ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

18fff: Τελετή Λήξης, βραβεία και λίγες ακόμα ωραίες στιγμές

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Τη Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017 έγινε στον κινηματογράφο ΔΑΝΑΟ, όπως συνηθίζεται τα τελευταία χρόνια, η απονομή των βραβείων κοινού και κριτικής επιτροπής του 18ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Ελλάδος. Την τελετή λήξης παρουσίασαν και συντόνισαν οι ηθοποιοί Στεφανία Καπετανίδη και Άλεξ Κάβδας.

Bραβείο Κριτικής Επιτροπής 2017: H κριτική επιτροπή απένειμε ομόφωνα το βραβείο της στην ταινία «Μια βόλτα στη Γαλλία / Tour de France» του Rachid Djaïdani. Η Λαρίσα Βέργου, ως εκπρόσωπος του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων, έδωσε το βραβείο στην εκπρόσωπο της One from the heart, εταιρίας διανομής της ταινίας για την Ελλάδα.

Βραβείο Κοινού 2017: H ταινία που κέρδισε το βραβείο κοινού είναι «Η ενοχή των αθώων / Les innocentes» της Anne Fontaine. Το βραβείο παρέλαβε εκπρόσωπος της Feelgood Entertainment, εταιρίας διανομής της ταινίας στην Ελλάδα.

Ακολούθησε η προβολή της ταινίας À Bras Ouverts (Βρε Καλώς τους), αλλά από τις προβολές της ημέρας παρακολουθήσαμε και το À Jamais (Μια για Πάντα) καθώς και το Mr & Mrs Adelman (Ο Κύριος και η Κυρία Άντελμαν), που έκλεψε την καρδιά μας και πιστεύουμε ότι ήταν μακράν η καλύτερη ταινία του φετινού φεστιβάλ. Κρίμα που δεν έχει πάρει διανομή η ταινία στη χώρα μας, πραγματική απώλεια για το σινεφίλ κοινό.

mr and mrs adelman 001

Mr & Mrs Adelman (Ο Κύριος και η Κυρία Άντελμαν)

Ένα μικρό κινηματογραφικό διαμάντι ανακαλύψαμε στο φετινό Πανόραμα, του τμήματος του γαλλόφωνου φεστιβάλ ταινιών που δεν έχουν πάρει διανομή στη χώρα μας, δηλαδή που πιθανότατα δεν θα δει ποτέ το κοινό μας σε κινηματογραφικές αίθουσες, ούτε θα κυκλοφορήσουν σε dvd. Η ταινία είναι ίσως η πιο απενοχοποιημένα δοσμένη, αληθινή ιστορία που έχει μεταφερθεί κινηματογραφικά. Ρίχνει παράλληλα μπόλικο φως στις ως τώρα άγνωστες πτυχές της προσωπικής ζωής του συγγραφέα Βικτόρ Άντελμαν. Καλύπτοντας μια περίοδο 45 χρόνων μας μιλά για τον μεγάλο έρωτα ενός καρμικού ζευγαριού, από την άνοδο ως την πτώση και πάλι από την αρχή, γεμάτη πάθος, ένταση, μπόλικο χιούμορ, μυστήριο, συγκίνηση, ανατροπές αλλά και στιλ. Καταφέρνει να τα χωρέσει όλα αυτά και να περιγράψει τόσο μεγάλη χρονική περίοδο,

Πρόκειται για την πρώτη σκηνοθετική δουλειά του ηθοποιού Νικολά Μπεντός, ο οποίος και πρωταγωνιστεί δίπλα στην Ντοριά Τιγιέρ, με την οποία έγραψαν μαζί και το σενάριο. Πρόκειται πραγματικά για ένα αχτύπητο δίδυμο, χάρμα οφθαλμών να τους βλέπεις να συνδημιουργούν. Πέραν από τις εξαιρετικές ερμηνείες τους, αξίζουν τα εύσημα για τα σκηνικά και τα κοστούμια, που αποτύπωσαν άψογα τις εποχές, ιδίως των 70s, αλλά και το ρεαλιστικότατο μακιγιάζ, κυρίως στη γήρανση των χαρακτήρων. Οι Γάλλοι γενικά φημίζονταν για τις ικανότητες τους στο μακιγιάζ, ιδίως στα 90s, αν και τα τελευταία χρόνια δεν είχαν υποδείξει κάτι που να ξεχωρίσει, εδώ όμως πραγματικά έδωσαν ρέστα, δουλεύοντας με μεράκι και εμμονή ακόμα και στις ανεπαίσθητες λεπτομέρειες. Μια ταινία που πραγματικά θα άξιζε να ανακαλύψετε. Ως προς το μυστήριο γύρω από τη συγγραφή θυμόμαστε φευγαλέα και την Υπογραφή του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου. Σε έναν από τους πιο κωμικούς χαρακτήρες της ταινίας, αυτού του ψυχιάτρου, βρίσκουμε τον, ελληνικής καταγωγής, Ντενίς Ποδαλίδης, αδερφό του σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή της υπέροχης περσινής νικήτριας, Γλυκιάς Απόδρασης.

mr and mrs adelman 002

À Bras Ouverts (Βρε Καλώς τους)

Μετά την επιτυχία του Θεέ μου τι σου Κάναμε, οι δημιουργοί αποφάσισαν να επαναλάβουν την ιδέα τους, αλλάζοντας κάπως το σενάριο. Αυτή τη φορά πρωταγωνιστεί η οικογένεια ενός πολιτικού αριστερών υποτίθεται πεποιθήσεων, που ζει πλουσιοπάροχα απολαμβάνοντας μια μποέμ ζωή και διατυμπανίζοντας ότι μάχονται υπέρ των δικαιωμάτων μειονοτήτων. Όταν όμως πάνω σε μια πολιτική κόντρα ο πολιτικός του αντίπαλος τον προκαλεί, ο πολιτικός κάνει ανοιχτή πρόσκληση σε όποιους Ρωμά θέλουν ότι είναι ευπρόσδεκτοι να τους φιλοξενήσει στο σπίτι του. Δεν περίμενε όμως ότι μια τρελή οικογένεια Ρωμά, συνοδεία ενός μεταμφιεσμένου Γάλλου θα απαντήσει στην πρόσκληση του. Σαφής η πρόθεση της ταινίας για εύκολο και απενοχοποιημένο γέλιο, γύρω από θέματα φυλετικού ρατσισμού, όπως κινήθηκε περίπου κι η πρώτη και υπάρχουν λιγοστά σημεία που το πετυχαίνει να βγάλει λίγο γέλιο, με χιούμορ που παραπέμπει περισσότερο σε Ηλίθιο και Πανηλίθιο.  Είναι όμως τόσο υπερβολικό στην προσπάθεια του, που τελικά είναι ασαφές αν σατιρίζει και αν έχει αντιρατσιστική διάθεση καθώς πολλά σεναριακά στοιχεία υποδηλώνουν σαφώς το αντίθετο.

Από τη μια βλέπουμε τους δήθεν αριστερούς της θεωρίας, που όμως κατά τα άλλα εκμεταλλεύονται πλήρως το κατεστημένο, ενώ παράλληλα μπορούν να έχουν ήσυχη τη συνείδηση τους θεωρώντας ότι μάχονται για τα κακώς κείμενα της κοινωνίας και τους αδυνάτους, από την πολυτέλεια της έπαυλής τους, γράφοντας φιλοσοφικά δοκίμια ή κάνοντας δεξιώσεις. Παρόλα αυτά υπερδιογκώνει πολλά στερεότυπα και με άσχημο τρόπο, προβάλλοντας ως μόνη φυσιολογική οικογένεια την οικογένεια του πολιτικού, με στόχο να ταυτιστεί μαζί της το κοινό που απευθύνεται, δηλαδή του δυτικού κόσμου. Η συνολική εικόνα για τους Ρωμά είναι ότι είναι απροσάρμοστοι και από επιλογή τεμπέληδες και ανένταχτοι στην κοινωνία. Βλέπουμε ότι ακόμα και την απλή σκέψη του να εκμεταλλευτούν την δήλωση του πολιτικού και να κουβαληθούν στο σπίτι του δεν την κάνουν μόνοι τους οι Ρωμά, αλλά ο Γάλλος συνεργός τους! Το υπερβολικό παίξιμο όμως κουράζει, ιδίως του πατέρα των Ρωμά, υπερκινητικός και με συνεχείς γκριμάτσες, μια μίξη χαρακτήρα Κουστουρίτσα και του Μπόρατ. Ευχάριστη πινελιά μόνο ο Ινδός υπηρέτης.

À Jamais (Μια για Πάντα)

Μεσήλικας σκηνοθέτης σαγηνεύεται από νεαρή περφόρμερ που συναντά τυχαία μετά από προβολή της ταινίας του. Οι δυο τους ερωτεύονται σχεδόν άμεσα και σύντομα παντρεύονται και ζουν στο απομονωμένο σπίτι που νοικιάζει. Το οίκημα είναι μεγάλο και παλιό και η λιτή διακόσμηση το κάνει να μοιάζει ακόμα πιο μεγάλο, ενώ ως παλιά κατασκευή έχει θορύβους. Όταν ο άντρας χάσει τη ζωή του, η κοπέλα θα δυσκολευτεί να αποδεχτεί τον χαμό του και θα αρχίσει να τον βλέπει μπροστά της. Θα κάθεται αμίλητος ή θα επαναλαμβάνει διαλόγους που είχαν ήδη κάνει στο παρελθόν. Το À Jamais (Never Ever) ξεκινά με επιβλητική μουσική και αυτοαναφορικές σκηνοθετικές και σεναριακές επιλογές, με τον μποέμ σκηνοθέτη χαρακτήρα να παραπέμπει άμεσα τη σκέψη μας στο ότι ο δημιουργός θέλει να μας μιλήσει για προσωπικούς προβληματισμούς του. Ευτυχώς όμως γρήγορα αυτό αλλάζει και η ταινία μας παρασύρει στον υπνωτιστικό ρυθμό της. Περίεργες μη ομαλές μεταβάσεις του μοντάζ αφήνουν από την αρχή να προσμένουμε ότι κάτι έρχεται και ότι ο χρόνος δεν κυλά στους χρόνους που νομίζουμε.

Στην ουσία της, η ταινία πραγματεύεται τη δυσκολία αποδοχής της απώλειας και τα στάδια του πένθους. Φλερτάρει όμως με την ιδέα να κάνει κάτι παραπάνω από αυτό, όπως το στοιχείο θρίλερ με τους θορύβους, αλλά τελικά εισάγει στοιχεία αλλά δεν τα αναπτύσσει. Η κοπέλα από την αρχή αφομοιώνεται από τον σύντροφο της, Ρέι. Ο έρωτας τους την απορροφά, αφήνει στην άκρη την καριέρα της και απομονώνεται στο σπίτι του. Αυτός όσο περνά ο καιρός χάνει το ενδιαφέρον του, γίνεται ολιγομίλητος. Αντίθετα, είναι πολυλογάς στο κασετοφωνάκι του που σημειώνει τις ιδέες του, λες και θεωρεί ότι οι λέξεις του είναι τόσο σημαντικές που θα τις ξοδέψει στην απλή ομιλία. Οι σημειώσεις του δείχνουν περισσότερο ψυχοθεραπευτικές παρά δημιουργικές, αποκαλύπτοντας ότι κάτι συμβαίνει με τον εσωτερικό του κόσμο. Η κοπέλα παραμένει σαν το ωδικό πουλί κλεισμένο στο κλουβί. Ο θάνατος έρχεται να κλονίσει τα νερά. Ατύχημα ή αυτοκτονία; Σενάριο ή αναζήτηση σεξουαλικής ταυτότητας; Μήπως τελικά η κατάληξη γίνεται πάλι αυτοαναφορική; Σημειώστε ότι από το σημείο του θανάτου και μετά αλλάζουμε πρωταγωνιστή. Από την αρχή ως εκεί παρακολουθούμε τον Ρέι, ενώ από εκεί και μετά παρακολουθούμε την κοπέλα. Εισάγει πολλά διαφορετικά στοιχεία που ίσως αποπροσανατολίσουν ή φαντάζουν περιττά στο τελικό αποτέλεσμα. Ο Ματιέ Αλμαρίκ αρέσκεται σε τέτοιους ρόλους. Και οι δυο πρωταγωνιστές είναι καλοί σε αυτό που απαιτούν οι ρόλοι τους, ενώ εξίσου προσεγμένη είναι η φωτογραφία και οι φωτισμοί που προσδίδουν ατμόσφαιρα, όλα αυτά από μόνα τους όμως δεν βοηθάνε, όταν το σενάριο μοιάζει κάπως αναποφάσιστο. Πάντως, το ότι πετυχαίνει η ταινία με τόσο αργούς ρυθμούς να διατηρήσει αμείωτο το ενδιαφέρον είναι κι αυτό μια επιτυχία.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *