ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Κυριαρχία ή το ψηφιακό εγώ

Ο επιστήμονας Γουιλ Κάστερ και η ομάδα του προσπαθούν να δημιουργήσουν ένα υπέρυπολογιστη που θα έχει την δικιά του συνείδηση και θα μπορεί να νιώθει όλη την γκάμα των συναισθημάτων. Όταν μια οργάνωση που μισεί την κυριαρχία της τεχνολογίας τον δηλητηριάζει και προκαλεί τον θάνατο του, η γυναίκα του και ο καλύτερος του φίλος αποφασίζουν να μεταφέρουν τον εγκέφαλο του στον υπερυπολογιστή. Οι χειρότεροι φόβοι τους επαληθεύονται καθώς η δίψα του Γουίλ για γνώση εξελίσσεται σε διαρκή αγώνα για την εξουσία που δεν ξέρουν πως θα την χρησιμοποιήσει. Το μόνο πράγμα που καθίσταται σαφές είναι ότι μπορεί να μην υπάρχει τρόπος να τον σταματήσουν.

 Ο Γουόλι Πφίστερ  είναι ο πιστός διευθυντής φωτογραφίας του Κρίστοφερ Νόλαν από το Memento και μέχρι τώρα. Η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα περιέχει πολλά από τα στοιχεία της φιλμογραφίας του Νόλαν: πολυδιάστατοι χαρακτήρες, κρίσεις ταυτότητας,ανοιχτό τέλος και εμμονές. Οι χαρακτήρες της ταινίας είναι συνεχώς σε ισορροπία ανάμεσα στο καλό και το κακό,τα σύνορα των οποίων είναι μεταβλητά ανάλογα με την οπτική γωνία του ενός χαρακτήρα για τον άλλον. Η εμμονή κυριαρχεί πρώτα στην γυναίκα του ήρωα που θέλει με κάθε τρόπο να διατηρήσει ζωντανό τον άντρα της και στην συνέχεια η εμμονή του ψηφιακού εγώ του ήρωα που προσπαθεί να θεραπεύσει τους πάντες και τα πάντα παρόλο που η ιατρική δεν μπόρεσε να θεραπεύσει τον ίδιο. Και εδώ είναι που χωλαίνει η ταινία,στο αφηγηματικό επίπεδο. Από την στιγμή που ο Γουίλ μπαίνει στον υπολογιστή η ταινία χάνει γρήγορα τον ρυθμό της όσον αφορά την εστίαση,τον σκοπό της και την ανάπτυξη των θεμάτων και των χαρακτήρων.Η παρουσία του υβριδίου ανθρώπου και τεχνητής νοημοσύνης αντί να γίνει έναυσμα για μια πραγματική φιλοσοφική ελεγεία,όπως είναι οι ταινίες του Νόλαν,ανακυκλώνει τα κλισέ των ταινιών επιστημονικής φαντασίας επιπέδου:οι μηχανές μπορούν να έχουν ψυχή;

Στο σκηνοθετικό μέτωπο, η ταινία είναι πολύ καλά κατασκευασμένη. Η φωτογραφία,η κινηματογράφηση,η σκηνογραφία,η διαμόρφωση και η διαρρύθμιση των πλάνων κάνουν την οπτική δομή της ταινίας τόσο ισχυρή όσο θα περίμενε κανείς από κάποιον με τόσο μεγάλη εμπειρία και αναγνώριση όπως ο Wally Pfister. Σε ορισμένες σκηνές πραγματικά αισθανόμαστε σαν να βλέπουμε μια ταινία του Νόλαν όσον αφορά τις  επιλογές στον φωτισμό, στην αλληλουχία,και ιδιαίτερα την επεξεργασία των σκηνών που προδίδουν μερικά κινηματογραφικά δάνεια από τον Νόλαν. Εντυπωσιακή η αντίθεση του φωτισμού στις σκηνές του υπόγειου θαυμαστού καινούργιου κόσμου που φτιάχνει ο υβριδικός Γουίλ και της πραγματικής ζωής που τα χρώματα και το φως είναι ξεθωριασμένα,σχεδόν θαμπά. Σε γενικές γραμμές, όμως, η Κυριαρχία δεν μοιάζει με ταινία επιστημονικής φαντασίας καθώς ακροβατεί στα όρια της σκεπτόμενης ταινίας και της εμπορικής ταινίας δράσης.

Ο Τζόνι Ντεπ είναι εξαιρετικά ήπιος στην ερμηνεία του καθιστώντας την ανθρώπινη και την ψηφιακή εκδοχή του Will παρόμοιες,αλλά αρκετά διαφορετικές για να τονίσει την απαραίτητη ανησυχία και την αβεβαιότητα που φέρει το κλισέ ερώτημα ο άνθρωπος ή μηχανή της δεύτερης πράξης .Η Ρεμπέκα Χολ είναι επιφορτισμένη με το να δώσει την ουσία του συναισθήματος και το δράμα στην ιστορία και το καταφέρνει μέσω μιας μεστής ερμηνείας στο ρόλο μια έξυπνης και, ενδεχομένως,τρελής από την θλίψη γυναίκας της οποίας η αγάπη δοκιμάζεται από την αλλαγή στην δυναμική της σχέσης. Εκτός από τους δύο κεντρικούς ηθοποιούς,ο Μόργκαν Φρίμαν,ο Πολ Μπέτανι,ο Τζος Στιούαρτ,ο Κίλιαν Μέρφι και η Κέιτ Μάρα δείχνουν το ταλέντο τους σε αόριστους  χαρακτήρες που ποτέ δεν φαίνονται να αναπτύσσονται σε ρόλους και δεν είναι πολύ επακόλουθοι στην αφήγηση.Ο σεναριογράφος,αντί να επικεντρώσει την δυναμική της ταινίας στην σχέση των δυο συζύγων και σε όλες τις συνέπειες που επιφέρει η καινούργια κατάσταση για την αγάπη , την πίστη , την εμπιστοσύνη και την απώλεια,πλατειάζει προς πολλές κατευθύνσεις δίνοντάς μας κάτι από τα πάντα και αρκετά από το τίποτα .Θέλει να ξεκινήσει έναν διάλογο για την επίδραση της τεχνολογίας στην ανθρωπότητα αλλά η ταινία γρήγορα παίρνει μια υβριδική μορφή που την κάνει ψυχρή και απόμακρη. Η νοημοσύνη της ταινίας παραμένει τεχνητή και δεν καταφέρνει να μας αγγίξει.

Κωνσταντίνος Σκαρμούτσος

Παρά το γαλλικό μου ψευδώνυμο που είναι και το φιλμικό alter ego του Francois Truffaut, γεννήθηκα στην Αλεξανδρούπολη στης οποίας τους κινηματογράφους είχα τις πρώτες επαφές με τον κινηματογράφο. Από τη μια «Ο πόλεμος των άστρων» και από την άλλη ο «Τοίχος» του Γιλμάζ Γκιουνέι συνέστησαν το δίπολο πού με κυνηγάει. Τα άστρα του Χόλιγουντ και τα διακριτικά φώτα του cinéma d’auteur με οδήγησαν στην Γαλλία όπου ανδρώθηκα στην κινηματογραφική σκέψη. Τι μ’αρέσει; Απλό: όλες οι καλές ταινίες από όλα τα είδη εκτός από τις ρομαντικές κομεντί. Ιδιαίτερη προτίμηση σε ευρωπαïκό, ανεξάρτητο αμερικάνικο και ασιατικό κινηματογράφο. Κλείνω εδώ γιατί ως γνήσιος λάτρης του γαλλικού νέου κύματος μου αρέσει να μιλάω με τις ώρες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *