ΆποψηΘΕΜΑΤΑ

Editorial: Μερικές σκέψεις για τα βραβεία Ίρις της ΕΑΚ

Της Αγγελικής Στελλάκη

Ήδη από την σύστασή της, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου ψάχνει να βρει τον δρόμο της και να αναπληρώσει τον χαμένο χρόνο.

Εκεί που άλλες κινηματογραφίες είχαν την πολυτέλεια μιας Ακαδημίας (και των βραβείων της) εδώ και πολλά χρόνια, στην Ελλάδα η τελετή απονομής μετρά μόλις 8 χρόνια ζωής. Μέσα σε αυτό το διάστημα η Ακαδημία δοκιμάζει και δοκιμάζεται και καλείται -όπως και το ελληνικό σινεμά- να καθορίσει την ταυτότητά της.

Μια ματιά στις υποψηφιότητες των βραβείων της ΕΑΚ το καταδεικνύει αυτό. Οι υποψηφιότητες είναι μοιρασμένες ανάμεσα σε επιλογές που απευθύνονται σε ένα πιο σινεφίλ κοινό, και σε κάποιες ταινίες με «εμπορική» προοπτική (όπως το «Έτερος Εγώ», το οποίο τελικά δεν κινήθηκε τόσο καλά στα ταμεία) και ο «Νοτιάς». Οι πραγματικά μεγάλες εμπορικές επιτυχίες έμειναν σχεδόν εξολοκλήρου εκτός υποψηφιότητων (για παράδειγμα η «Ρόζα της Σμύρνης», η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της χρονιάς, έχει μία υποψηφιότητα, ενδυματολογίας -δεν θα μπορούσε η εξαιρετική Λήδα Πρωτοψάλτη να είναι υποψήφια για βραβείο Β’ Γυναικείου Ρόλου;), ενώ «εξαφανισμένοι» είναι και οι «Τέλειοι Ξένοι» του Θοδωρή Αθερίδη. Θυμίζουμε ότι και η προηγούμενη ταινία του Αθερίδη, «Από Έρωτα», διεκδικούσε μόνο βραβείο Σεναρίου -τελικά κατέκτησε το βραβείο κοινού.

iris2017

Είναι ένα ευρύτερο ερώτημα που απασχολεί το ελληνικό σινεμά. Αν ρωτήσεις αυτούς που έχουν σημασία -το κοινό δηλαδή- πολλοί θα απαντήσουν ότι δεν παρακολουθούν ελληνικές ταινίες γιατί τις θεωρούν «κουλτούρα». Φυσικά, αυτό δεν θα έπρεπε να απασχολεί μία Ακαδημία Κινηματογράφου που στόχος της είναι να βραβεύει τους καλύτερους σε κάθε κατηγορία, αλλά σε μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα, είναι ένα σημαντικό ζήτημα το πώς θα βρούμε τελικά την ισορροπία ανάμεσα στο σινεμά που θέλουμε να κάνουμε και στο σινεμά που αγαπά το κοινό.

Το πρόβλημα γίνεται πιο έντονο αν κοιτάξουμε τις υποψηφιότητες. Υπάρχουν ταινίες που επιλέγουν να διαγωνιστούν στα βραβεία πριν ακόμα προβληθούν στις αίθουσες (το Νήμα του Αλέξανδρου Βούλγαρη είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα) και άλλες που φτάνουν -όπως ο Νοτιάς– στα βραβεία πολύ καιρό μετά την πρώτη τους προβολή στις αίθουσες. Το ζήτημα είναι ότι το Νήμα έχει προβληθεί μόνο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και για μία τελετή που επιθυμεί να είναι και τηλεοπτικό προϊόν (καθώς μεταδίδεται και τηλεοπτικά) η έντονη παρουσία μιας ταινίας που ακόμα δεν γνωρίζουν -καθώς δεν έχει προβληθεί και είναι γνωστή μόνο σε ένα μικρό, σινεφίλ κοινό- είναι εν μέρει προβληματική.

Κι αυτό γιατί το ερώτημα είναι ποιες ταινίες καταφέρνουν να δουν τελικά τα μέλη της Ακαδημίας; Κρίνοντας από το Νήμα υποθέτουμε ότι βλέπουν ταινίες πριν από την ημερομηνία προβολής τους. Τότε, όμως, γιατί αγνοήθηκε το εξαιρετικό Πού Είσαι Σινγκάλ; του Άγγελου Ράλλη; Δεν χώραγε ή μήπως δεν την είδαν (καθώς η ταινία είχε προβληθεί στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ IDFA και προβλήθηκε στη Θεσσαλονίκη μετά την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων).

iris2017-01

Ίσως ο τρόπος να λυθεί αυτό το πρόβλημα θα ήταν να ακολουθηθούν τα αμερικανικά πρότυπα. Υποψήφιες να μπορούν να είναι ταινίες που έχουν βγει από την 1/1 κάθε έτους μέχρι τις 31/12 του έτους αυτού σε περιορισμένο κύκλωμα αιθουσών. Όταν, όμως, το περιορισμένο κύκλωμα αιθουσών γίνεται ο κανόνας της κανονικής διανομής, τότε τι κάνεις;

Δεν ξέρω τους λόγους για τους οποίους η ταινία του Αθερίδη δεν διεκδικεί ούτε ένα βραβείο. Θεωρήθηκε πολύ εμπορική; Ή μήπως ο λόγος είναι ότι βασίζεται σε διασκευή ιταλικής ταινίας; Μάλλον στο δεύτερο πρέπει να αναζητήσουμε την απάντηση -αν και θα μπορούσε να είναι υποψήφια για κάποιες από τις ερμηνείες.

Αυτά είναι ερωτήματα που θα πρέπει να απασχολήσουν και την Ακαδημία Κινηματογράφου. Είναι μόλις η 8η απονομή και κάποια ζητήματα μπορεί να βρεθεί τρόπος να επιλυθούν, αλλά θα πρέπει να το κάνει. Και να αποφασίσει πώς θα προχωρήσει.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *