Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Το τίμημα

 

Η πρώτη ταινία της Lisa Cholodenko με τον ειρωνικό τίτλο HIGH ART , είχε πρωτοπροβληθεί στη χώρα  μας στις Νύχτες Πρεμιέρας του 1999 αν θυμαμαι σωστά,τότε ειχα και την ευτυχία να τη δώ πρώτη φορά  και αμφιβάλλω αν βρήκε έκτοτε διανομή στις ελληνικές αίθουσες.

Εξόχως παραγνωρισμένη  νομίζω, ταινία, που πρέπει να δούν όλα τα ψωνια που στελεχώνουν  τα περιοδικά μόδας, διακοσμησης, life-style και τα συναφή. Η Cholodenko  έφτιαξε μια ατμοσφαιρική, λιτή και ειρωνική  ταινία  για τον καλλιτέχνη που δεν φοβάται να κατρακυλήσει  στην φθορά και την αυτοκαταστροφή, και για τους wannabe  κολλητούς  του, που διαγκωνίζονται  για μιά θέση στη ζωή του, παλεύουν να εισπνέυσουν έστω  μία τζούρα απ΄την γοητεία του.

Η ταινία της Cholodenko  ειναι μια ταινία για την Τέχνη , τους δημιουργούς της και τους αποδέκτες της. Το θηλυκό πρωταγωνιστικό τρίο  ειναι ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ,με κορυφαία την αισθαντική  Radha Mitchell  στο ρόλο της “τραγανής” , ευαίσθητης , υγιώς φιλόδοξης και παθιασμένης με τη δουλειά της, Σίντι, η οποία πλαισιώνεται  απ ΄τις δύο εκρηκτικές- παρά την εμφανή κατάπτωση των ρόλων που υποδύονται- παρουσίες: την υπέροχη Patricia Clarkson υποδυόμενη την ξεπεσμένη μούσα του Φασμπίντερ Γκρέτα, ερωμένη της διάσημης φωτογράφου Λούσι Μπερλίνερ (την υποδύεται η γοητευτική Ally Sheedy).

‘Εχω ξαναγράψει  ποιά θεωρώ  μαγική ταινία: αυτή που κατορθώνει να εικονοποιεί το άφατο και να παγιδέυει το θεατή στον κόσμο της. Η Λούσι και η Γκρέτα, πρώην  διάσημες, νυν ηρωινομανείς , βυθισμένες στο μικρόκοσμό τους που ορίζεται απ΄τους επίσης ηρωϊνομανείς φίλους τους και τη λευκή σκόνη, ζούν στη σκιά του παραγωγικού παρελθόντος τους. Η ολόφρεσκη , νεότατη και δροσερή κοπέλα με τις ανώτατες σπουδές (Κριτική Θεωρία) απ ΄την άλλη, και θέση βοηθού εκδότη  σε περιοδικάρα, που μενει ακριβώς από κάτω απ΄την καραδιάσημη φωτογράφο Λούσι. Τύχη βουνό θα έλεγαν οι ζηλιάρηδες. Η γοητεία που ασκεί  η προσωπικότητα , οι συνήθειες και ο αέρας της Λούσι πάνω στη Σίντι, δεν περιγράφοντια, βλέπονται.

Η Mitchell μας  προσφέρει  μια εκπληκτική ερμηνεία  υποδυόμενη το αθώο, ολόδροσο κορίτσι (που δεν εχει καεί απ΄τρις καταχρήσεις) ,το οποίο  λόγω ενός  ασήμαντου περιστατικού μπαίνει στο σκοτεινό δάσος που λέγεται Λούσι Μπερλίνερ. Αμηχανία , έκσταση  και μια αρχικά ανομολόγητη έλξη (που κατόπιν  εκδηλώνεται αμοιβαία) ανάμεσα στη Σίντι και τη Λούσι, η κρυφή ζήλεια  της ωραίας Γκρέτα (απλώς άπαιχτη η Clarkson σε παρακμιακό ρόλο), οι φίλοι του ζευγαριού που είτε δεν  καταλαβαίνουν είτε αδιαφορούν πλήρως για το τί ρόλο βαράει αυτή η  έφηβη , όπως την αποκαλεί ειρωνικά η Γκρέτα, δημιουργούν ένα πλαίσιο  οικείο  κατά κάποιον τρόπο, σε όσους έχουν προσπαθήσει συνειδητά ή ασυνείδητα, τουλάχιστον μια φορά , να μπούν στη ζωή ενός άνθρώπου, να γίνουν σημαντικό τμήμα της.

 Αυτο που κάνει αυτή την ταινία  μνημειώδη (και θεωρώ πως εντελώς βλακωδώς και κοντόφθαλμα εχει χαρακτηριστεί απλώς, “λεσβιακό  δράμα” ) ειναι  η με γοητευτικότατο τρόπο  αποτύπωση  στο πανί , της αντιπαράθεσης  μεταξύ του ασυμβίβαστου καλλιτέχνη ( ή αυτού που βαρέθηκε να παίζει πλέον, το παιχνίδι των συμβιβασμών), που δημιουργεί  και κάνει το κοινό να παραμιλάει μεν, αλλά  και που δεν εχει κανέναν ενδοιασμό  να τους γράψει όλους στο μαλακό του υπογάστριο όταν τ’ αποφασίσει, και των ψωνισμένων  διαμεσολαβητών του έργου του: εκδότες, επιμελητές Τέχνης , δημοσιογράφους κλ.π./ δορυφόρους του,  που ψοφάνε  να γνωρίσουν  από κοντά το είδωλό τους, το αντιμετωπίζουν με ζήλεια κι ίσως με κρυφή επιθυμία καθαίρεσής του απ΄το βάθρο που το εχουν τοποθετήσει, που σκίζονται να εξασφαλίσουν  την αποκλειστικότητα μιάς συνέντευξης  ή της δουλειάς του, και όπως -κατά σαδιστική συνήθεια των συμπαντικών δυνάμεων- συμβαίνει πάντα, το δώρο/προνόμιο της  επαφής μαζί του, ερχεται σάυτον που αδιαφορεί (χαρακτηριστικότατη  η σκηνή  ανάμεσα στην άνετη Σίντι, και  την ψωνάρα, ψηλομύτα διευθύντριά της Ντόμινικ, η οποία μόνο εγκεφαλικό δεν παθαίνει μόλις ακούει οτι  η Λούσι ειναι γειτόνισσά της- η Ank Duong  πλάθει ενα “αρχέτυπο” μεγαλοστελέχους  περιοδικού).

Υπάρχουν δύο τρόποι να προσεγγίσει κανείς την παρακμή: είτε να μιλήσει /στοχαστεί γι αυτή, να την κάνει δημοφιλές μάθημα  για τ’ αμφιθέατρα, να τη δαμάσει ακαδημαϊκά, να την μελετήσει  εν ολίγοις ,  είτε να τη  ζήσει, να χωθεί με΄σα της , να παραδοθεί στη φθορά όπως έχει παραδοθεί  το σαγηνευτικό (εκ πρώτης όψεως)  ζευγάρι των Λούσυ-Γκρέτα. Η Λούσυ που σιχάθηκε  να παίζει το παιχνίδι της δημοσιότητας και των κατά παραγγελία (και προθεσμία) δημιουργιών, λέει ένα  μεγαλοπρεπές ” άντε και γαμηθείτε όλοι” με τον πιό αποστομωτικό τρόπο : μιά σειρά υπέροχων πορτραίτων της ερωτευμένης, θαμπωμένης και αθώας Σίντι.

Το εξαίρετο φινάλε και η απερίγραπτη σεκάνς όπου η Σίντι μαθαίνει αυτό που θα την χαράξει ανεξίτηλα , ειναι πιστεύω  η επιτομή του να είσαι /ζείς  στο περιθώριο, παρά του να το προσεγγίζεις  εκ του ασφαλούς , μέσω εμπνευσμένων editorials  τάχα μου.

Τί σχέση εχουν οι από κοινωνική επιταγή/υπόδειξη  ,θαυμαστές  του έργου ενός καλλιτέχνη, με τους ειλικρινείς  εραστές του έργου του; Καμία. Αυτό που διέκρινε η υπερφίαλη και ψηλομύτα Ντόμινικ στα πορτραίτα που δημιουργησε η Λούσι,και την έκαναν να πεταχτεί απ΄την καρέκλα της, για τη Λούσι ηταν τροπος ζωής και βίωμα. Ηταν η ψυχή της. Και όπως γνωρίζουμε, έργο Τέχνης άνευ ψυχής είναι  ένα εκκωφαντικό  τίποτα.

Στον Μάκη που συνέβαλε στο να κρατήσω την υποσχεση προς  τον εαυτό μου, πριν 15 χρόνια.

 

 

Κατερίνα Καρά

Την πρώτη ταινία την είδε πριν πολλά χρόνια σε συνοικιακό σινεμά. Τραυματική εμπειρία... Επική η ταινία. Από τότε δηλώνει ανερυθριάστως ότι οι ταινίες (όπως και τα βιβλία) την έχουν πάρει κανονικά στο λαιμό τους. Πιστεύει ότι το σινεμά, όπως και η Τέχνη γενικώς, ΔΕΝ θα πεθάνει ποτέ, επειδή η τρισάθλια πραγματικότητα ειρωνεύεται χοντρά τις προθέσεις και τα όνειρά μας... Άρα κάπως πρέπει να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *