ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Η Αποφοίτηση (Bacalaureat)

3popcorn

Δυνατή επιστροφή του Μουντζίου, του ρουμάνου σκηνοθέτη που μας έδωσε το «4 Μήνες, 3 Βδομάδες και 2 Μέρες», με αυτό το οικογενειακό δράμα που μπήγει βαθιά το μαχαίρι, ως το κόκκαλο της σύγχρονης ρουμάνικης κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που θα ανακαλύψουμε ότι έχει πολλά κοινά και με τη δική μας. -Μια αντιστοιχία σε ελληνική ταινία, θα μπορούσα να βρω στο «Ο Εχθρός μου» του Νίκου Τσεμπερόπουλου.

bacalaureat-001

Κεντρικός χαρακτήρας -και αντι-ήρωας, ο πατέρας, ένας γιατρός που ζει με την έφηβη κόρη του και τη γυναίκα του, με την οποία έχουν απομακρυνθεί καθώς διατηρεί σχέση με μια νεότερη γυναίκα που έχει μικρό παιδί. Μόνο του όνειρο να δει την κόρη του να ξεφεύγει από τη μέση ζωή που έζησε ο ίδιος, όνειρο που φαίνεται πολύ κοντά, μιας που είναι άριστη μαθήτρια και την έχουν δεχτεί με υποτροφία σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας. Μόνη εκκρεμότητα να αποφοιτήσει με καλό βαθμό από το σχολείο της. Μια μέρα πριν τις εξετάσεις όμως η κοπέλα δέχεται επίθεση, υπέστη απόπειρα βιασμού, γεγονός την κλονίζει ψυχολογικά και της τραυματίζει παράλληλα το καλό της χέρι, με το οποίο γράφει. Ο πατέρας προσπαθώντας να κάνει τα πάντα για να βοηθήσει την κόρη του, θα μπλεχτεί σε έναν επικίνδυνο κυκεώνα ενεργειών.

Παίζοντας συνεχώς με τις ηθικές ισορροπίες, η Αποφοίτηση παρουσιάζει ένα πολυσύνθετο και δυνατό θέμα, με αρκετό ρεαλισμό στην προσέγγιση της. Δεν υπάρχει σωστό και λάθος, ηθικό και ανήθικο, άσπρο ή μαύρο. Μπορεί να είναι καλοί άνθρωποι που παίρνουν κακές αποφάσεις ή το αντίθετο. Η ζωή όμως δεν είναι ένα σπασμένο παράθυρο που μπορείς να το μπαλώσεις με ένα χαρτόνι και οι όποιες αποφάσεις μπορεί να ξεκινήσουν ένα ντόμινο καταστάσεων χωρίς φρένο.

graduation-cannes-festival-tenia

Με προσεγμένους διαλόγους ο Μουντζίου ανοίγει πολλά ζητήματα, ίσως περισσότερο θέτει ερωτήματα παρά τα απαντά. Ο πατέρας, ένα τραγικό πρόσωπο που έχει ως πρώτο του μέλημα τις εξετάσεις της κόρης του, παράλληλα παρακολουθεί τις έρευνες της αστυνομίας για τον δράστη, τρέχει στην ηλικιωμένη μάνα του, την ερωμένη του που έχει προβλήματα με το γιο της, από εκεί στη γυναίκα του που του αναθέτει δουλειές του σπιτιού και τέλος στους αρρώστους του στο νοσοκομείο. Προσπαθεί να προστατέψει τα εξαρτημένα μέλη και βγαίνει συνεχώς μπροστά παίρνοντας ρίσκα. Είναι έτοιμος να λερώσει τα χέρια του, σε ένα κόσμο που όλοι παίζουν βρώμικα προτίθεται κι ο ίδιος να το κάνει, ως μέσο επιβίωσης.

b38f43bb67d46ad1aa2b37ab7f387d49

Στον αντίποδα, η σύζυγος του έχει το ρόλο του ηθικού αντίβαρου. Θα σηκώσει το λάβαρο του επιχειρήματος του μόχθου, ότι «δεν ανέτρεψαν έτσι την κόρη τους» και ότι «οι αποφάσεις μας καθορίζουν το ποιοι είμαστε και όλη μας την μετέπειτα ζωή». Με φανερά σημάδια κατάθλιψης, έχει πάψει να αγωνίζεται άνευ όρων. Είναι μια γυναίκα που προτιμά να πετάξει λευκή πετσέτα σε έναν άνισο αγώνα. Το άσχημο συμβάν στη ζωή της κόρης είναι απλά η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι σε καταστάσεις που συσσωρεύονταν καιρό τώρα.

Στο βασικό ζήτημα της ταινίας, έρχονται να προστεθούν και άλλα περιφερειακά ζητήματα και όλα αυτά μαζί συνθέτουν ένα αργόσυρτο θρίλερ καταστάσεων. Θα έπρεπε όμως κάποιος να του συστήσει το μοντάζ… Το μοντάζ είναι μόνιμο πρόβλημα της ρεαλιστικής κινηματογράφισης. Προσπαθώντας να έχει ομοιογένεια και να δημιουργήσει ατμόσφαιρα κρατά περισσότερο τα πλάνα του από όσο αντέχει ο μέσος κόσμος και μπορεί να ανεχτεί. Έτσι, κάνει το έργο βαρύ και μεγάλο σε διάρκεια. Γιατί σινεμά είναι μεν το ίδιο το θέμα, αλλά πολύ περισσότερο είναι ο τρόπος παρουσίασης. Αποτέλεσμα της παγίδας της ρεαλιστικής κινηματογράφισης και γενικότερα της αργής σκηνοθεσίας, είναι ότι τελικά του μειώνουν τη δύναμη και κουράζουν το θεατή. Κρατάμε όμως το ενδιαφέρον σενάριο και τις καλές ερμηνείες.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *