ΕΠΙΚΑΙΡΑ

54ο ΦΚΘ: Ανασκόπηση Κυριακής

Η προβολή του «Miss Violence», της ταινίας που απέσπασε Αργυρό Λέοντα και βραβείο ανδρικής ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας ήταν σίγουρα ένα από τα γεγονότα της Κυριακής, τρίτης ημέρας του 54ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η οικογένεια βρέθηκε, άλλωστε, στο επίκεντρο πολλών ταινιών που προβλήθηκαν, όπως των Μαμά Σ’ Αγαπώ και Κλαμπ Σάντουιτς.

Εμείς ξεχωρίσαμε από το διαγωνιστικό τη Σουζάνε, της Γαλλίδας Κατέλ Κιλεβέρ.

Miss Violence:

Η δυνατή ελληνική απάντηση στον ευρωπαϊκό καθωσπρεπισμό. Θα μου πείτε ότι τόσο η οικογένεια όσο και οι υπόλοιποι χαρακτήρες φαντάζουν να έχουν αποποιηθεί πλήρως το ελληνικό τους ταμπεραμέντο. Σε ποια ελληνική οικογένεια αν αργήσει κάποιο μέλος να έρθει στο τραπέζι θα κάθονται όλοι ακίνητοι με τα χέρια κολλημένα στην τάβλα να το περιμένουν: Πιστεύει κανείς όταν τη βλέπει ότι διαδραματίζεται σε κάποια σκανδιναβική χώρα. Ο Αβρανάς έχει χαλιναγωγίσει τους ηθοποιούς του με μαεστρία βάζοντας τους σε παιχνίδια εξουσίας για να ξεδιπλώσει αριστοτεχνικά την πλοκή του που γίνεται όλο και πιο δραματική, όλο και πιο αρρωστημένη. Ο τίτλος της ταινίας θα μπορούσε άνετα να είναι ‘Κυνόδοντας 2’ μιας που όλα τα συστατικά του ‘ελληνικού κύματος του παράξενου’ είναι εδώ, στα κοντινά πλάνα που δεν περιλαμβάνει όλο το κεφάλι, στα παγωμένα θεατρικά καρέ. Ίσως οι διάλογοι είναι λίγο πιο χαλαροί και ανάλαφροι σε στιγμές για να αντεπιτεθούν στη δραματικότητα της εξέλιξης.

Gimli

Ισορροπώντας ανάμεσα στη βία και την μυστικοπάθειά της, η ταινία του Αβρανά αποτελεί μέρος του new greek wave, αλλά διατηρεί την… ψύχραιμη ματιά της. Ένα από τα μεγάλα ατού της ταινίας είναι το σενάριο, το οποίο δεν ξεφεύγει σε υπερβολές ή άνευ λόγου παραδοξότητες. Ένα κορίτσι πηδά από το μπαλκόνι του σπιτιού της στα 11 της. Η οικογένεια προσπαθεί να το ξεχάσει και να συνεχίσει τη ζωή της. Ωστόσο, γρήγορα τα μυστικά που κρύβονται πίσω από τις κλειστές πόρτες θα αρχίσουν να αποκαλύπτονται. Εν μέρει οι περισσότερες ταινίες του σύγχρονου ελληνικού σινεμά έχουν να κάνουν με καταπιεσμένα συναισθήματα, με τη βία που βράζει και συνήθως εκδηλώνεται ως μία ενστικτώδης αντίδραση απέναντι στη βία. Έχει ενδιαφέρον αυτή η προσέγγιση των Ελλήνων δημιουργών και η ταινία του Αβρανά δεν αποτελεί εξαίρεση, καθώς επικεντρώνεται στον πιο σημαντικό ιδιωτικό χώρο: αυτόν της οικογένειας. Οι ανθρώπινες φιγούρες που κόβονται μπροστά στην κάμερα, η σκοτεινή φωτογραφία, όλα βοηθούν τον Αβρανά να δημιουργήσει μία αίσθηση κλειστοφοβική στην ταινία του, μία αίσθηση που δείχνει ότι ενώ όλα φαίνονται φυσιολογικά, στην πραγματικότητα δεν είναι. Τον βοηθούν οι εξαιρετικές ερμηνείες, φυσικά από τον Θέμη Πάνου, την Ελένη Ρουσινού και την Ρένη Πιττακή. Αν και σε επίπεδο υπόθεσης μοιράζεται κοινά στοιχεία με τον Κυνόδοντα του Λάνθιμου, δεν γίνεται το ίδιο και σε επίπεδο μορφής, αφού ο Αβρανάς επιλέγει τον ρεαλισμό έναντι της αλληγορίας. Δεν μπορούμε, λοιπόν, να μιλάμε για «σινεμά του παράξενου», αλλά μάλλον σινεμά του ξεσπάσματος της βίας.

Τάιλερ

Suzanne:

Η γαλλική πρόταση του διαγωνιστικού από Katell Quillévéré μας δίνει μια πολύ ρεαλιστική παρουσίαση αλλά ταυτόχρονα αναπνέει με τη φρεσκάδα της σκηνοθεσίας και των ηθοποιών. Κάνοντας έξυπνα μικρά αφηγηματικά κενά αφήνει το θεατή να βγάλει τα λογικά συμπεράσματα και να προχωρά μαζί με την εξέλιξη της ιστορίας. Μια νεαρή κοπέλα μένει έγκυος και την στηρίζουν ο πατέρας κι η αδερφή της να κρατήσει το παιδί. Απάνω που θα πάει να στρώσει τη ζωή της θα γνωρίσει τον έρωτα στο ‘κακό παιδί’ με το χαμόγελο του Μίκι Ρουρκ και η ζωή της θα αλλάξει τροπή. Πολύ καλή μουσική και το aging των χαρακτήρων. To μακιγιάζ ιδίως στον πατέρα είναι εξαιρετικό και βοηθά την πολύ καλή ερμηνεία του, χωρίς αυτό να υποβαθμίζει τις πολύ δυνατές ερμηνείες των δύο κοριτσιών. Η ταινία θα φέρει στο μυαλό σας αναφορές από τη ‘Ζωή της Αντέλ’ μιας που και εδώ ο έρωτας φέρνει τα καλά και τα άσχημα στη ζωή της πρωταγωνίστριας και ουσιαστικά καθορίζει την πορεία της ζωής της.

Gimli

Goldfish:

Στη χρεοκοπημένη Ελλάδα, δύο αδέλφια αναλαμβάνουν την μαφιόζικη επιχείρηση του πατέρα τους, ενώ ένας άνδρας κρύβεται κάτω από μια κουκούλα και το παρελθόν του. Η δεύτερη ταινία του Θάνου Τσαβλή είναι πιο μπερδεμένη από την πρώτη. Ενώ στο F.L.S., την ταινία «των 100 ευρώ» είχε χρησιμοποιήσει ένα μικρό σεναριακό εύρημα για μία ταινία πολεμικών τεχνών, εδώ γίνεται προσπάθεια να της δοθεί μεγαλύτερο σεναριακό βάρος. Ένα εγχείρημα που, ωστόσο, δεν πετυχαίνει, καθώς τα δύο μέρη μοιάζουν σχεδόν αποκομμένα το ένα από το άλλο, ο θεατής μένει με την αίσθηση ότι ο σκηνοθέτης ήθελε να δικαιολογήσει το ξύλο του δεύτερου μέρους, ενώ οι ταραντινικές απόπειρες σε βρισίδια μετά ξύλου μοιάζουν αμήχανες. Ο Τσαβλής διατηρεί, ωστόσο, το ενδιαφέρον προσωπικό σκηνοθετικό στυλ που είχαμε δει και στην πρώτη του ταινία. Οι σκηνές του ξύλου είναι καλογυρισμένες, είναι ευρηματικός, ενώ στο τέλος λειτουργεί πολύ καλά το στυλ των ταινιών «Χονγκ Κονγκ» που θέλει να κάνει, όπου ο ήρωας καλείται να αντιμετωπίσει σε επίπεδα τούς αντιπάλους του.

Τάιλερ

Mammu, es tevi milu (Μαμά σ’αγαπώ):

Ένα αγόρι βρίσκεται στην ηλικία πριν από το πέρασμα στην εφηβεία. Η σχέση του με την αυστηρή μητέρα του δεν είναι και η καλύτερη. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει θα έχουν ως συνέπεια ένα ξέσπασμα που θα ξεκινήσει από έναν καβγά μεταξύ μητέρας-γιου κάποιο βράδυ και θα οδηγήσει σε απρόσμενες συνέπειες. Θα καταφέρουν οι δυο τους να τα βρουν; Η ταινία του Τζάνις Νορντς από τη Λευκορωσία αφηγείται μια απλή ιστορία. Τα δύο παιδιά που πρωταγωνιστούν αποτελούν τη μεγάλη δύναμη της ταινίας, η οποία δεν αποτελεί κάτι που να μην έχουμε ξαναδεί σε δεκάδες άλλες ταινίες. Το «Μαμά Σ’ Αγαπώ» μοιράζεται τη ρεαλιστική ματιά των αδελφών Νταρντέν, αλλά κατά τη γνώμη μου όχι και τη συναισθηματική δύναμη των ταινιών των δύο αδελφών.

Τάιλερ

Club Sandwich:

Ένα αγόρι πηγαίνει διακοπές με τη μητέρα του σε ένα σχεδόν άδειο τουριστικό θέρετρο. Οι δυο τους είναι πολύ δεμένοι. Το αγόρι θα γνωρίσει ένα κορίτσι. Πώς όμως θα αντιδράσει στη σχέση αυτή η μητέρα; Η ταινία του Φερνάντο Έιμπκε από το Μεξικό φέρνει σε πρώτο πλάνο μια πολύ όμορφη σχέση μητέρας-γιου. Είναι δύο άνθρωποι που είναι φανερό ότι αγαπούν πολύ ο ένας τον άλλο. Τα παιχνίδια, οι συζητήσεις τους, όλα δείχνουν το πόσο άνετα νιώθουν οι δυο τους. Δεν μιλάμε για μια καταπιεστική μητέρα, απλά για μία που αγαπά πολύ τον γιο της και είναι και η ίδια ανεξάρτητη. Πόσο έτοιμη, όμως, είναι να αποδεχθεί την ανεξαρτησία του γιου της; Λίγο θα λέγαμε, καθώς τα ερωτικά σκιρτήματα του Έκτορ τη φέρνουν σε αμηχανία. Η ταινία του Φερνάντο Έιμπκε δεν αφηγείται γεγονότα συγκλονιστικά. Στο σενάριο βρίσκουμε απλά αυτή την ιστορία μητέρας-γιου. Είναι εξαιρετική στην σκιαγράφηση αυτής της σχέσης από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας. Δεν είναι, βέβαια, καμιά σπουδαία ανακάλυψη, αλλά μάλλον θα σας κάνει να χαμογελάσετε.

Τάιλερ

Nordvest (Βορειοδυτικά):

Ένας νεαρός μικρόδιαρρήκτης προστάτης της οικογένειας του έλλειψη πατέρα στην προσπάθεια του βοηθήσει την οικογένεια του συνεργάζεται με συμμορίες και μπλέκει και το μικρότερο αδερφό του. Μια ταινία που λανσαρίστηκε σαν το ‘δανέζικο Trainspotting’ ίσως μοιάζει μέτρια στα μάτια μας αλλά είναι σημαντική ταινία για τη Δανία. Καταρχάς, συνυπολογίζοντας τη χώρα προέλευσης, οι ερμηνείες όλων -κυρίως του πρωταγωνιστή, είναι αρκετά εκφραστικές . Πιο σημαντικό, όμως, είναι να δούμε τη θέση που έχει η σκηνοθέτης απέναντι στο φαινόμενο του ρατσισμού και του νεοναζισμού που είναι έντονα στη χώρα. Ο χαρακτήρας είναι εγκλωβισμένος αρχικά από την οικονομική κρίση και σε δεύτερο επίπεδο ανάμεσα σε δυο συμμορίες, των Αράβων μεταναστών και των ντόπιων ακραίων εθνικιστών. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι τους τελευταίους αποφεύγει να τους κατονομάσει και δηλώνει έμμεσα τις πεποιθήσεις τους. Το όνειρο διαφυγής του πρωταγωνιστή αντικατοπτρίζει την σκέψη κάθε σημερινού νέου Ευρωπαίου, δηλαδή να πάει ‘βορειοδυτικά’  προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης. Η σκηνοθεσία είναι καλή στις σκηνές δράσης, χάνει όμως λίγο η εικόνα από την υπερφωτισμένη φωτογραφία της σε αρκετά εξωτερικά πλάνα.

Gimli

 

the Kampala Story: 

Ουγκάντα, κλασικές εικόνες Αφρικής και η κάμερα κολλημένη στο μικρό κορίτσι. Κινητά που μεταφέρουν χρήματα, το λεγόμενο ‘mobile money’ αποτελούν τη βασική μορφή τράπεζας σε αυτές τις χώρες. Τα κινητά πριν λίγα χρόνια ήταν λίγες χιλιάδες και τώρα ξεπερνούν τα πέντε εκατομμύρια. Κανείς από τους συμμετέχοντες δεν είναι ηθοποιός. Ο δυτικός σκηνοθέτης αναφέρθηκε στη συνεργασία του με τον ντόπιο σκηνοθέτη και τα προβλήματα που αντιμετώπισαν. Δύσκολες συνθήκες κινηματογράφισης, κίτρινος πυρετός στον δεύτερο σκηνοθέτη, μαλάρια (δε θυμάμαι πως λέγεται ελληνικά). Το κοριτσάκι το βρήκαν στο δρόμο να παίζει και τους φάνηκε ενδιαφέρουσα μορφή. Επίσης τους έκανε εντύπωση που και το ίδιο (όπως και ο χαρακτήρας που θα υποδυόταν) δεν είχε πάει ποτέ στην Καμπάλα. Στο χωρίο της μικρής έχει εδώ και κοντά 30 χρόνια εμφύλιο, ενώ λίγα γυρίσματα έγιναν τελικά στην Καμπάλα λόγω εξεγέρσεων. Στα υπέρ η πρωτοτυπία στην ιδέα και η ανάπτυξη του ‘mobile money’ που δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί, αλλά σίγουρα το σενάριο, ο τρόπος παρουσίασης του και οι ερμηνείες είναι μέτριες. Ίσως θα ήταν καλύτερο να είχαν στραφεί προς την ιδέα του ντοκιμαντέρ.

Gimli

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *