Η νύχτα που όλα έγιναν κόκκινα
Τί θα συνέβαινε στη χώρα, αν γιά μία ημέρα με Προεδρ.Διάταγμα λογίζοταν νόμιμα όλα τα εγκλήματα (ακόμη και οι ανθρωποκτονίες), αναστέλετο δηλαδή η ισχύς του Ποινικού Κώδικα;
Η ταινία του James DeMonaco με τίτλο THE PURGE: ELECTION YEAR ( η πιό πρόσφατη της άτυπης τριλογίας), προσπαθεί να δώσει μιά απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, τοποθετώντας το εφιαλτικό σκηνικό στις Η.Π.Α, όπου με απόφαση των «Νέων Ιδρυτών της Χώρας», κάθε χρόνο, μιά φορά, για 12 ώρες αναστέλλεται η ισχύς του Νόμου, και ο οποιοσδήποτε μπορεί να τελέσει οποιοδήποτε έγκλημα χωρίς συνέπειες. Για 12 ώρες, το Κράτος με τις προστατευτικές για τον πολίτη διατάξεις του, παύει να υφίσταται, η χώρα μετατρέπεται σ΄ένα απέραντο σφαγείο όπου θα επιβιώσει , κατά τα φαινόμενα, ή ο πιό δυνατός/ικανός στο χειρισμό όπλων, ή αυτός που έχει την καλύτερη ασφαλιστική κάλυψη απέναντι στην Εκκαθάριση( Purge) . διότι αυτό το «Halloweenn γιά ενήλικες» όπως το χαρακτηρίζει γελώντας υστερικά ένας έμπορος, αποτελεί συν τοις άλλοις και μία άκρως κερδοφόρα δραστηριότητα : ορδές «τουριστών δολοφονίας» συρρέουν στην Ουάσιγκτον για την ετήσια «γιορτή», οι ασφαλιστ.εταιρείες πλουτίζουν απ’ τα παχυλά συμβόλαια προστασίας των τρομοκρατημένων πολιτών, και κυρίως, η Κυβέρνηση των Η.Π.Α έχει βρεί έναν έξυπνα διεστραμμένο τρόπο να μειώσει τις δαπάνες για στέγαση, κοινων. πρόνοια μεγάλων μερίδων του πληθυσμού, όπως καταγγέλει ο δραστήριος Ντάντε Μπίσοπ (Edwin Hodge). Η ταινία του DeMonaco δεν είναι σε καμία περίπτωση ταινιάρα , με σενάριο που δίνει απλώς, καλή αφορμή για σπλάτερ (οι πυροβολισμοί στο κεφάλι σπάνε ρεκόρ εδώ) και ερμηνείες, απλώς επαρκείς, έχει αξία μόνο γι’ αυτό που μας παρουσιάζει: την απόλυτη δυστοπία— η αποθέωση του επιθετικού Καπιταλισμού/ ξέσπασμα του μίσους έναντι αλλήλων, η βραχύβια γέννηση της ζούγκλας και η ολοκληρωτική άρση κάθε περιορισμού που τις υπόλοιπες 364 μέρες του χρόνου καθιστά, κατ’ αρχήν, δυνατή τη συμβίωσή μας με τους υπόλοιπους κοινωνούς.
‘Εχουμε δεί φερειπείν, σαφώς καλύτερες ερμηνείες από τον επικεφαλής προσωπ.ασφάλειας πολιτικού προσώπου (βλ.τον άπαιχτο Gerald Buttler στο OLYMPUS HAS FALLEN ), o Frank Grillo κάνει ό,τι μπορεί , χωρίς ν’αποσπά ενθουσιώδη χειροκροτήματα, από μένα τουλάχιστον. Εξίσου υποτονική και απλώς επαρκής είναι και η ερμηνεία της Elizabeth Mitchell, που υποδύεται τον βασικό στόχο της Εκκαθάρισης, την Γερουσιαστή/υποψήφια Πρόεδρο των Η.Π.Α Τσάρλι Ρόαν, η οποία αποτελεί το αντίπαλο δέος στην ομαδική αποκτήνωση,κανιβαλισμό και δολοφονική φρενίτιδα που καταλαμβάνει τη χώρα μιά φορά το χρόνο.
Η φτωχή όμως παρουσία του καστ (μ’ εξαίρεση την πολύ καλή Betty Gabriel– νομίζω θα διαπρέψει σε ρόλο action heroine ) δεν μ’ενόχλησε, ακριβώς επειδή το μείζον σ’ αυτή την ταινία είναι η δυστοπία που αναπαριστά, αυτή η δυστοπία που οργανώνεται/συντονίζεται απ΄τη νόμιμη κυβέρνηση των Η.Π.Α, είναι ο αληθινός πρωταγωνιστής: το ίδιο το Κράτος, μετατρέπεται σε ηθικό αυτουργό και δεν διστάζει να δώσει το ελεύθερο στην εξόντωση των πολιτών του, επειδή όπως λέει κυνικά ο παράφρων, υστερικός επικεφαλής της NFFA που στηρίζει (και χρηματοδοτεί ) την κυβέρνηση «Δεν φτάνουν για όλους. Δεν μπορούν να έχουν όλοι. Κάτι πρέπει να κάνουμε μ΄όλα αυτά τα ιδεαλιστικά γουρούνια».
Αυτό που προκαλεί τη φρίκη σ’ αυτή την ταινία, δεν είναι μόνο τα κοντινά πλάνα όπου μυαλά και αίμα τινάζονται από ανθρώπινα σώματα, είναι κυρίως αυτό το απροκάλυπτο θράσος των κυβερνώντων (ένας τόσο Αμερικάνικος συνδυασμός θρησκευτ.φανατισμού, καπιταλιστικής απληστίας και λατρείας της βίας ως μέσου εξαγνισμού) που παρέχει το τέλειο άλλοθι στους κάτω , τους πολίτες να εκφράσουν όλη τους τη δολοφονική μανία και λύσσα που η αναγκαία κοινωνικοποίηση και ο μπαμπούλας του Ποιν.Δικαίου κρατούσαν μαντρωμένες.
Δεν είναι τυχαία πιστεύω, η καταγγελία του Μπίσοπ ότι η πλειοψηφία των θυμάτων της Εκκαθάρισης είναι πολίτες χαμηλού εισοδήματος, ούτε πως σ’αυτή την ταινία βλέπουμε πολύ έντονη την παρουσία εγχρώμων και στα δύο άκρα της συμπεριφοράς (βλ. τον Τζο Ντίξον και τον υπάλληλό του Μάρκος, αλλά και την θαραλλέα Λένι –όλοι μαύροι− να διαφοροποιούνται σαφώς απ΄τους διψασμένους για φόνο συμπολίτες τους, όπως είναι κάτι αχώνευτα νιάνιαρα, μαθήτριες παρακαλώ, επίσης μαύρες, οι οποίες πανηγυρίζουν κυριολεκτικά, για την Εκκαθάριση με σαφή κι εκπεφρασμένη πρόθεση να σκοτώσουν κόσμο). Φαίνεται να υπάρχει έντονο ταξικό και φυλετικό επιχείρημα κρυμμένο στα ευκόλως παρεξηγήσιμα πλάνα αυτής της ταινίας που θέλει, εικάζουμε, να θεωρηθεί σκεπτόμενο σπλάτερ.
Δεν σκοτώνουμε επειδή φοβόμαστε ( την ποινική τιμωρία) ή επειδή σεβόμαστε (τον συνάνθρωπό μας); Η ταινία του DeMonaco με το κάπως πρόχειρο φινάλε της, μοιάζει ν’ απαντάει καταφατικά στο πρώτο σκέλος της ερώτησης: όταν αρθεί η απειλή της τιμωρίας, έστω για 12 ώρες, αίρεται και ο σεβασμός στη ζωή του άλλου.
Μέσα απ΄την αηδία, αποτροπιασμό που προκαλεί αυτή η ταινία, αναδύεται, ελπίζω, η πίστη μας όχι στο περίφημο αμερικάνικο όνειρο όπως νομίζει ο νεαρός Μάρκος, αλλά η ελπίδα ότι το να βλέπεις επί 2 ώρες το σφαγείο , με τις ευλογίες και αυτών που υποτίθεται πως το τιμωρούν, είναι το πιό επιδραστικό επιχείρημα κατά μιάς κοινωνίας-σφαγείου, κατά της οπισθοδρόμησης σε μία φυσική κατάσταση όπου μπορούμε να πράξουμε ο,τιδήποτε σε βάρος άλλων, χωρίς συνέπειες.
Και αν γελάτε ειρωνικά με τα παραπάνω όπως γελούσαν κι οι αιμοχαρείς πλουτοκράτες της NFFA ακούγοντας τη Γερουσιαστή, σκεφτείτε πως κάθεστε ασφαλείς και διαβάζετε αυτά, επειδή ακριβώς κάτι συγκρατεί τους άλλους απ΄το να σας ανοίξουν το κεφάλι…