ΕΠΙΚΑΙΡΑ

Νύχτες Πρεμιέρας: Ανασκόπηση Παρασκευής (20/09/13)

Δυνατή μέρα για το φεστιβάλ και η Παρασκευή, με ενδιαφέρουσες προτάσεις. Όπως λέει κι η λογική, όσο πλησιάζουμε στα σαββατοκύριακα όλο και περισσότερος κόσμος συρρέει στις αίθουσες. Αναμενόμενα σημερινά sold-out στο -ολίγον Γούντι Άλεν -ολίγον νουβέλ βάγκ- Frances Ha, την ταινία της τελετής έναρξης, καθώς και στο καθηλωτικό All is Lost. Μπαίνοντας το φεστιβάλ σε ρυθμό άρχισαν να φαίνονται και τα πρώτα μικροπροβλήματα με την οργάνωση. Καθυστερήσεις σε προβολές και λανθασμένος προγραμματισμός. Το είχαμε πει από την αρχή ότι είναι κρίμα το κοινό να έρχεται να δει μια ταινία όταν μπορεί να προλάβει να δει τρεις συνεχόμενες, αλλά για γίνει αυτό πρέπει να του δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος να μεταβεί από τη μια αίθουσα στην άλλη. Το πρόβλημα ενισχύει το γεγονός ότι ο Δαναός απέχει τουλάχιστον ένα μισάωρο από το Odeon και το Ideal. Έτσι, τόσο εμείς όσο και αρκετό σινεφίλ κοινό, τρέχαμε καταϊδρωμένοι στο μετρό να προλάβουμε να μεταβούμε από την παράσταση των 20.00 στων 22.00. Μέχρι να φτάσουμε, φυσικά, ήδη οι θέσεις μας είχαν δοθεί (οδηγία περί λίστας αναμονής) κι έτσι αρκετοί καθίσαμε στο πίσω μέρος στο πάτωμα. Δεν πειράζει όμως ήταν κι αυτό μια περιπέτεια και μας έκανε να θυμηθούμε τα φοιτητικά μας χρόνια!

Οι σινεπιβάτες, λοιπόν που βρέθηκαν σήμερα στις αίθουσες του φεστιβάλ σας μεταφέρουν το ντοκιμαντέρ 12 O’Clock Boys, το κατώτερο των προσδοκιών μεταμεσονύχτιο θρίλερ The Conjuring, την πολύ καλή δουλειά του Παναγιωτόπουλου, Η Λιμουζίνα και το εξαιρετικό All is Lost. Από το διαγωνιστικό κομμάτι, παρακολουθήσαμε το πολύ ευχάριστο La Fille de 14 Juillet, επιβεβαιώνοντας την πολύ δυνατή παρουσία των γαλλικών φιλμ φέτος. Τέλος στην ειδική προβολή που έγινε στο Μέγαρο Μουσικής είδαμε την Νύχτα στη Λισαβόνα με τον Τζέρεμι Άιρονς.

12 O’ Clock boys:

Χώρα: ΗΠΑ, Σκηνοθεσία: Λότφι Νέιθαν, Διάρκεια: 76′

Στα γκέτο της Βαλτιμόρης κυριαρχούν οι μηχανές. Για τους νεαρούς Αφροαμερικανούς η κουλτούρα των μηχανόβιων είναι η μοναδική που εμπιστεύονται. Σε μία περιοχή που οι πιτσιρικάδες αναζητούν απεγνωσμένα θετικά πρότυπα, ένα μικρό αγόρι θα προσπαθήσει να μπει στις τάξεις των μηχανόβιων. Ο Λότφι Νέιθαν παρατηρεί επί τρία χρόνια με την κάμερά του τον μικρό και καταγράφει τις ελπίδες και τα όνειρα που ξεκινούν και εξαντλούνται στον δρόμο. Αν και η ταινία υπολείπεται σε ένταση, κερδίζει πόντους από τον μικρό πρωταγωνιστή της και από το ειλικρινές πορτρέτο της περιοχής και των πρωταγωνιστών της.

Τάιλερ

La Fille De 14 Juillet/ Το κορίτσι της Επανάστασης:

Χώρα: Γαλλία, Σκηνοθεσία: Αντονίν Περετζατκό,  Διάρκεια: 88′

Μια από τις πιο ευχάριστες ως τώρα ταινίες του διαγωνιστικού. Απολαυστική τόσο σε ερμηνείες όσο και στις λεπτομέρειες. Το σουρεάλ στοιχείο καλείται να δέσει το nouvelle vague-60’s με το σημερινό και το μελλοντικό. Μπορεί επιφανειακά να έχει παιδικό χιούμορ, έχει όμως έντονο πολιτικό χαρακτήρα και καυτηριάζει εύστοχα την σημερινή πραγματικότητα. Εκεί όλοι μοιάζουν να μην αντέχουν έτσι κι αλλιώς την κατάσταση κι αποφασίζουν να πάνε διακοπές, όμως η κυβέρνηση στα πλαίσια της λιτότητας, ανακοινώνει την μείωση των διακοπών κατά 1 μήνα. Η Γκιλοτίνα φαντάζει μασκότ της νέας γαλλικής επανάστασης (όπως του 1789) ενάντια στην κρίση.

Gimli

Με σινεφίλ αναφορές (από τον Ζαν Λικ Γκοντάρ στους Monty Python), η γαλλική αυτή πολιτικο-αισθηματική φάρσα προκαλεί αβίαστα το χαμόγελο του θεατή με τα σουρεαλιστικά και μπουρλέσκ σκετσάκια της. Ο Εκτόρ που θεωρεί την Τρουκέτ σαν ελληνικό άγαλμα, η Τρουκέτ που δεν μπορεί να πιάσει δουλειά γιατί δεν έχει σπίτι και δεν έχει σπίτι γιατί δεν μπορεί να πιάσει δουλειά, ο Βιτόρ που αναγκάζεται να το σκάσει από την αστυνομία και η Σαρλότ που φέρνει μαζί και τον ερωτύλο αδελφό της, μπλέκονται σε πληθώρα περιπετειών που δεν ακολουθούν κανένα μα κανένα συνεκτικό σχέδιο. Εξαιρετική η Βιμάλα Πονς (θυμίζει την Τζιν Σίμπεργκ στο Με Κομμένη την Ανάσα) του Γκοντάρ. Ωστόσο, μεγαλύτερη φαίνεται η επιρροή του Τρελού Πιερό (ειδικά στη χρωματική παλέτα). Ένα ενδιαφέρον και αστείο σκηνοθετικό ντεμπούτο από τον Αντονίν Περετζατκό που προβλήθηκε στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στο Φεστιβάλ Καννών.

Τάιλερ

 

All Is Lost/ Όλα Χάθηκαν:

Χώρα: ΗΠΑ, Σκηνοθεσία: Τζέι Σι Τσάντορ, Διάρκεια: 106′

 Εναλλακτικός τίτλος για αυτή την καλή στιγμή για το σινεμά θα μπορούσε να είναι “Ο γκαντέμης πήγε για ιστιοπλοΐα“! Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ μόνος σε ένα σκάφος παλεύει με τα κύματα. Κάποιες μέρες φαίνεται ότι… ό,τι μπορεί να πάει στραβά θα πάει, όπως αναφέρει ο νόμος του Μέρφι! Ωραία επιλογή η παντελής έλλειψη διαλόγου και ότι δεν μας δίνει κανένα στοιχείο για τον κεντρικό ήρωα. Ο Ρέντφορντ είναι τόσο φυσικά πειστικός σε ό,τι κάνει που ακόμα κι αν δεν έχουμε εξειδικευμένες γνώσεις καταλαβαίνουμε τις σκέψεις του σαν να μας μιλάει. Απτόητος μαχητής, υπόδειγμα ψυχικής δύναμης θα συνεχίσει να παλεύει εκεί που πολλοί θα είχαν απλά σηκώσει τα χέρια ψηλά απογοητευμένοι. Προσπαθεί να δίνει κουράγιο στον εαυτό του βρίσκοντας χαρά ακόμα και από μικρά πράγματα. Επιτάσσει την εμπειρία του, σαν σύγχρονη εκδοχή του “Γέρου και της Θάλασσας“, δεν σταματά να σκέφτεται ιδέες για να τα καταφέρει. Άλλες του βγαίνουν άλλες όχι, πάντως δεν τα βάζει κάτω. Σε μερικές στιγμές μου θύμισε έναν άλλο χαρακτήρα με όμοιο ταπεραμέντο από μια ταινία που λατρεύω, τον Πεταλούδα (Papillon, 1973 με τον Στιβ Μακ Κουίν).  Λάτρεψα τη σκηνή που βλέποντας την καταιγίδα να έρχεται σταματάει και ξυρίζεται σαν διαδικασία άντλησης όσης περισσότερης ψυχικής δύναμης μπορεί για να αντιμετωπίσει όσα έρχονται.

Πέραν της ερμηνείας για σεμινάριο του Ρέντφορντ, η ταινία ίσως κινδύνευε να γίνει κουραστική σε σημεία αν δεν ήταν η πολύ καλή σκηνοθεσία του  Τζέι Σι Τσάντορ. Καταπληκτικές λήψεις, το στήσιμο και η κίνηση της κάμερας θα έρθουν να αποπλανήσουν το βλέμμα του θεατή και να το κρατήσουν καρφωμένο στην οθόνη. Οι ρεαλιστικοί ήχοι και η μουσική υπόκρουση όπου υπάρχει θα τον πάρουν από το χέρι και θα τον βάλουν κυριολεκτικά μέσα στο φιλμ. Τέλος, μια μικρή συμβουλή για όταν βγει στις αίθουσες: πάρτε ένα έξτρα μπουκαλάκι νερό μαζί σας!

Gimli

 

The Conjuring/ Το Κάλεσμα:

Χώρα: ΗΠΑ Σκηνοθεσία: Τζέιμς Γουάν Διάρκεια: 112′

Το αναμενόμενο θρίλερ που έρχεται στις αίθουσες την ερχόμενη εβδομάδα. Το ατού της ταινίας, που επικαλείται αληθινά γεγονότα (το αφήνω στην κρίση σας), ότι μας μεταφέρει στα 60’s, όπου ένα ζευγάρι ο Εντ κι η Λορέιν αντιμετωπίζουν μεταφυσικά φαινόμενα. Για να αποτυπώσεις, όμως, το πνεύμα μιας εποχής, δεν αρκεί να βάλεις ένα παλιό σπίτι ή αυτοκίνητο και να βάλεις ένα αντίστοιχο μουσικό κομμάτι. Έτσι η ταινία χάνει για μένα λίγο στα σημεία. Θεωρώ αποτυχία στα θρίλερ να θέτουν από την αρχή σχεδόν “κανόνες” και μετά να τους παραβαίνουν. Τελικά, δαιμονίζονται τα αντικείμενα ή όχι; Από την άλλη επαναφέρει άλλη μια φορά την επιστημονική έρευνα, που απαιτεί χειροπιαστές αποδείξεις, σε κόντρα με τα φαινόμενα δαιμονισμού που εμπεριέχουν την θρησκεία, δηλαδή απορρέουν από την πίστη. Γενικό συμπέρασμα από τα θρίλερ του είδους: πάντα την πληρώνουν τα κατοικίδια! Πάντως η σκοτεινή ατμόσφαιρα είναι πετυχημένη σκηνοθετικά, βάζει τον θεατή στο επιθυμητό κλίμα. Αν είσαι λάτρης των θρίλερ βλέπεται ευχάριστα. Αν θα σου μείνει κάτι; Όχι. Τίποτα που δεν έχεις ξαναδεί.

 Gimli

 H Λιμουζίνα:

Χώρα: Ελλάδα, Σκηνοθεσία: Νίκος Παναγιωτόπουλος, Διάρκεια: 92′

 Μιας που η ζωή του σκηνοθέτη μοιράζεται ανάμεσα στον κινηματογράφο και την διδασκαλία του, είναι αναμενόμενο η ταινία αυτή να επιτελέσει και τους δύο σκοπούς. Λογοτέχνες και θεατρικοί συγγραφείς όπως ο Μπέκετ ή  ο Μέιλερ, αλλά και απλοί κλεπταποδόχοι θα παραδώσουν μαθήματα ζωής και ενηλικίωσης στον μικρό, αλλά σκεπτόμενο, σύγχρονο Έλληνα.  Μια σουρεάλ σύγχυση στο Παρίσι του τότε και την Ελλάδα του σήμερα, βασισμένη στο “Περιπέτειες στην Ευρώπη” του Ζάχου Παπαζαχαρίου, είναι αν θέλετε η δικιά μας εκδοχή του Μεσάνυχτα στο Παρίσι, του Γούντι Άλεν. Η ταινία αρχίζει σαν μικρά θεατρικά σκετσάκια, μόλις μπείτε όμως στο κλίμα της θα την απολαύσετε κι ίσως σας βάλει να σκεφτείτε κι όλας. Καταπληκτικός πρωταγωνιστής ο Νίκος Κουρής, γεμίζει το πλάνο με άνεση. Ευχάριστη έκπληξη ερμηνεία της Δούκισας Νομικού ως αισθησιακή “Λιμουζίνα” της νουβέλ βάγκ, θα πρέπει να επαναλάβει σίγουρα το τόλμημα της. Ωραίες ερμηνείες και από το υπόλοιπο καστ, Δημήτρης Καταλειφός, Παύλος Χαϊκάλης, Τάκης Σπυριδάκης, Σταμάτης Φασουλής, Δημήτρης Πιατάς, Μάκης Παπαδημητρίου. Επίσης, στη “Λιμουζίνα” παίζει και ο Λευτέρης Βογιατζής στην τελευταία του, όπως δήλωσε, εμφάνιση.

Πριν την προβολή προηγήθηκε βράβευση του σκηνοθέτη για την προσφορά του. Ο Παναγιωτόπουλος που αφιέρωσε την ταινία στους συμμετέχοντες ηθοποιούς, δήλωσε ότι τον τιμά το συγκεκριμένο βραβείο μιας που την Αθήνα την έχει χιλιοκινηματογραφήσει. Εν συγκρίσει με άλλους που απαξιώνουν την πόλη δήλωσε αιώνια ερωτευμένος μαζί της. Φυσικά, αναφέρθηκε στη δήλωση του που δημιούργησε εντάσεις “Να ακούς παρά να βλέπεις”, ότι όποιοι λένε ο κινηματογράφος είναι εικόνα… προφανώς αναφέρονται στον βουβό! “Μπήκα στο σινεμά ως εικονολάτρης κι ίσως τελικά βγω ως εικονομάχος. Παρότρυνε το κοινό να ακούσει την ταινία του, (που όντως είχε καλή ηχοληψία, με έμφαση στους μικρούς ήχους) και τόνισε ότι κατά τη διάρκεια της ταινίας εν αντιθέσει με το Μέγαρο οι θεατές μπορούν και να γελούν και να χειροκροτούν κι αυτό δείχνει ότι ο κινηματογράφος είναι δημοκρατική τέχνη. Την τιμητική του είχε στα πλάνα του και το γκρεμισμένο γεφύρι που είδαμε χθες στο Δέντρο και την Κούνια, της Μαρίας Ντούζα. Δυστυχώς, η διάρκεια βγήκε εκτός χρονοδιαγράμματος και έπρεπε να τσαλαπατήσω τον ιδιαίτερα συμπαθή Νίκο Κουρή, που καθόταν μπροστά μου, μεταξύ άλλων, για να τρέξω στην επόμενη προβολή. Συγνώμη Νίκο…

Gimli

Νυχτερινό Τρένο για τη Λισαβόνα / Night Train to Lisbon:

Ένας άνδρας συναντά μια μυστηριώδη κοπέλα σε μία γέφυρα στη Βέρνη της Ελβετίας. Ένα βιβλίο που αυτή αφήνει πίσω της τον οδηγεί στην Πορτογαλία, στα ίχνη του συγγραφέα που ταράζει την ύπαρξή του. Εκεί θα αρχίσει σιγά σιγά να συνθέτει το παζλ μιας εποχής περασμένης, της δικτατορίας του Σαλαζάρ.

«Τουριστικά» πλάνα της πόλης, άνθρωποι που για ανεξήγητο λόγο μιλάνε αγγλικά ενώ θα έπρεπε να μιλάνε πορτογαλικά, μυστηριώδης μουσική, ερωτικά τρίγωνα, υπέροχα φωτισμένες γωνίες, ψευτοδιανοουμενίστικα τσιτάτα και η αίσθηση ότι όλο αυτό κάπου το έχουμε ξαναδεί. Ευτυχώς που υπάρχουν κάποιες ερμηνείες που σώζουν την κατάσταση: ο -για πρώτη ίσως φορά- συμπαθής Τζέρεμι Άιρονς, o Μπρούνο Γκαντς, ο Κρίστοφερ Λι και πάνω από όλα ο Τζακ Χιούστον-Αμαντέου που δεν τον είχαμε σε πολύ εκτίμηση, αλλά τα βγάζει πέρα μια χαρά με τον ρόλο.

Κρίμα που μια άγνωστη -και σημαντική- σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας καταλήγει να παρουσιάζεται με τρόπο ακαδημαϊκό και αδιάφορο από τον Δανό σκηνοθέτη Μπίλι Όγκαστ (Το Σπίτι των Πνευμάτων).

Τάιλερ

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *