψυλλιαστεί από την πρώτη ταινία: ότι ο  Λαρς Φον Τρίερ μας κάνει πλάκα. Γιατί το Nymphomaniac του αποτελεί μια μεγαλόπρεπη και έξυπνη φάρσα προς τον θεατή, τις προσδοκίες του και τις αναπαραστάσεις του πάνω στο σεξ.

Είναι, όμως, μια φάρσα με τέλος μάλλον απογοητευτικό. Ολόκληρο το τελευταίο επεισόδιο αφήνει τον θεατή ανικανοποίητο, καθώς κινείται σε συμβατικά μονοπάτια που σίγουρα ο Τρίερ έχει ως στόχο να ανατρέψει με τρόπο ειρωνικό, αλλά αυτό, αντί να γίνει εις βάρος του θεατή -όπως είναι ο στόχος του- γίνεται εις βάρος της ίδιας της ταινίας. Έτσι το επεισόδιο με την πιτσιρίκα και η τελευταία σκηνή δεν αποτελούν το τελευταίο γέλιο του σκηνοθέτη- όπως τουλάχιστον αυτός το είχε φανταστεί.

Διαβάστε την κριτική του Τάιλερ για το Nymphomaniac V. 1

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Μια σκέψη για το “Nymphomaniac v. 2

  • Είμαι σίγουρος ότι το πολύ γέλιο θα πέσει αν κυκλοφορήσει τελικά (σε dvd -αν ποτέ πάρει διανομή) η director’s cut έκδοση, πόσο μάλλον η 7ωρη έκδοση που πολυδιαφημίστηκε, με τους πορνοστάρ για ντουμπλαρίσματα κτλ…
    Είναι για εμένα λογικό η ταινία να μην έχει την αναμενόμενη προσέλευση κόσμου, από τη μια λόγω του κοψίματος της σε δυο μέρη και από την άλλη (κυρίως) λόγω της απογοήτευσης των προσδοκιών του κοινού, όπως πολύ σωστά αναφέρεις, από τα διαφορετικά μηνύματα που έλαβε από τη διαφημιστική καμπάνια προώθησης της ταινίας και από το τελικό αποτέλεσμα που έφτασε στις αίθουσες, το οποίο σημειωτέον δεν υπογράφει καν ο ίδιος ο σκηνοθέτης.
    Προσωπικά εγώ, πάντως, πιο πολύ σκάω για όσα ακούγονται περί κοψίματος στο μοντάζ και πίεση στην νέα ταινία του Αρονόφσκι, για παράδειγμα, παρά για του Τρίερ.

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *