Φεστιβάλ

15o ΦΝΘ: Λιβ Και Ινγκμαρ – Φως, Κάμερα, Χαρτομάντιλα-Πάμε!

Άλλη μια -από νωρίς- sold out προβολή. Το overbooking ανάγκασε πολλούς να σταθούν όρθιοι ή στα σκαλιά και στα πατώματα για να την παρακολουθήσουν. Φυσικά, λόγω της έλλειψης μεγάλου κενού χρόνου μεταξύ προβολών και της σχετικής απόστασης των αιθουσών, ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς (Ναι, -Αυτός είναι ο πραγματικός λόγος κύριε Τάιλερ κι όχι ότι καθυστέρησα!). Το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ σκεφτόμουν αρχικά να μη το παρακολουθήσω, λόγω πίεσης χρόνου, το αποφάσισα τελικά σχεδόν  τελευταία στιγμή. Από τη μια γιατί έχει να κάνει με τη μεγάλη προσωπικότητα του Μπέργκμαν που όπως και να το κάνουμε δεν ήταν απλά ένας σπουδαίος σκηνοθέτης αλλά μια έντονη μορφή κινηματογραφιστή που δε θα πάψει να αποτελεί μάθημα σε σχολές κινηματογράφου και σημείο αναφοράς και έμπνευσης για τις επόμενες γενιές. Εξάλλου, τον θεωρεί τον καλύτερο σκηνοθέτη ο Κουροσάβα, …ο Κουροσάβα το είπε δε το είπα εγώ! Από την άλλη έχει στοιχεία για την έντονη σχέση του με την Λιβ Ούλμαν που αποτελεί από μόνη της έντονη προσωπικότητα ηθοποιού της παλιάς σχολής. Όλο αυτό το ρομαντικό-δραματικό αρέσει σε πολύ κόσμο. Με αυτά και με αυτά η ταινία φάνηκε να είναι από τα must για κάθε σινεφιλ στο φεστιβάλ.

Τελικά το ντοκιμαντέρ στέκεται περισσότερο στο πρόσωπο της “miss Persona” Λιβ που κάνει μια κατάθεση ψυχής η οποία γίνεται σπουδή στον έρωτα σε όλες τις εκφάνσεις και τα στάδια του. Τονίζει την κινηματογραφική μεριά της σχέσης και πως κατέληξε μοιραία. Μιλά απλά και ανοιχτά αλλά και με θεατρικότητα και ποιητικότητα στην αφήγησή της φαίνεται να ξαναπερνά μαζί μας κάθε στάδιο, να το ξαναζεί για εμάς αφήνοντας μας ένα σινεφίλ ντοκουμέντο. Η μουσική και τα αργά υπνωτιστικά πλάνα θα θυμίσουν σε στιγμές πλάνα του γνωστού σκηνοθέτη, ενώ θα παίζονται αποσπάσματα από σπάνιο υλικό από ταινίες του μόνο όταν το απαιτεί η αφήγηση δείχνοντας πόσο δεμένα είναι με την προσωπική του ζωή.

Φάση Πρώτη – Το Πάθος

Η μοιραία σχέση περνά το στάδιο του φρέσκου έρωτα και της ολέθριας έλξης παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας. Ακολουθούν οι χωρισμοί τους από τους ως τότε συζύγους τους για να είναι μαζί για να καταλήξει στην απομόνωση τους στο νησί Φάρο, που αποτέλεσε το καταφύγιο του σκηνοθέτη και το μέρος όπου έγραψε τα περισσότερα από τα πιο επιτυχημένα έργα του. Όλα αρχίζουν σαν παραμύθι. Μαθαίνουμε και πως πήρε το κουκλάκι το χαϊδευτικό «Πιγκμαρ» (Πίγκ + Ίνγκμαρ) και πως η Λιβ έγινε η μούσα του Ίνγκμαρ.  Η απομόνωση του όμως είχε και το στοιχείο της έντονης ζήλιας που ένιωθε για τη Λιβ που ίσως τον ωθούσε, δίνοντας τους ένα αυτοβιογραφικό υπόβαθρο εσωτερικής του μελέτης. Ο Ίνγκμαρ οδηγούσε και οδηγούνταν από τα έργα του. Τα έπλαθε όπως ήθελε, αλλά σαν μεγάλος δημιουργός τα «παιδιά» του ταυτόχρονα συχνά τα ζούσε και επηρεαζόταν από αυτά. Η μαυρίλα πάει να ξεθωριάσει με τη γέννηση του παιδιού τους παρόλα αυτά η ψυχολογική καταπίεση του Μπέργκμαν στη Λιβ είναι αφόρητη σε μια σχέση που πολύ θα ονόμαζαν αρρωστημένη. Η Λιβ, όμως, έρχεται και τον δικαιολογεί: «Όλοι έχουμε σκοτεινά και φωτεινά σημεία μέσα μας, ο τρόπος που τα αντιμετωπίζουμε κάνει τη διαφορά». Έχει ενδιαφέρον ο ρομαντικός τρόπος αναπόλησης της Ουλμαν ακόμα και στα σκοτεινά σημεία που δείχνει έναν άνθρωπο τρίτης ηλικίας συμφιλιωμένο πλήρως με τη ζωή του και που έχει αγαπήσει όλες τις στιγμές, καλές και άσχημες και όλες τις επιλογές του.

Φάση Δεύτερη – Ο έρωτας δίνει τη θέση του στην αγάπη

Με τον καιρό αυτό που μετρούσε και κρατούσε ήταν το δέσιμο μεταξύ τους. Ο Μπέργκμαν συχνά έβρισκε τη δύναμη να ξεπεράσει με το χιούμορ του και αποδεχόμενος την ανασφάλεια του. Όταν ανοίχτηκαν ο ένας στον άλλο ο αθώος έρωτας μετασχηματίζεται αυτόματα σε αγάπη χάνει όμως τη φρεσκάδα του. Μερικές φορές αυτό που τους ένοιαζε περισσότερο ήταν απλά να ξαπλώσουν δίπλα-δίπλα στο κρεβάτι και να κοιμηθούν αγκαλιασμένοι. Είναι το στάδιο που πολλοί λένε «όταν η αγάπη μας γίνει συνήθεια» ή χαριτολογώντας «τι να πιάσω το δικό μου πόδι τι το δικό της το ίδιο και το αυτό» και άλλα χαριτολογήματα. Πάνω που ένοιωσε την βαθιά αγάπη όμως η Λιβ και προσπάθησε να τον προσεγγίσει, είχε ήδη αρχίσει να τον χάνει. Ο χωρισμός σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορεί να γίνει δίχως πόνο. Σε ένα από τα γράμματα της προσωπικής τους αλληλογραφίας ο Μπέργκμαν το αναφέρει ως «το κόστος του να φτιάχνεις αριστουργήματα». Ξαναβλέπουμε πόσο έβαζε από τον εαυτό του στις ταινίες και το ανάποδο.

Φάση Τρίτη – Αιώνιο δέσιμο και Βαθιά Φιλία

Είναι ενδιαφέρον από ψυχολογικής άποψης, όπως είπα και πιο πάνω, το πόσο χαρούμενα περιγράφει η Λιβ ακόμα και άσχημες περιόδους. Σαφώς πιστεύω και παίζει ρόλο και η ηλικία της, φτάνοντας προς το δικό της τέλος κοιτά πίσω και χαίρεται για το ταξίδι. Ίσως όμως βοήθησαν σε αυτό και όλα όσα ακολούθησαν: Χέλμεν και Νόρα, μια βάρκα κι όμορφα πλάνα εφάμιλλα του έργου, το επιτυχημένο πέρασμά της από το Χόλιγουντ. Ίσως ήταν κι η πρώτη φορά στη ζωή της που ήταν πραγματικά ελεύθερη και μπορεί να πετάξει (ας μη ξεχνάμε και τη φοβία του Μπέργκμαν στα αεροπλάνα). Η συμφιλίωση και η φιλία μετά το χωρισμό της δίνουν μεγάλη δύναμη. Ο Ίνγκμαρ παίρνει αεροπλάνο για να βρεθεί στην Αμερική στην πρεμιέρα της μόνο για μια μέρα κάτι που την συγκινεί αφάνταστα. Μάλιστα λέει ότι αμφιβάλει αν θα το είχε κάνει αν δεν είχαν χωρίσει. Τι στο καλό, εξάλλου ξέρουν τόσο καλά ο ένας τον άλλο.

Φάση Τέταρτη – Το Διαχρονικό

«Δεθήκαμε και συμβαδίσαμε καιρό και είδε ο ένας την ψυχή του άλλου, αλλά μόνο όταν τέλειωσαν όλα και η αγάπη έμεινε δημιουργήθηκε η δυνατή φιλία». Φανταστείτε ότι για εκείνη την εποχή κάτι τέτοιο ήταν πάρα πολύ μπροστά ακόμα και για καλλιτεχνικούς κύκλους. Εξού κυκλοφόρησε και η έκφραση «Σουηδία γίναμε»!  Για να λέμε και του στραβού το δίκιο δεν ταιριάζει στη λογική μου ο όρος «αδερφές ψυχές», όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία αγάπης που καλύπτει μια περίοδο 42 ετών και 12 ταινιών!

Φάση Πέμπτη – Το Μεταφυσικό

Το τελευταίο μέρος ανοίγει με το Σάραμπαντ: «-Γιατί ήρθες; -Γιατί με φώναξες στο μυαλό μου».  Μεταφυσική τηλεπάθεια ή το ένστικτο θανάτου χαρακτηριστικό ιστοριών που αφηγούνται άνθρωποι μεγάλης ηλικίας;  Η Λιβ έχει πολλά να πει και τα λέει ωραία. Θα μπορούσε να τα διηγείται μέρες κι εμείς να την παρακολουθούμε με προσοχή. Όμως έχουμε κι άλλη ταινία μετά και πρέπει να σπρώξω την κυρία δίπλα μου που σκουπίζει τα δάκρυα της  και να τρέξω παρακάμπτοντας τους υπόλοιπους θεατές που κατευθύνονται προς την έξοδο, άλλοι μουδιασμένοι και κουρασμένοι κι άλλοι συγκινημένοι και χαρούμενοι. Φυσικά, μια ιστορία είπαμε δεν είναι απαραίτητο να αρέσει σε όλους… το τράβηξε λιγάκι παραπάνω όμως κι αυτή, όσο γερνάνε γίνονται λίγο πολυλογάδες.

Cut, γλυκιά μου Λιβ …Cut!

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *