ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Οι Άντρες δεν Κλαίνε (Men don’t Cry)

Men dont Cry MDC Still 1

two-popcorn-002

Από τον πολύχρονο εμφύλιο πόλεμο των πρώην γιουγκοσλαβικών κρατών, έχουν περάσει πλέον δεκαπέντε χρόνια ειρήνης. Παρόλα αυτά ο πόνος και το μίσος δεν έχει σβήσει, με πολλούς ανθρώπους να κουβαλούν ανοιχτές πληγές πάνω τους, εμφανείς ή μη. Ένας ψυχολόγος αναλαμβάνει στα πλαίσια μια ειρηνευτικής δράσης αποκατάστασης, να χειριστεί μια ομάδα αποτελούμενη από βετεράνους όλων των πλευρών, προσπαθώντας να ξαναχτίσει τη χαμένη εμπιστοσύνη μεταξύ τους. Η ομάδα διαμένει σε ένα πολυτελές χειμερινό θέρετρο, με τους θαμμώνες να μοιράζονται τα δίκλινα δωμάτια και να συμμετέχουν καθημερινά σε ομαδικές συνεδρίες. Το ότι τα άτομα έχουν αποδεχτεί την ειρήνη δεν σημαίνει όμως ότι ο πόλεμος έχει λήξει μέσα τους και όσο ο ψυχολόγος επιχειρεί να σκάψει στο παρελθόν τους τα πράγματα παρεκτρέπονται.

Μια ταινία που κινείται σε αργές νόρμες και μπλέκει γνωστούς ηθοποιούς με βετεράνους πολέμου, έρχεται να καταλήξει στο ίδιο γνωστό συμπέρασμα, ότι ένα μαύρο παρελθόν που το σκαλίζεις δεν μπορεί να φέρει τίποτα καλό στην επιφάνεια, ιδίως σε μια περίπτωση εμφυλίου όπου σκληρά και απάνθρωπα εγκλήματα πολέμου έχουν γίνει και από τις δύο πλευρές. Σε αυτό μάλιστα η ταινία δείχνει μια σχετική ελαστικότητα, σε όσα βγαίνουν στην πορεία, από τις εμπειρίες που διηγούνται τα άτομα της ομάδας. Από την άλλη, δείχνει εύστοχα μέσα από τους διαφορετικούς χαρακτήρες και τις παρέες που σχηματίζονται, πως οι άνθρωποι από μόνοι τους δεν έχουν τίποτα ο ένας προς τον άλλο, μάλιστα θα μπορούσαν ορισμένοι να γίνουν καλοί φίλοι, όμως όταν μπαίνουν τα εθνόσημα μπροστά η οπτική τους θολώνει. Όσο αργά και δυστακτικά προχωρά ο καθένας τους στην εξιστόρηση μπροστά στην ομάδα της προσωπικής του πονεμένης ιστορίας, τόσο γρήγορα και βίαια μπορεί η ατμόσφαιρα να παρεκτραπεί στη συμβίωση μετά τις συνεδρίες.

Men dont Cry MDC Still 2

Βλέποντας την ταινία είναι εμφανές ότι ο σκηνοθέτης της, Άλεν Ντρτζέβιτς είχε ασχοληθεί κυρίως με το ντοκιμαντέρ, μιας και η ταινία του αφήνεται σε στιγμές να πλέει μόνη στο ευρύτερο περιβάλλον που έχει χτίσει το σενάριο. Υπάρχουν οι δραματικές εξάρσεις και οι δυνατές εξομολογήσεις που φέρνουν δάκρυα, όμως όλα χάνονται στον υποτονικό ρυθμό που επιβάλλει η φύση και το θέρετρο. Μερικές φορές μπορείς να επιλέξεις πεις κάτι διαφορετικά μέσα από τη γλώσσα του σινεμά, όπως κάνει χρόνια ο Κουστουρίτσα μέσα από τις ταινίες του και να αγγίξεις όλο τον κόσμο, ενώ αν μιλήσεις ευθέως το μήνυμα περιπλέκεται και χάνει σε δύναμη. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η ταινία αφορά περισσότερο σε αυτές τις χώρες που τα έζησαν, όμως αυτοί τα γνωρίζουν από πρώτο χέρι και ίσως δεν θέλουν να δούν τα ίδια να επανέρχονται ξανά πάνω στο τραπέζι προς συζήτηση. Αυτή η ταινία έρχεται να προστεθεί στις τόσες άλλες που έχουν γίνει και δυστυχώς, πέραν από κάποιες μεμονωμένες στιγμές, δεν φαίνεται να έχει κάτι σπουδαίο να προσθέσει.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *