Σινεμά

Όλα Χάθηκαν (All Is Lost)

Όταν ‘Όλα Χάθηκαν’ στηριχθήκαμε στον Ρέντφορντ: All Is Lost Δώστε στον παππού το όσκαρ!

Σκηνοθεσία: Τζέι Σι Τσάντορ, Διάρκεια: 106′, Μόνος Πρωταγωνιστής: Ρόμπερτ Ρέντφορντ 

4-half-popcorn

Εναλλακτικός τίτλος για αυτή την καλή στιγμή για το σινεμά θα μπορούσε να είναι «Ο γκαντέμης πήγε για ιστιοπλοΐα«! Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ μόνος σε ένα σκάφος παλεύει με τα κύματα. Κάποιες μέρες φαίνεται ότι… ό,τι μπορεί να πάει στραβά θα πάει, όπως αναφέρει ο νόμος του Μέρφι! Ωραία επιλογή η παντελής έλλειψη διαλόγου και ότι δεν μας δίνει κανένα στοιχείο για τον κεντρικό ήρωα.

Tην ταινία παρακολούθησε πρώτη φορά το κοινό της Αθήνας στις φετινές Νύχτες Πρεμιέρας. Ήρθε και πρόσθεσε μια ‘must’ επιλογή στις ταινίες πάλης του ανθρώπου με τη θάλασσα. Μπορεί να έχουν περάσει χρόνια από τον Ναυαγό, όμως το οσκαρικό Life of Pi και το Kon Tiki που προβλήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα επανέφεραν το υγρό στοιχείο στο προσκήνιο. Αν κάτι ξεχώρισε στο Όλα Χάθηκαν αυτό σίγουρα ήταν η αμεσότητα και η απλότητα της. Το σενάριο της θα μπορούσε να χωρέσει σε μια μόνο σελίδα ή εναλλακτικά να αποτελούσε ένα σύνολο από εμπνευσμένους αυτοσχεδιασμούς. Ο Ρέντφορντ μας χαρίζει άλλη μια καλή φετινή ερμηνεία μετά το ‘the Company you Keep‘ όπου σκηνοθετούσε και πρωταγωνιστούσε ο ίδιος. Στο ‘Όλα Χάθηκαν’, όμως, τη σκηνοθετσία ανέλαβε ο Τζέι Σι Τσάντορ γυρίζοντας την δεύτερη του μεγάλου μήκους ταινία μετά το Margin Call (2011). Ο Τσάντορ πόνταρε τυφλά στα δυο ατού του, τον πρωταγωνιστή του και τους κάμεραμεν του και δικαιώθηκε. Ένα στοιχείο τις επιτυχίας του είναι ότι η ταινία μπήκε άνετα στα χολιγουντιανά σαλόνια δείχνοντας ικανή να κονταροχτυπηθεί με τις υπόλοιπες πιο ‘εμπορικές’ στο χαρακτηρισμό ταινίες, διατηρώντας την ποιότητα της. Αν είχε ‘αποτύχει’ θα μπορούσαμε αυτή τη στιγμή να μιλάμε για αμερικάνικο ανεξάρτητο κινηματογράφο και πειραματικές δουλειές απευθυνόμενοι σε λίγους. Αντίθετα, το ‘Όλα Χάθηκαν’ είναι μια ταινία που μπορεί να απολαύσει τόσο ένας απαιτητικός σινεφίλ όσο και ένας απλός θεατής.

Αχ, αυτό το βλέμμα: Ο Ρέντφορντ είναι τόσο φυσικά πειστικός σε ό,τι κάνει που ακόμα κι αν δεν έχουμε εξειδικευμένες γνώσεις ιστιοπλοϊας καταλαβαίνουμε τις σκέψεις του σαν να μας μιλάει. Απτόητος μαχητής, υπόδειγμα ψυχικής δύναμης θα συνεχίσει να παλεύει εκεί που πολλοί θα είχαν απλά σηκώσει τα χέρια ψηλά απογοητευμένοι. Προσπαθεί να δίνει κουράγιο στον εαυτό του βρίσκοντας χαρά ακόμα και από μικρά πράγματα. Επιτάσσει την εμπειρία του, σαν σύγχρονη εκδοχή του «Γέρου και της Θάλασσας«, δεν σταματά να σκέφτεται ιδέες για να τα καταφέρει. Άλλες του βγαίνουν άλλες όχι, πάντως δεν τα βάζει κάτω. Σε μερικές στιγμές μου θύμισε έναν άλλο χαρακτήρα με όμοιο ταπεραμέντο από μια ταινία που λατρεύω, τον Πεταλούδα (Papillon, 1973 με τον Στιβ Μακ Κουίν).  Λάτρεψα τη σκηνή στο έργο που βλέποντας την καταιγίδα να έρχεται σταματάει και ξυρίζεται σαν διαδικασία άντλησης όσης περισσότερης ψυχικής δύναμης μπορεί για να αντιμετωπίσει όσα έρχονται.

Πέραν της ερμηνείας για σεμινάριο του Ρέντφορντ, η ταινία ίσως κινδύνευε να γίνει κουραστική σε σημεία αν δεν ήταν η πολύ καλή σκηνοθεσία του  Τζέι Σι Τσάντορ. Καταπληκτικές λήψεις, το στήσιμο και η κίνηση της κάμερας θα έρθουν να αποπλανήσουν το βλέμμα του θεατή και να το κρατήσουν καρφωμένο στην οθόνη. Οι ρεαλιστικοί ήχοι και η μουσική υπόκρουση όπου υπάρχει θα τον πάρουν από το χέρι και θα τον βάλουν κυριολεκτικά μέσα στο φιλμ. Τέλος, μια μικρή συμβουλή για τις αίθουσες: πάρτε ένα έξτρα μπουκαλάκι νερό μαζί σας γιατί ίσως διψάσετε!

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *