ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Μέχρι το Τέλος (The Homesman)

Οι αχανείς εκτάσεις της Άγριας Δύσης γίνονται ο καμβάς για να ζωγραφίσει ο Τόμι Λι Τζόουνς (εδώ σκηνοθέτης, συν-σεναριογράφος και ηθοποιός) το σκληρό έπος του για τη δύσκολη ζωή στην Αμερική πριν από τον εμφύλιο. Ο κόσμος του Τόμι Λι Τζόουνς δεν είναι ένας κόσμος με παράνομους, πιστολίδια, κακούς Ινδιάνους και καλούς αφέντες. Είναι ένας κόσμος δύσκολος, γεμάτος πείνα, κακουχίες, φόβους. Είναι ένας κόσμος όπου οι γυναίκες χάνουν τη λογική τους, δίνοντας έναν συνεχή αγώνα για επιβίωση.

Σε αυτόν τον κόσμο ηρωίδα είναι η Μαίρη, μία γυναίκα που ζει μόνη της, φροντίζοντας τα ζώα και τη γη της. Η Μαίρη είναι μια θεοσεβούμενη και τρυφερή γυναίκα που θέλει απεγνωσμένα να παντρευτεί. Όταν τρεις γυναίκες της ενορίας τρελλαίνονται, θα αναλάβει να τις μεταφέρει ανατολικά, σε ένα ταξίδι πολύ επικίνδυνο. Μαζί της ταξιδεύει και ο Τζορτζ Μπριγκς, ένας τυχοδιώκτης που αναγκάζεται να τη βοηθήσει επειδή της χρωστάει χάρη.

Το ταξίδι είναι δύσκολο και γίνεται ακόμη πιο δύσκολο εξαιτίας της κατάστασης στην οποία βρίσκονται οι τρεις γυναίκες.

Ο Τόμι Λι Τζόουνς στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας επικεντρώνει το βλέμμα του στους γυναικείους χαρακτήρες. Η πλοκή διακόπτεται για να μας δείξει τα ψήγματα τρέλας των τριών γυναικών, στιγμές της καθημερινότητάς τους. Είναι σκηνές που διέπονται από μία ευρωπαϊκή κινηματογραφική λογική, ένα στοιχείο που ο Τόμι Λι Τζόουνς έχει επιδείξει και στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο Οι Τρεις Ταφές του Μελκιάδες Εστράδα.

Προς τιμήν του, σε όποιες στιγμές ο θεατής κοντεύει να πιστέψει ότι κινείται σε κλασικά μονοπάτια, η ταινία ανατρέπει την εντύπωση αυτή, αρνούμενη τις εύκολες απαντήσεις –και πάλι στο μεγαλύτερο μέρος της. Ένα γεύμα οδηγεί στην αμήχανη στιγμή μιας γαμήλιας πρότασης, ενώ η ταινία δεν αποφεύγει ούτε τη σκηνή ενός συζύγου που βιάζει την γυναίκα του μπροστά στη μητέρα της.

Το ταξίδι που ξεκινούν οι χαρακτήρες δεν επιφυλάσσει ηρεμία, αλλά περισσότερες κακουχίες. Είναι ένας κόσμος –λίγα χρόνια πριν από τον εμφύλιο πόλεμο- όπου η Αμερική παλεύει να ανακαλύψει εάν έχει ανθρωπιά. Εάν αξίζει να γδύσεις μια σορό για να ζεσταθείς ή να μείνεις πίσω για να καλύψεις έναν τάφο που έχει ξεθαφτεί. Αυτή είναι η απάντηση που αναζητά ο Τόμι Λι Τζόουνς, μια απάντηση που έχει να κάνει με ερωτήματα σχετικά με τα ήθη μιας χώρας υπό διαμόρφωση.

Οι υπέροχες εικόνες έρχονται σε αντίθεση με τις δυσκολίες των ηρώων. Φέρνοντας στο νου τα Σταφύλια της Οργής του Τζον Φορντ, ο Τόμι Λι Τζόουνς ασχολείται τόσο με τη φτώχεια, όσο και με τη θέση της γυναίκας σε αυτό τον αφιλόξενο κόσμο. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα φεμινιστικό γουέστερν, αλλά ούτε γουέστερν είναι, ούτε φεμινιστικό. Είναι απλά ρεαλιστικό, ανθρώπινο και λυρικό.

Η Χίλαρι Σουάνκ δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία ως Μέρι, το ίδιο και οι Γκρέις Σάμερ, Σόνια Ρίχτερ και Μιράντα Όττο. Για τον ρόλο του Τόμι Λι Τζόουνς διατηρώ κάποιες διαφωνίες, καθώς μοιάζει βοηθητικός.

Το Μέχρι το τέλος σταματά λίγο πριν μπορέσει να ανακηρυχθεί ως ένα αριστούργημα. Αυτό οφείλεται στο μάλλον αμήχανο τελείωμα της ταινίας, στα cameo που φαίνεται να έχουν ως στόχο όχι τόσο να προχωρήσουν την εξέλιξη, όσο να δώσουν ρόλο σε διάσημους ηθοποιούς.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι τελικά για ποιον χαρακτήρα μιλά η ταινία. Τι ιστορία είναι και τι θέλει να πει. Είναι η ιστορία του τυχοδιώκτη, της μοναχικής γυναίκας ή των τριών δυστυχισμένων ψυχών; Απάντηση υπάρχει αν και δεν είναι αυτή που θα θέλαμε.

Όλα αυτά δεν μειώνουν κατά τη γνώμη μου την υπέροχη αυτής της ταινίας. Ούτε τη μειώνει το γεγονός ότι δεν φτάνει την ποίηση των Τριών Ταφών του Μελκιάδες Εστράδα. Απλά αποδεικνύει ότι θα θέλαμε τον Τόμι Λι Τζόουνς να γυρίζει περισσότερες τέτοιες.

Τελικά να τη δω;

Οπωσδήποτε. Μία υπέροχη και ευαίσθητη ταινία, ένα σκληρό πορτραίτο της ζωής στην Άγρια Δύση, ένα οδοιπορικό ευρωπαϊκής αισθητικής με λυρικές εικόνες και καλά σκιαγραφημένους χαρακτήρες. Υπέροχη και μία από τις καλύτερες προτάσεις των τελευταίων εβδομάδων.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *