Ο μόχθος ανταμοίβεται
Η ταινία του Patrice Leconte με τίτλο UNE PROMESSE/A PROMISE, βασισμένη στη νουβέλα του Stefan Zweig “Le Voyage Dans Le Passé”, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως θρίαμβος των κλισέ: ο πλούσιος και αυστηρός βιομήχανος, η πανέμορφη και νεαρότατη σύζυγος του βιομήχανου, ο εργατικός και αριστούχος νέος, υπάλληλος του βιομήχανου, και το αναπόφευκτο ειδύλλιο μεταξύ των δύο λουλουδιών υπό τα όμματα του βλοσυρού βιομηχάνου, ο μικρός γιός του ζεύγους που συμπαθεί το νεαρό υπάλληλο και βρίσκει σ’αυτόν ένα σύντροφο στα παιχνίδια του και λοιπά και λοιπά, στοιχεία που σίγουρα έχουμε δεί άπειρες φορές και με παραλλαγές, στη μεγάλη οθόνη.
Όμως αυτό που κάνει πολύ αξιοπρόσεκτη τούτη την ΚΑΤΑΧΛΩΜΗ (όπως τη χαρακτήρισε φίλος) ταινία, είναι δύο πράγματα. Το ένα είναι η ΕΞΟΧΗ Rebecca Hall (θυγατέρα του Peter Hall παρακαλώ) στο ρόλο της κυρίας Σάρλοτ Χόφμαϊστερ. Αν η παρουσία της στο The Awakening μας εδωσε ισχυρές ενδείξεις ότι είναι φτιαγμένη για ταινίες εποχής, η ερμηνεία της εδώ το αποδεικνύει πλήρως. Πανέμορφη, πειστικότατη, μ’ένα υπνωτιστικό τραμπάλισμα μεταξύ αυτοκυριαρχίας και συναισθηματικής υπερχείλισης, είναι ο βασικός πόλος έλξης αυτής της καλοφτιαγμένης ταινίας.
Άξιος συμπρωταγωνιστής είναι ο Alan Rickman υποδυόμενος τον βιομήχανο μετάλλου Καρλ Χόφμαϊστερ, μ’αυτόν τον διφορούμενο επιτονισμό στην ομιλία του που προκαλεί ανατριχίλες (τον είχε και ως καθηγητής Σνέηπ) κι ένα βλέμμα που, στον προσεκτικό θεατή, αποκαλύπτει τον απώτερο στόχο του. Γιατί με το που γνωρίζει ο ικανότατος μηχανικός και προσωπικός γραμματέας του βιομήχανου, Φριτς Zάϊτς την ωραία Σάρλοτ, δεν μπορείς να μην αναρωτηθείς τί στο λύκο κάνει η οπτασία με τον μεσήλικα (καρδιοπαθή) βιομήχανο και δεν κουτουπώνει αυθωρεί και παραχρήμα το φρεσκαρούδι, που κάθεται στην καρέκλα σα να ‘χει καταπιεί μηλινόβιτσα. Τον οποίο υποδύεται επαρκέστατα ο ωραίος Richard Madden του GoT (αν και όχι τόσο σέξι, όσο ήταν με τα μούσια του). Ο Madden πλάθει έναν Φρίντριχ σοβαρό, μετρημένο στις εκδηλώσεις των αισθημάτων του, κατ’ ουσίαν ερωτευμένο με τη δουλειά του- εξαίρετο παράδειγμα πεντάρφανου και φτωχού αγοριού που ανατράφηκε απ’την Κρατική Πρόνοια και αρίστευσε στις σπουδές του αποφοιτώντας απ’το πανεπιστήμιο. Λαμπρό παράδειγμα διαταξικής κινητικότητας.
Η ταινία του Leconte είναι σε γενικές γραμμές υποτονική, θυμίζει πολύ αμυδρά τον Εραστή Της Λαίδης Τσάτερλι, το κρυφό ειδύλλιο μεταξύ της κυρίας βιομηχάνου και του υπαλλήλου του άντρα της δεν αναπτύσσεται ιδιαίτερα γιατί δεν προλαβαίνει να το κάνει, αντί αυτού έχουμε την εκπληκτική σκηνή της εξομολόγησης των συναισθημάτων της Σάρλοτ όπου η Hall δίνει ρεσιτάλ θα έλεγα, ως αισθαντική μεγαλοαστή που τρέφει πάθη κάτω απ’τους κορσέδες και τα ευπρεπή ενδύματα. Πολύ ωραία επίσης είναι η μοναδική ερωτική σκηνή της ταινίας.
Το δεύτερο στοιχείο που διασώζει την ταινία είναι ο στόχος του βιομήχανου, το μυστικό που φανερώνει στη σύζυγό του και δίνει, αφού πέσουν οι τίτλοι τέλους, αναδρομικά ένα τρομερό ενδιαφέρον στην ταινία- ο Rickman ενσαρκώνει έναν κεφαλαιοκράτη που σαν άλλος Διάβολος βάζει τον πειρασμό (την πανέμορφη και καλλιεργημένη σύζυγό του) στο δρόμο του πιστού υπαλλήλου του. Θα ‘λεγε κανείς πως μόνος του έβγαλε τα μάτια του. Ποιός όμως δεν θα τον συμπαθήσει τελικά; Ήθελε το καλύτερο για τη γυναίκα του και της το πρόσφερε…
Η μουσική του Gabriel Yared, ιδίως των τίτλων έναρξης, ντύνει πολύ ταιριαστά την δημιουργία του Leconte. Γυρισμένη στο Βέλγιο, από Γάλλο σκηνοθέτη, με αγγλικούς διαλόγους και ιστορία που εκτυλίσσεται στη Γερμανία του 1912, ε ναί, μπορούμε να μιλήσουμε για έναν θρίαμβο της Γηραιάς Ηπείρου.