Ελληνικό ΣινεμάΠρόσωπα

Ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης με δικά του λόγια

Μπορεί ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης να είναι σχετικά νέος και να έχει ακόμα δρόμο μπροστά του, αλλά το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης δεν δίστασε να του κάνει ένα πλήρες αφιέρωμα. Ξεκινώντας πιο ορμητικός και «πυρετικός» στην Αγγλία, ασχολήθηκε με το γκέι και το queerσινεμά. Ερχόμενος εδώ και βλέποντας πώς αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα το θέμα της μετανάστευσης, με το οποίο ασχολήθηκε σε αρκετές ταινίες του. Με τον Δεκαπενταύγουστο έκανε ένα ελληνικό μελόδραμα, για να επιστρέψει τώρα (με πολλά προβλήματα) στο θέμα του μετανάστη, από την πλευρά, όμως, αυτού που καλείται να τον αποδεχθεί. Στο αφιέρωμα προβλήθηκαν και μικρού μήκους ταινιάκια (ο Γιάνναρης κινηματογραφούσε ακατάπαυστα τα πάντα), ένας πραγματικός θησαυρός από πειραματικά φιλμ, τα περισσότερα γυρισμένα με σούπερ 8 κάμερα. Το αφιέρωμα έχει μεταφερθεί στην Αθήνα, στην Ταινιοθήκη μέχρι τις 7 Δεκεμβρίου.
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης μέσα από δικά του λόγια (από την έκδοση του Φεστιβάλ και από συνέντευξη στο in.gr):
«Αν χρειαζόμασταν μια ακόμη απόδειξη του πόσο γεμάτη εκπλήξεις είναι η ζωή, στην Αγγλία δεν πήγα να σπουδάσω σινεμά. Πήγα για σπουδές οικονομικών και ιστορίας. Τότε δεν είχε εμφανιστεί ακόμη το όραμα του businessmanager, όπου όλοι ήθελαν να διοικούν και κανείς να μη δουλεύει. Σπούδαζα οικονομικά, Μεσαιωνική και νεώτερη ευρωπαϊκή ιστορία, αλλά περνούσα τον περισσότερο καιρό μου στο σινεμά. Ξεκίνησα να βλέπω κινηματογράφο γύρω στα 15 με 16 –μικρό οι γονείς μου δεν με πήγαιναν συχνά- και στην Αγγλία φυσικά βυθίστηκα στις εικόνες.
Οι πρώτες ξεκάθαρα δικές μου δουλειές είχαν το χαρακτήρα πειραματισμών. Ήταν απλά κάποια timelapsesτου εαυτού μου και μιας φίλης μου που αποτελούσε τότε μούσα μιας ομάδας ανθρώπων που κάναμε τα πρώτα μας βήματα στις τέχνες. Ήταν απόλυτα προσωπικά πράγματα, σε μια εποχή που δεν είχα δουλειά, ζούσα από το ταμείο ανεργίας, κατοικούσα σε καταλήψεις και προσπαθούσα να μάθω τι είναι σινεμά –με τις κάμερες που η οικονομική μου κατάσταση μου επέτρεψε να έχω, και όση πρόσβαση στην τεχνολογία, σε φιλμ, σε μονταζιέρες και σε εργαστήρια για την εμφάνιση μπορούσα να εξασφαλίσω, πληρώνοντας, παρακαλώντας, ακόμα και κλέβοντας.
Γύριζα σχεδόν μανιακά. Ήταν οι μέρες που ζούσαμε με τη δαμόκλειο σπάθη του AIDSπάνω από τα κεφάλια μας. Μια απειλή που κανείς δεν τολμούσε να αντιμετωπίσει. Όλοι τότε δουλεύαμε πυρετικά. Σαν κάτι να μας έκαιγε. Προσπαθούσαμε να κάνουμε όσο πιο πολλά πράγματα μπορούσαμε, όσο πιο γρήγορα γινόταν. Ήταν ανάγκη να αφήσεις κάτι πίσω σου, γιατί δεν ξέρεις τι σε περιμένει την επόμενη ημέρα.
Πριν φύγω απ’ το Λονδίνο πέρασα μια τεράστια δημιουργική κρίση, σχεδόν μια κανονική κατάθλιψη. Δεν ήξερα που πάει το queercinema, πού ήθελα να πάω εγώ, δεν έβλεπα μια κινηματογραφική έξοδο και δεν ήθελα να μπω σε αυτές τις ατέρμονες συζητήσεις για εγκρίσεις και χρηματοδοτήσεις. Είχα βαρεθεί όλο το γκέι σκηνικό, είχα βαρεθεί τα πάντα στο Λονδίνο, σχεδόν είχα βαρεθεί τον ίδιο μου τον εαυτό. Έτσι είπα «ή ταν ή επί τας» κι έφυγα.
(Το ότι γύρισα αποτελούσε) μια συναισθηματική ανάγκη να μπορώ να εκφραστώ σε μια γλώσσα μητρική. Μέχρι τότε οι ταινίες μου ήταν πιο ορθολογικές. Οι μετέπειτα ταινίες έχουν περισσότερο να κάνουν με το συναίσθημα και με την καρδιά μου.
Την Αθήνα εκείνη την εποχή εγώ τη λάτρεψα. Μετά τη μανία για χρήμα και τη μούχλα του Λονδίνου, βρήκα μια πόλη όπου η ζωή ήταν πιο προσιτή. Μπορούσες να ζήσεις μποέμικα με λιγότερα χρήματα και πιο ανοιχτά. Οι προκαταλήψεις απέναντι στους μετανάστες δεν είχαν ακόμα ορθωθεί στο ύψος που τις συναντάμε σήμερα. Υπήρχε μια όσμωση, μια περίοδος που όλα έμοιαζαν εφικτά και τα παλιά κλισέ πέθαιναν. Όλα είχαν μια αισιοδοξία. Κι έναν τσαμπουκά. Αυτόν τον τσαμπουκά ήθελα να δω στο σινεμά, σε μια περίοδο που στο χώρο μας όλα έμοιαζαν τόσο τακτικά και βολεμένα.
Τι είναι Ελλάδα για μένα; Ελλάδα είναι μητριαρχία. Τι είναι Ελλάδα; Είναι μελό. Τι άλλο είναι Ελλάδα; Μαλακισμένες γκόμενες που παίρνουν πάρα πολλά ναρκωτικά. Είναι και δειλά αρσενικά. Είναι κι ενοχή. Είναι και θρησκεία. Είναι και καλοκαίρι, είναι μπάνια, τα γαμημένα πανηγύρια, όλη αυτή η φρικτή προσπάθεια επιβεβαίωσης της μοναδικότητάς σου μέσα στο κοινωνικό σύνολο.
Είναι μια κοινωνία που δέρνεται τυφλά μέσα σε βία και οργή. Ειδικά με ενδιαφέρει να εξετάσω δημιουργικά την ηδονή της βίας πάνω σε νεανικές ηλικίες, ως μία πολιτική ή μη απάντηση στο τι συμβαίνει. Αυτό θα είναι το θέμα της επόμενης ταινίας (με τίτλο Καλάσνικοφ). Μπαίνουμε σε έναν ελκυστικό μηδενισμό και αναίρεσης των πάντων που μπορεί να μας οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια. (Η Ελλάδα) δέρνεται μεταξύ σοκ, δέους, φόβου. Βλέπουμε την τεράστια διάλυση μιας φαινομενικά ασφαλούς μεσοαστικής τάξης.»
Επιμέλεια: Τάιλερ Ντέρντεν

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *