ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Η Πεντάμορφη και το Τέρας

Ένας έμπορος χάνει την περιουσία του. Κυνηγημένος από μία ομάδα κακοποιών θα βρεθεί σε ένα μαγικό παλάτι που θα του προσφέρει πολλά δώρα. Ο ίδιος θα προσπαθήσει να κόψει ένα τριαντάφυλλο για την αγαπημένη του κόρη, τη Μπελ. Αυτό θα οδηγήσει, όμως, στην αιχμαλωσία της από ένα τέρας.

Το γνωστό παραμύθι –του οποίου η πιο γνωστή συγγραφέας είναι η Γκαμπριέλ-Σουζάν Μπαρμπό ντε Βιλνέβ- έχει γνωρίσει πάρα πολλές κινηματογραφικές και τηλεοπτικές μεταφορές, με σπουδαιότερη την ποιητικά μεταφορά του από τον Ζαν Κοκτό.

Στη νέα του εκδοχή, ο Κριστόφ Γκανς επικεντρώνεται κυρίως στο στοιχείο του παραμυθιού. Αυτό γίνεται φανερό ήδη από την πρώτη σκηνή, όταν η Πεντάμορφη ανοίγει το βιβλίο της ιστορίας για να αφηγηθεί το παραμύθι. Ο Γκανς μπλέκει με τρόπο πανέμορφο τις εικονογραφήσεις του βιβλίου με αυτά που συμβαίνουν επί της οθόνης.

Το παραμύθι του αργεί να πάρει μπρος και χρειάζεται αρκετή ώρα μέχρι να φτάσουμε στο κάστρο του Τέρατος, ωστόσο από εκείνη τη στιγμή και μετά μέχρι μισή ώρα περίπου πριν από το τέλος, η ταινία ταξιδεύει τον θεατή σε έναν κόσμο μαγικό: η σκηνογραφία, τα κοστούμια, η μουσική, τα εφέ, όλα συντελούν στην αφήγηση αυτού του παραμυθιού.

 Δεν σκόπευα να κάνω ένα remake, αλλά μια νέα εκδοχή του μύθου. Όταν αποφάσισα να κάνω την ταινία ο Jérôme Seydoux (συμπαραγωγός μεταξύ άλλων του La Grande Bellezza) μου επισήμανε ότι ποτέ δεν θα με αφήσουν να ξεχάσω τον Cocteau. Εγώ απάντησα ότι φυσικά και θα βρεθούν κάποιοι που θα πουν ότι η ταινία του Cocteau είναι καλύτερη. Η Πεντάμορφη και το Τέρας είναι μια ταινία γεμάτη υπαινιγμούς, σκοτεινά σημεία, περιοχές που ο Cocteau άφησε απέξω επίτηδες. Όσο μελετούσα το βιβλίο της Madame de Villeneuve, κρατούσα σημειώσεις για κάθε σημείο που ο Cocteau είχε αφήσει ανεκμετάλλευτο.

Μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στο παρελθόν του Τέρατος και λιγότερη στη σχέση που αναπτύσεται με την Πεντάμορφη. Ο Γκανς μοιάζει να αφήνει να εννοηθεί ότι η Μπελ ερωτεύεται το Τέρας, απλά και μόνο επειδή αυτός είναι πιο… μπρουτάλ! Καμία πιο στενή σχέση δεν μοιάζει να αναπτύσσεται ανάμεσά τους, κανένα πάθος ή συναισθηματική προσέγγιση.

Αντίστοιχα, ο Γκανς δεν εκμεταλλεύεται την ευκαιρία που του δίνει η πορεία που επιλέγει να ακολουθήσει. Αντί να δείξει εάν το Τέρας αισθάνεται τέρας και εξαιτίας των πράξεών του –εσωτερικά δηλαδή- και όχι μόνο εξωτερικά, επιλέγει μία φλατ προσέγγιση της επιθυμίας να ξεφύγει από τη μοίρα του. Ο Γκανς δίνει μεγαλύτερη έμφαση στα χαριτωμένα πλασματάκια του κάστρου (τα οποία κανείς δεν κατάλαβε γιατί η Πεντάμορφη τα χαρακτήρισε ως τους καλύτερούς της φίλους), παρά στη σχέση των δύο πρωταγωνιστών του.

Ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα προκαλούνται από τη στιγμή που η Πεντάμορφη φεύγει από το κάστρο του Τέρατος για να επισκεφθεί τους δικούς της. Το τελευταίο μέρος της ταινίας μοιάζει «βιαστικό» και χάνει την παραμυθένια αίσθηση που είχε χτίσει, επιλέγοντας να κινηθεί στον δρόμο ενός παραδοσιακού μπλοκμπάστερ. Τα εφέ του Χόλιγουντ είναι καλύτερα, αλλά τα ευρωπαϊκά διαθέτουν καλύτερη αισθητική. Εξαίρεση η ατμοσφαιρική σκηνή με την ομίχλη στις σκάλες του πύργου.

Όσον αφορά τις ερμηνείες, εκεί τα πράγματα είναι μάλλον αδιάφορα. Η Λέα Σεϊντού δίνει μια αξιοπρεπή ερμηνεία, η οποία κινείται ανάμεσα στο καλό και το καλομαθημένο. Ο Βενσάν Κασέλ μάλλον επιλέχθηκε λόγω επιβλητικής παρουσίας και φωνής, αλλά ο διάσημος ηθοποιός δεν μεταφέρει τίποτα από το πάθος του ήρωά του, ενώ ούτε η εμφάνιση του «κακού παιδιού» τον βοηθάει να αναδείξει το… τέρας που κάθε άνθρωπος κρύβει μέσα του.

Τελικά να τη δω;

Διαθέτει την ατμόσφαιρα και το ύφος ενός παραμυθιού (και δεν πρέπει κανείς να το δει τίποτα άλλο πέρα από αυτό), αποτελεί ένα ταξίδι που θα απολαύσουν τα παιδιά –και αρκετοί ενήλικες-, αλλά από το οποίο λείπει το πάθος και το συναίσθημα.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *