ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Belle

two-half-popcorn

belle 000

H ταινία είχε πρωτοκυκλοφορήσει στις 20 Νοεμβρίου 2014, αλλά ξαναβγαίνει στις ελληνικές αίθουσες, αναζητώντας τους θεατές της, όσους δεν την είδαν ή όσους θέλουν να την ξαναδούν.

Η Ντίντο Ελίζαμπεθ Μπελ δεν γεννήθηκε ελεύθερη, ως γόνος του έρωτα ενός ναυάρχου του βασιλικού ναυτικού με Αφρικανή σκλάβα. Για να τη σώσει από μια άσχημη μοίρα ο πατέρας της την παίρνει μαζί του πίσω και αναθέτει την διαπαιδαγώγηση της στον δικαστή θείο του Λόρδο του Μάνσφιλντ. Η κοπέλα θα μεγαλώσει μαζί με την ξαδέρφη της Ελίζαμπεθ στην υψηλή κοινωνία της Αγγλίας του 18ου αιώνα, όπου οι τίτλοι και η περιουσία είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες με τον ρατσισμό στο χρώμα του δέρματος. Όταν η έφηβη Μπελ φτάσει σε ηλικία γάμου θα πρέπει να επιλέξει αν θα παντρευτεί και αν η επιλογή της θα είναι βάσει της κοινωνικής της θέσης σε έναν γάμο αμοιβαίου συμφέροντος, ή θα ακολουθήσει τον δρόμο της καρδιάς.

belle 003Η ταινία αποτελεί τη δεύτερη κατά σειρά μεγάλη προσπάθεια από Μεγάλη Βρετανία για θέματα ελευθερίας και ισότητας των έγχρωμων, μετά φυσικά τη μεγάλη επιτυχία του 12 Χρόνια Σκλάβος, του Στιβ Μακ Κουίν. Η Belle, έχει ομοιότητα ως προς το βασικό θέμα, όμως εντελώς διαφορετικό τρόπο παρουσίασης. Η σκηνοθέτης, Άμα Ασάντε, στη δεύτερη ταινία της μετά το ντεμπούτο της με το ψυχογράφημα μιας νεαρής μητέρας στο ντεμπούτο της A Way of Life, επιλέγει στο Belle περισσότερο εσωτερικά στατικά πλάνα, κάνοντας την ταινία της να μοιάζει περισσότερο θεατρική. Ενώ στην ταινία του Μακ Κουίν ο ήρωας ξεκινά ελεύθερος και στη συνέχεια χάνει άδικα την ελευθερία του, η κεντρική της ηρωίδα της Ασάντε μένει συνεχώς στο μεταίχμιο, απέχοντας κοινωνικά τόσο από το υπηρετικό προσωπικό όσο και από τους υπόλοιπους ευγενείς που είχαν την «ευλογία» να γεννηθούν με λευκό δέρμα. Έτσι, παρόλο που η κοπέλα έχει σπουδαία περιουσία και τίτλους οι συγγενείς της δεν την αφήνουν να δειπνήσει μαζί τους στο τραπέζι, ενώ ο θείος της που αναλαμβάνει καθήκοντα κηδεμόνα πιστεύει ότι είναι καλύτερο να μην παντρευτεί.

belle 001Δυο είναι τα σημεία που χρειάζεται να σταθώ στην ταινία. Το πρώτο είναι το παράπλευρο ενδιαφέρον της δίκης της υπόθεσης Ζόνγκ, ένα πλοίο που μετέφερε σκλάβους και κατά εντολή του καπετάνιου έπνιξε τους περισσότερους για να εισπράξει την αποζημίωση. Μεγάλη δύναμη το Ηνωμένο Βασίλειο στον τομέα των ασφαλειών, από τις αρχές του 17ου αιώνα υπάρχουν στο Λονδίνο οι μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες του τότε κόσμου. To γεγονός είναι αληθινό και αναφέρεται στη λεγόμενη Σφαγή του Ζονγκ (Zong Masssacre) που έλαβε χώρα έξω από τα παράλια της Αφρικής, στη μέση του Ατλαντικού στις 29 Νοεμβρίου 1781. Η εταιρεία είχε υπερφορτώσει το πλοίο με «ανθρώπινο φορτίο» με αποτέλεσμα πολλοί σκλάβοι αλλά και μέρος του πληρώματος να αρρωστήσουν και να χάσουν τη ζωή τους. Ο καπετάνιος τότε πήρε την απόφαση να πετάξει στη θάλασσα το μεγαλύτερο μέρος του «φορτίου» για να δώσει τη δυνατότητα στην εταιρεία να διεκδικήσει αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρεία. Δυστυχώς, η ταινία δεν ασχολείται πολύ με τη δίκη και τα συμφέροντα που αποσιωπούνται, με το μυαλό μας να στέκεται κακόβουλα στην πίεση των ασφαλιστικών εταιρειών να μην πληρώσουν την αποζημίωση παρά την ευαισθησία πάνω στο αποτρόπαιο μαζικό έγκλημα. Την περίφημη δίκη πάντως πράγματι δίκασε ο θείος Γουίλιαμ Μάρεϊ, Λόρδος του Μάνσφιλντ.

dido belle and elizabeth murray by Johann Zoffany, 1779Το δεύτερο σημείο είναι ο περιβόητος πίνακας των δυο κοριτσιών, της Dido Belle και της ξαδέρφης της Elizabeth Murray, όπου για πρώτη φορά απεικονίζεται έγχρωμη κοπέλα ισότιμα δίπλα σε άλλη κοπέλα της ευγενούς κοινωνίας. O πίνακας αποδίδεται επίσημα στον Johann Zoffany (1779). Υπάρχουν αρκετά να σχολιάσει εδώ κανείς, πιθανώς γνωστά σε όσους ασχολούνται με την τέχνη. Έχουν κατά καιρούς εκφραστεί διάφορες απόψεις για την απεικόνιση της Dido Belle στον πίνακα και νομίζω ότι με βρίσκουν σύμφωνο στο ότι το στήσιμο της κοπέλας και τα ρούχα μοιάζουν περισσότερο με υπηρέτρια παρά με κυρία της υψηλής κοινωνίας. Από την άλλη, το δέρμα της έχει αχνή θαμπάδα και σε συνδυασμό με το καπέλο (σαν σαρίκι με φτερό) θα έλεγε κανείς ότι παραπέμπει περισσότερο σε Ινδή. Στους περισσότερο παρατηρητικούς σίγουρα θα κάνει εντύπωση ότι το καπέλο εξαφανίζεται από τον πίνακα στην ταινία. Στους τίτλους τέλος όμως, όσοι καθίσετε, θα γίνει η αντιπαραβολή με τον αυθεντικό πίνακα.

Η απαραίτητη προσοχή έχει δοθεί σε κουστούμια εποχής, κτίρια και σκηνικά, που εδώ που τα λέμε υπάρχουν άπλετα στη Μεγάλη Βρετανία για να χρησιμοποιήσει κανείς. Δυστυχώς, δεν έχει δοθεί η απαραίτητη σημασία και στο φωτισμό με μερικά σημεία να έχουν εντελώς ερασιτεχνικές λήψεις. Αυτό το πρόβλημα είναι περισσότερο σημαντικό από τον μικρό αναχρονισμό στον ήχο του σύγχρονου πιάνου με ουρά που ακούγεται από το μικρό παλαιό όργανο.

belle 002Η πρωταγωνίστρια, Γκούγκου Μπάθα Ρόου, θεωρείται ανερχόμενο αστέρι στη Μεγάλη Βρετανία και δείχνει ότι έχει καλά συστατικά, δίνοντας μια καλή ερμηνεία, χωρίς όμως να κάνει την υπέρβαση. Από τους υπόλοιπους αξιοπρεπής ως συνήθως ο Τομ Γουίλκινσον στο ρόλο του θείου-κηδεμόνα αλλά και αξιοσέβαστου δικαστή και η Σάρα Γκάμπον στο ρόλο της ολίγον φαντασμένης ξαδέρφης, ενώ ο Σαμ Ριντ στο ρόλο του νεαρού Νταβίνιερ μάλλον υπερβάλει στο παίξιμο του. Η Έμιλι Γουάτσον στο ρόλο της θείας δεν έχει μεγάλο ρόλο για να ξεδιπλώνει το ταλέντο της, παίζει περισσότερο με τα ζεστά της μάτια. Στην αντιπέρα όχθη η Μιράντα Ρίτσαρντσον είναι απολαυστική κακιά Λαίδη Άσφορντ, με τις πικρόχολες ατάκες της να στάζουν δηλητήριο, παίρνει όμως μερικές πληρωμένες απαντήσεις που της αρμόζουν.

Τελικά, να τη δω; Εάν είστε λάτρης ταινιών εποχής, η ταινία έχει την ατμόσφαιρα, ενώ κρατά το ενδιαφέρον στους διαλόγους με μερικές καλές στιχομυθίες. Παρόλα αυτά έχει περισσότερο ύφος τηλεταινίας παρά παραγωγής προορισμένης για κινηματογραφικές αίθουσες.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *