Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Πίσω απ΄τα λαμπερά φώτα

Ποιά είναι η “συνταγή” γιά μία πετυχημένη ταινία μουσικού θέματος και δη ροκ; Πολλά ντεσιμπέλ να διαπερνούν την οθόνη οριζοντίως και καθέτως, και να φτάνουν μέχρι τον θεατή, ένα συγκρότημα ή μεμονωμενο καλλιτέχνη που “τα σπάει” πάνω στην σκηνή, και ικανοί ηθοποιοί που ταυτίζονται,φυσιογνωμικά και κυρίως σε επίπεδο προσωπικότητας με τον ρόλο του προσώπου που καλούνται να ερμηνεύσουν. Ξεκαθαρίζω πως, κατά προσωπική εκτίμηση, η ταινία ΔΕΝ είναι Almost Famous… Αλλά, δεν παύει να διαθέτει αυτό το μαγικό συστατικό, που καθηλώνει το θεατή.
Οι σκληροπυρηνικοι, φαλλοκράτες ροκάδες, ίσως νιώσουν άβολα, και χλευάσουν ασυστόλως την ταινία της Floria Sigismondi The Runaways ( βασισμένη στο βιβλίο της τραγουδίστριας του συγκροτήματος, Cherie Currie, Neon Angel ), επειδή όπως πολού καλά γνωρίζουν οι κατέχοντες τα της ροκ βιομηχανίας, η πλειοψηφία των συγκροτημάτων, απαρτίζεται από άντρες…
‘Ομως, στα 1975, στην Καλιφόρνια, μιά μικρή η Joan Larkin(Kristen Stewart) που τρελαίνεται για Bowie,Sex Pistols και όλο το βρεταννικό punk, και παίζει ηλεκτρική κιθάρα, αποφασίζει να φτιάξει μιά γυναικεία μπάντα. Εάν αξίζει για κάτι αυτη η ταινία, είναι δύο πράγματα:
Το πρώτο, οι ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΕΣ ερμηνείες, των Kristen Stewart, και Dakota Fanning στους ρόλους των Joan Jett και Cherie Currie αντιστοίχως, δυο ανήλικες που έμελε να βάλουν φωτιά στη σκηνή. Σημειωτέον πως οι δύο ηθοποιοί εχουν περίπου την ηλικία των δύο πιό προβεβλημένων μελών της μπάντας την εποχή που ξεκινούσαν.
Το δεύτερο, είναι ακριβώς η παρουσίαση του παρασκηνίου της λεγόμενης μουσικής βιομηχανίας, με “ξεναγό” τον φαινομενικά στην κοσμάρα του, αλλά κατ’ουσίαν απόλυτα συγκεντρωμένο στο σκοπό του,μουσικό παραγωγό/ ανιχνευτή νέων ταλέντων, Kim Fowley(απολαυστικός ο Michael Shannon) ο οποίος φροντίζει να καταστήσει απολύτως σαφές στις μικρές, ότι ” οι άντρες είναι γουρούνια. Θελουν να πηδήξουν. Αυτο πρέπει να τους δώσετε και να το παίρνετε πίσω. Θα σας μάθω να σκέφτεστε με το πουλί σας… Θέλω να δω αναρχία, οργή, μίσος, ουρλιαχτά” κ.λ.π, κ.λ.π μιά έντεχνη παρουσίαση των επιδιώξεων των δισκογραφικών εταιρειών, οι οποίες χέστηκαν για τη ροκ μουσική και το τι αυτή θέλει να εκφράσει, και νοιάζονται μόνο για το τελικό “προϊόν”, αν θα έχει απήχηση στους καταναλωτές, σερβιρισμένες σ’ ένα επαναστατικό περιτύλιγμα νεανικής λυσσας και οργής.
Η ερμηνεία της Stewart ειναι αποκαλυπτική, αφοπλιστική μεταμόρφωση της Bella Swan του Twilight, σε ένα κορίτσι που ροκάρει, γουστάρει τη μουσική κι ακριβώς επειδή βάζει την αγάπη για την Τέχνη της , πάνω απ΄ όλα, κατορθώνει να επιβιώσει ,εν μέσω πίεσης που ασκούν πάνω στη μπάντα, η ξαφνική επιτυχία, η φρενιτιδα των θαυμαστών(δείτε τη σεκάνς με την περιοδεια του γκρούπ στην Ιαπωνία και θα γίνετε αγοραφοβικοί σίγουρα), οι απαιτήσεις της δισκογραφικής εταιρείας, η οποία αναμένει τους δίσκους για τους οποίους άλλωστε υπέγραψαν συμβόλαιο… Αν νόμιζαν αυτές οι μικρές απειρες, οτι θα γίνουν ροκ σταρς χωρις να δουλέψουν, αυτό να το ξεχάσουν.
Η επιβιωση δεν ειναι κάτι που κατορθώνει ο έτερος πόλος της μπάντας, η υπερεκτεθειμένη στα ΜΜΕ, ως sex bomb ,ανήλικη βεβαιως κι αυτή, Cherie, η οποία βουλιάζει αργά και σταθερά στα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Οσοι θυμαστε τη μικρούλα , γλυκιά Dakota στο ρόλο της κόρης του Σον Πεν ή του Ρομπερτ ντε Νίρο, ετοιμαστείτε να δείτε ένα νυμφιδιο, που η υπερβολική έκθεση στα φώτα το χρήμα και την πίεση, το καίνε και το αναγκάζουν να πισωπατήσει τρομαγμένο και ψυχικά διαλυμμένο.
Απ΄τις καλύτερες σκηνές της ταινίας πιστέυω, είναι το ξέσπασμα της Joan μέσα στο στουντιο ηχογράφησης, μετά απο έναν καβγά με τη ντίβα της μπάντας, Cherie η οποία αποφασίζει να πεί όχι. Γνήσιο ξέσπασμα το οποίο ο δαιμόνιος Fowley προσπαθεί να εκμεταλλευτεί , μετατρέποντάς το σε “καύσιμο” για να παραχθεί το προϊόν”… Και βεβαιως αξίζει να επισημανθεί η εμπνευσμένη ερωτική σκηνή μετάξύ Joan-Cherie υπό τους ήχους του I wanna be your dog των Stooges. Ειμαι σίγουρη πως ο λογος που δεν ηταν υπερβολικά καυτή, είναι η ανηλικότητα της Fanning.
H ροκ μουσική, όπως φέρεται νε έχει πεί ο Bono, “σου λέει οτι τα πάντα δεν ειναι εντάξει αλλά μπορεις να τ’ αλλάξεις”, αλλά κατά περίεργο τρόπο, οι διαμαρτυρόμενοι κι επαναστάτες είναι κατά πλειοψηφία αρσενικού γένους.
Η ταινία της Sigismondi θυμίζει τις απαρχές της γυναικείας παρουσίας στη ροκ σκηνή, και όχι ως χαζοχαρούμενες groopies, αλλά ως μουσικοσυνθέτες/στιχουργοί/οργανοπαίχτες, ενεργά μέλη εν τέλει, συγκροτημάτων.
Νομίζω πως αν ήταν μία σκάλα πιό οργισμενη ακόμη, πιό σκληρή αυτή η ταινία, θα κατόρθωνε να μας πείσει περισσότερο για τις προθέσεις της. Γιατί δυστυχώς, στο δικο μου κεφάλι τουλάχιστον, παραμένει η απορία: πρέπει να’σαι άντρας για να αποδώσεις σωστά το Smoke on the water φερειπείν; το να δονείς στάδια είναι θέμα τεστοστερόνης κι αντρίλας; Ειναι θέμα φύλου, το ροκ; Η’ θέμα πάθους,αγάπης για τη μουσική, δέσμευσης και προσήλωσης στο στόχο; Στοιχεία τα οποία διέθετε η Joan γιαυτό κι επέζησε ώστε να δημιουργήσει αργότερα τις Black Hearts. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Φράνσις

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Μια σκέψη για το “Πίσω απ΄τα λαμπερά φώτα

  • Η ροκ σίγουρα ταιριάζει περισσότερο στους άνδρες, γιατί είναι οργισμένη, αλήτικη και συνήθως λιτή. Άλλωστε η συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών που ξεχώρισαν σε αυτή (Patti Smith, Joan Jett) είχαν μεγάλη ανδροπρέπεια στη συμπεριφορά και το στυλ τους.

    Σχολιάστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *