ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Στο Σπίτι

1popcorn

sto-spiti_type12443Είναι πλέον γεγονός ότι το «παράξενο κύμα» του ελληνικού σινεμά έχει αρχίσει να κουράζει επικίνδυνα. Στην αρχή υπήρχε μια πρωτοτυπία, μας έδωσε μερικά διαμαντάκια, όταν όμως κάτι ξεκινάει να επαναλαμβάνεται λόγω της αρχικής επιτυχίας του, είναι αναπόφευκτο πως κάποια στιγμή θα επέλθει έντονος κορεσμός. Το «Στο Σπίτι» είναι μία ακόμα «τέτοια» ελληνική ταινία. Εξαιρετικά αδύναμο σενάριο για να κρατήσει το θεατή (από τον ύπνο), άνευρη, ρομποτική ηθοποιία και μια σωρεία στατικών πλάνων, παρατεθειμένα το ένα πλάι στο άλλο, να λειτουργούν σαν κινούμενες φωτογραφίες.

Σε τεχνικό επίπεδο, η φωτογραφία της ταινίας είναι καλή, δηλαδή ο δημιουργός έχει πετύχει το σκοπό του, επομένως ως προς την εκτέλεση της ιδέας, το αποτέλεσμα είναι άρτιο. Σε καμία περίπτωση δεν αρκεί αυτό όμως, από τη στιγμή που η ίδια η ιδέα δεν διαθέτει καθόλου θεματική ισχύ. Μια γυναίκα, που επί χρόνια εργάζεται ως οικιακή βοηθός σε ένα σπίτι και έχει δεθεί με την οικογένεια, παθαίνει ένα πρόβλημα υγείας και οι σχέσεις μέσα στο σπίτι αλλάζουν.

Sto-Spiti-3

Είναι μια αλλαγή, που δεν είναι δοσμένη με τρόπο που μας αφορά. Η ταινία συγγενεύει περισσότερο με το Wild Duck του Γιάννη Σακαρίδη, που έχει επίσης πρωταγωνιστή τον Αλέξανδρο Λογοθέτη, με τη διαφορά ότι εκεί υπάρχει ένας πιο ενδιαφέρων προβληματισμός και ένας χαρακτήρας που δομείται με μεγαλύτερη συνέπεια και ρεαλισμό.

spiti002Στην εδώ περίπτωση, όταν μιλάμε για ρεαλισμό, εννοούμε πλάνα απελπιστικά μεγάλης διάρκειας που δε φαίνεται να αποσκοπούν σε κάτι, ούτε να προσδίδουν κάποιο δραματικό βάθος, εκ των οποίων κανένα δεν είναι κοντινό, που σημαίνει πλήρης απώλεια σύνδεσης ή ταύτισης με οποιονδήποτε χαρακτήρα.

Επί της ουσίας, δεν υπάρχει αφήγηση. Καθ’ όλη τη διάρκεια είμαστε οι παρατηρητές, που βλέπουν εξ αποστάσεως κάποιες καταστάσεις να εξελίσσονται με θεωρητικά ρεαλιστικό σκηνοθετικό ύφος (άσχετα αν απέχουν από την πραγματικότητα), χωρίς να καταλήγουν κάπου. Τις βλέπουμε, περνούν μπροστά μας, και φεύγουν. Δεν υπάρχει κάτι για να συγκρατήσουμε, κάποιο συμπέρασμα στο οποίο να οδηγηθούμε.

Οι διάλογοι είναι άνευροι, συγκρατημένοι, επιφανειακοί και υποβαθμίζουν την αξιόλογη προσπάθεια της Μαρίσσας Τριανταφυλλίδου, καθώς περιορίζουν την ανάδειξη του πρωταγωνιστικού χαρακτήρα της, υποτίθεται σκόπιμα, αλλά χωρίς εμείς να γνωρίζουμε το σκοπό.

spiti001

Έχουμε δει αριστουργήματα του Χάνεκε, ο οποίος με τα μακράς διάρκειας πλάνα του, ξέρει να αναδεικνύει κρυμμένες πτυχές της ψυχολογίας των ηρώων του και έχουμε δει άπειρες αποτυχημένες ελληνικές απόπειρες να ασκήσουν το ίδιο ψυχρό σκηνοθετικό ύφος, χωρίς να υπάρχει το σεναριακό υπόβαθρο για να ταιριάξει. Είναι καιρός να δοκιμαστεί κάτι διαφορετικό.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *