Άποψη

Τα «κόκκινα» φανάρια του 1963 & τα «άσχετα» φανάρια του 2013

50 χρόνια μετά…..

To 1963 ο σκηνοθέτης Βασίλης Γεωργιάδης και ο σεναριογράφος Αλέκος Γαλανός δημιουργούν μια ταινία προχωρημένη για την εποχή,  που όμως γράφει ιστορία: «Τα κόκκινα φανάρια». Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους έχουν μεγάλα ονόματα: Κατράκης, Καρέζη, Διαμαντίδου, Χρονοπούλου, Παπαμιχαήλ, Χέλμη, Λαδικού, Ανουσάκη, Γεωργίτσης, Περγιάλης.

Σε μια Ελλάδα ρημαγμένη, χωρίς υποδομές, σε μια Ελλάδα που ανθίζουν τα καμπαρέ και τα όνειρα για μια καλύτερη ζωή, μεταφερόμαστε στην Τρούμπα του Πειραιά και υπό την εξαιρετική μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, παρακολουθούμε την ζωή των κοριτσιών στο μαγαζί της μαντάμ Παρή…. Ο Βασίλης Γεωργιάδης δεν στέκεται στις λέξεις «Ιερόδουλες, νταβατζήδες, τσατσάδες, πελάτες» με την φτηνιάρικη έννοιά τους. Δεν προκαλεί σε την εικόνα. Προχωράει πέρα από την πρώτη ματιά που δίνει ένα καμπαρέ ή οίκος ανοχής και άψογα σκηνοθετικά, μας δείχνει ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι  δεν έχουν μόνο κορμί. Έχουν ψυχή, συναισθήματα, όνειρα, ερωτεύονται, ποθούν, πονούν. Ποιος άλλωστε θα λεγε ότι η εικόνα της Αλεξάνδρας Λαδικού παραπέμπει σε μια φτηνή γυναίκα! Ποιος θα τολμούσε να σκεφτεί ότι ο Μάνος Κατράκης είναι ο χαρακτηριστικός πελάτης της Τρούμπας.

Η ταινία κόβει εκατοντάδες χιλιάδες εισιτήρια, προβάλεται στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών και μπαίνει στην πεντάδα των Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Το ελληνικό σινεμά της εποχής ταξιδεύει πέρα από τα σύνορα της μικρής Ελλάδας, είναι εμπορικό και συνάμα βαθιά ποιοτικό. Ακόμα βουρκώνω βλέποντας τα Κόκκινα Φανάρια του 1963..

Έχουν περάσει 50 χρόνια από τότε. Έχουμε 2013 και το Εθνικό Θέατρο δίνει το πράσινο φως στα νέα Κόκκινα φανάρια. Μιούζικαλ. Το ανεβάζει ο Κωνσταντίνος Ρήγος. Χορογράφος. Απόφοιτος της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης. Το βιογραφικό του γράφει ότι είναι και οικονομολόγος. Στα νέα κόκκινα φανάρια σκηνοθετεί, σκηνογραφεί και χορογραφεί -Όλα αυτά ναι…  Το Εθνικό το πολυδιαφημίζει. Γράφονται καλές κριτικές. Όχι όμως από θεατές αλλά από κριτικούς. Πολλοί θέλουν να δουν το έργο έστω και υπό μιά νέα ματιά. Ανάμεσα σ’αυτούς και ‘γω.   Και πηγαίνω….

Χάσιμο χρόνου και χρήματος. Αναρωτιέμαι γιατί το κάνει αυτό το Εθνικό που φέτος έχει ανεβάσει εξαιρετικές παραστάσεις. Ερμηνείες κενές, επίπεδες, χωρίς ροή και συνοχή. Προχειρότητα. Αδούλευτη παράσταση με φτηνά σκηνικά. Χαντακώνονται καλοί ηθοποιοί όπως η Κοκκίδου, η Μιχαήλ. Και άλλοι που είναι απλά κακοί στο έργο, χωρίς να είναι κακοί ηθοποιοί. Δεν υπάρχει πουθενά κανένα συναίσθημα. Όλα επίπεδα.

Ποιος είναι ο στόχος της παράστασης; Δεν μπορώ να βρω απάντηση. Γιατί λέγεται “Κόκκινα φανάρια”; Μάλλον για να μαζέψει κόσμο, είναι πιασάρικος και ταυτόχρονα θυμίζει μια ολόκληρη εποχή, απαντάω. Θα πρεπε να λέγονται «άσχετα φανάρια».

Κάποιοι λένε ότι ο Ρήγος έμεινε πιστός στο πνεύμα και στο γράμμα του έργου του Γαλανού προσθέτοντας δικά του στοιχεία. Εγώ θα πω, πως κόλλησε κάπου στα φτηνά του σκηνικά μια αφίσα της παλιάς ταινίας με την Καρέζη και τον Παπαμιχαήλ μπας και το σώσει αλλά δεν…

Θεωρώ πως έμεινε στην πρώτη εικόνα που έχει ένα καμπαρέ: χαζές γκόμενες που χαριεντίζονται με πελάτες, στήθη και κώλοι πρώτο πλάνο στη μούρη του θεατή. Και κανένα συναίσθημα. Ούτε ένα εκατοστό πιο κάτω. Ούτε ένα δάκρυ, ούτε ένα όνειρο… Και δεν έχει και διάλειμμα για να σηκωθώ να φύγω!

50 χρόνια μετά, και λυπάμαι… μήπως να αφήναμε την ιστορία να ‘ναι ιστορία; Και να σκηνοθετεί ο κάθε χορογράφος κάτι δικό του, καλώντας με να αποφασίσω αν αξίζει τον κόπο να το δω; Και γιατί στο Εθνικό;

cinepivates

Συντακτική ομάδα

5 σκέψεις σχετικά με το “Τα «κόκκινα» φανάρια του 1963 & τα «άσχετα» φανάρια του 2013

  • Γιατί στο Εθνικό; μα γιατί εκεί δίνουν χρήματα στην κλικα τους χωρίς να τους νοιάζει η αποτυχία. Το είδα και γω το έργο το φετεινό. Καθόμουνα σε διάδρομο, και λίγο πριν τελειώσει έφυγα. Θεώρησα πως η παράσταση αυτή προσβάλλει την ιστορία. και μένα, που είμαι μέρος της. Το να το ανεβάσεις ώς μιούζικαλ δεν είναι κακό. Το να μην βγάλεις κανένα συναίσθημα στον θεατή είναι κάκιστο, γιατί δεν έχεις καταλάβει φίλε εσύ που τα κάνεις όλα (και σίγουρα δεν συμφέρεις), ποιο είναι το πνεύμα της παλιάς ταινίας

    Σχολιάστε
  • Ωχ αμάν!!!Ο Dennis δε χαρίζει κάστανο! :/

    Υ.Γ.=Ο Ρήγος είναι φορέας μιας εντελώς κόντρα στην ταινία αισθητικής.Σίγουρα πάντως είναι μεγάλο το στοίχημα να στήσεις μία παράσταση πάνω σε μία τόσο κλασική πλέον ταινία που έχει μείνει στη συνείδηση του κόσμου με ένα συγκεκριμένο τρόπο.Όσοι πήγαν να την παρακολουθήσουν θα έπρεπε να ξέρουν οτι πάνε να δούνε Ρήγο και όχι Κόκκινα Φανάρια.

    Σχολιάστε
  • Το έργο ήταν κακό. Πρόχειρο. Αδούλευτο. Έκανε πρόταση γάμου ο ναυτικός στην αντίστοιχη Λαδικού, και αυτή απαντούσε “ασε μας αγορίνα μου, δεν είμαι εγώ για γάμους και τέτοια”. Και προπάντων, δε βρήκα κανένα μα κανένα ενδιαφέρον. Τίποτε νέο και συγκλονιστικό. Συμφωνώ πως δεν δεν πηγαίνεις ποτέ να δεις κάτι ίδιο και πως εάν ξαναανεβάσεις κάτι μεγάλο πρέπει να κάνεις μια καλή αλλαγή, φτάνει αυτό το καινούργιο να βλέπεται. Και δυστυχώς αυτό ήταν χάλια. Στο τέλος όλοι βρίζανε που δεν έκανε διάλειμμα να φύγουν. Να μην σας πω ότι γελούσαμε με κομμάτρια που υποτίθεται ήταν δραματικά. Γελούσαμε με το χάλι που βλέπαμε, όχι με κάτι αστείο. Ει εσεις στο Εθνικό, μαζεψτε το λίγο

    Σχολιάστε
  • Eγώ είμαι γιατρός, χειρουργός, καλλιτέχνης δηλαδή λίγο. Θα μπορούσα και γω να σκηνοθετήσω φαντάζομαι στο Εθνικό ε; Το είδα πριν κανα μήνα. Πραγματικά κακό. Βαριόμουν απίστευτα. Δεν είχε τίποτε απολύτως να προσθέσει στα θεατρικά δρώμενα. Επίσης ρε φίλε, το να θέλεις να παραστήσεις ένα δωμάτιο και να μας δείχνεις τα δοκάρια και τις ταύλες που βρίσκονται πίσω από τα σκηνικά, είναι σαν να ρχεσαι σπίτι μου και να σε βάζω να καθήσεις στην αποθήκη

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *