ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

2 ημέρες στην Νέα Υόρκη

Η Μαριόν ακολούθησε τον αγαπημένο της στην Νέα Υόρκη αλλά τα πράγματα δεν πήγαν καλά. Εγκατέλειψε τον άντρα της και ζει σε ένα ωραίο διαμέρισμα στο Μανχάταν με τον νέο της σύντροφο τον Μίνγκους έναν Αφρο-Αμερικανό δημοσιογράφο και τα δύο παιδιά τους από τον προηγούμενο γάμο. Η Μαριόν ετοιμάζει μια έκθεση φωτογραφίας,με φωτογραφίες που την απεικονίζουν να κοιμάται στο κρεβάτι με διαφορετικούς εραστές, σχετικά με την φθορά του έρωτα. Κατά την διάρκεια των εγκαινίων θα πουλήσει συμβολικά την ψυχή της σε αυτόν που θα δώσει τα περισσότερα λεφτά. Ο πατέρας της και η αδερφή της,μαζί με τον ανυπόφορο εραστή της, καταφθάνουν από το Παρίσι για να παραβρεθούν στα εγκαίνια και να γνωρίσουν και τον καινούριο σύντροφο της. Οι πολιτισμικές διαφορές ανάμεσα στην τρελή οικογένεια της και τον αμερικανικό τρόπο ζωής θα δημιουργήσουν προβλήματα στην σχέση της με τον Μίνγκους και θα γίνουν η αφορμή για τρελές παρεξηγήσεις και τραγελαφικές καταστάσεις.

Το Δύο ημέρες στη Νέα Υόρκη είναι μια ιστορία χωρίς μυστήριο. Το σενάριο της Ντελπί εξετάζει πολλά θέματα ταυτόχρονα αλλά οι απαντήσεις δίνονται απρόσεκτα. Η ηρωίδα στροβιλίζεται ανάμεσα στο βάρος του παρελθόντος,την καλλιτεχνική της ακεραιότητα και τις δυσκολίες του να ζεις με τον άλλο. Και το σενάριο της ταινίας την ακολουθεί: το πορτραίτο της γαλλικής οικογένειας είναι παρατραβηγμένο όσο πρέπει για να ανταποκριθεί στα στερεότυπα των Αμερικάνων (δύσοσμο φαγητό,έλλειψη καθαριότητας και σταθερή αλαζονεία) και δίνει αφορμή για τα λιγότερο έξυπνα αστεία που κινούνται στα όρια του σκατολογικού χιούμορ. Η αδερφή και ο εραστής της που χρησιμοποιούν την ηλεκτρική οδοντόβουρτσα για σεξουαλικούς σκοπούς,ο πατέρας που κάνει χαμάμ με τον μέλλοντα γαμπρό και τον ρωτάει πως είναι το σεξ με την κόρη του και το μέτρημα του πέους του μικρού που η νευρωτική θεία πιστεύει ότι έχει όλο προβλήματα είναι αυτές οι σκηνές που αντί για γέλιο σου προκαλούν εκνευρισμό. Το εύρημα των συζητήσεων του Μίνγκους με το χάρτινο ομοίωμα του Ομπάμα εξανεμίζεται στην τελευταία συζήτηση όπου ο Μίνγκους συμβουλεύει τον χάρτινο Ομπάμα να μην διστάσει να ζητήσει από την Μαριόν μια πεολειχία αν την συναντήσει. Δυστυχώς αυτή η πλευρά του σεναρίου που μοιάζει με τις σύγχρονες αμερικανικές κωμωδίες τύπου  Ανυπόφοροι Γείτονες υπερισχύει κάποιων σχετικά έξυπνων ευρημάτων όπως η σκηνή με τον Βίνσεντ Γκάλο που είναι ένα διαμαντάκι αυτοσαρκαστικού χιούμορ και η αναμέτρηση της με ένα κριτικό τέχνης που την κάνει να χάσει την ψυχραιμία της.

Η σκηνοθεσία της Ντελπί είναι συμβατική με σταθερά κάδρα τα οποία συχνά καλύπτει η αφήγηση της ίδιας της σκηνοθέτη που προσπαθεί να μας εξηγήσει τα πάντα σαν να παρακολουθούμε ένα παραμύθι. Πέρα από την δυναμική αρχή και το συμπαθητικό τέλος η υπόλοιπη σκηνοθεσία και η δομή της ταινίας μας κάνουν να νομίζουμε ότι πέρασε μια εβδομάδα και όχι δύο μέρες στην Νέα Υόρκη. Το σύνολο είναι σκηνοθετημένο σαν ένα καλό επεισόδιο αμερικάνικης κωμικής σειράς και λείπει αυτή η σπίθα στην σκηνοθεσία που θα μπορούσε να κάνει την ταινία σημείο αναφοράς στην σύγχρονη αμερικανική κωμωδία. Οι ηθοποιοί είναι ελεύθεροι να παίξουν όσο πιο υπερβολικά μπορούν. Η Αλεξία Λαντό που παίζει την νευρωτική αδερφή και η Ζουλί Ντελπί υπερβάλλουν στον ρόλο τους σε σημείο εκνευρισμού. Ο Αλέξ Ναόν είναι απλώς πειστικός στο ρόλο του εγωιστή που νοιάζεται μόνο για την  καλοπέραση του και ο πατέρας της Ντελπί, συμπαθητικός αλλά ταυτόχρονα και υπερβολικός,στον ρόλο του χήρου που θέλει να ξεπεράσει τον θάνατο της γυναίκας του αγαπώντας όλο τον κόσμο. Ο μόνος που δείχνει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην ερμηνεία του είναι ο αμερικανός Κρίς Ροκ που είναι πειστικός στο ρόλο του αθεράπευτα ερωτευμένου που ανέχεται τα ολισθήματα της καλής του και τις τρέλες της οικογένειας της.

Συμπέρασμα; Μια γαλλική κωμωδία που θα ήθελε να είναι απάντηση στον Γούντι Άλεν στην ίδια του την πόλη αλλά της λείπει το πραγματικά έξυπνο χιούμορ και ο ρυθμός για να γίνει μια πραγματική κωμωδία. Ιδανική για ζευγάρια που περνάνε κρίση και για παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε εκκεντρική οικογένεια.

Κωνσταντίνος Σκαρμούτσος

Παρά το γαλλικό μου ψευδώνυμο που είναι και το φιλμικό alter ego του Francois Truffaut, γεννήθηκα στην Αλεξανδρούπολη στης οποίας τους κινηματογράφους είχα τις πρώτες επαφές με τον κινηματογράφο. Από τη μια «Ο πόλεμος των άστρων» και από την άλλη ο «Τοίχος» του Γιλμάζ Γκιουνέι συνέστησαν το δίπολο πού με κυνηγάει. Τα άστρα του Χόλιγουντ και τα διακριτικά φώτα του cinéma d’auteur με οδήγησαν στην Γαλλία όπου ανδρώθηκα στην κινηματογραφική σκέψη. Τι μ’αρέσει; Απλό: όλες οι καλές ταινίες από όλα τα είδη εκτός από τις ρομαντικές κομεντί. Ιδιαίτερη προτίμηση σε ευρωπαïκό, ανεξάρτητο αμερικάνικο και ασιατικό κινηματογράφο. Κλείνω εδώ γιατί ως γνήσιος λάτρης του γαλλικού νέου κύματος μου αρέσει να μιλάω με τις ώρες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *