Home CinemaΚΡΙΤΙΚΕΣ

Το πουκάμισο του φιδιού

Γίνεται μιά ταινία  που περιστρέφεται  γύρω από φυλετικά στερεότυπα (με την έννοια του φύλου, όχι της φυλής) να είναι  ταυτόχρονα  γοητευτική και υπέροχη; Φαίνεται πως γίνεται. Γιατί η ταινία του Jeff  Nichols  με τίτλο  MUD  είναι αυτό  ακριβώς:  ενας υπέροχος “ύμνος ” στα έμφυλα στερεότυπα- τους , μόνο  φαινομενικά ,  σκληρούς άντρες  που αγαπούν στωικά, αλλά  ώ της απελπισίας και της αφέλειας πέφτουν πάνω σε άκαρδα  κι αναξιόπιστα θηλυκά  που τους  τυραννάνε  και τους βάζουν σε μεγάλους μπελάδες. Να, ό,τι επαθε ο κακόμοιρος  ο Μαντ (ηχητικά, τ΄όνομά του παραπέμπει στη λάσπη  αλλά και στο  τρελός ), που ειναι μιά ζωή ερωτευμένος μ΄εκείνο το  παρτσακλό τη  Τζούνιπερ και τον πήρε για τα καλά ο διάολος.

Η ταινία του Nichols   εχει το χάρισμα να σε γοητεύει, ήδη απ’ τα πρώτα πλάνα. ‘Ισως επειδή  αφηγειται  καταστάσεις  τις  οποίες- σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό-  όλοι έχουμε  βιωμένες ( και αποθηκευμένες  στο ασυνείδητό μας). Ιδίως τ’αγόρια. Διότι  η ταινία είναι ένα  διαμαντάκι περί  αρσενικής  ωριμότητας και ενηλικίωσης. Πρωταγωνιστές σ’αυτη την  καλοκαιρινή  περιπέτεια  κάπου στον Μισισσιπή  ειναι ως επί το πλείστον άνδρες. ‘Εφηβοι ( όπως  οι δυό κολλητοί  Έλις και Νέκμπον- εξαίρετοι οι Tye Sheridan και Jacob Lofland) , ή νταβραντισμένοι ενήλικες ( όπως ο ταλαιπωρημένος – σωματικά αλλά κυρίως συναισθηματικά- Μαντ, ο Matthew McConnaughey  όταν θέλει  είναι πάρα πολύ καλός  ηθοποιός, μπορεί να δώσει δραματουργικό βάθος στο ρόλο του ακόμη και μ΄ ένα κατσούφιασμα) ή πατεράδες  που νιώθουν μονίμως – και ανομολόγητα- ανεπαρκείς  και οχυρώνονται  πίσω απ΄το  σκασε γυναίκα  που λένε στη σύζυγο σε μία απέλπιδα επίδειξη  δύναμης ( ο Ray Mc Kinnon ειναι τόσο υπέροχος) ή απομονωμένοι , μυστηριώδεις μεσήλικες, που εχουν απλώσει τεχνηέντως ένα  αόρατο συρματόπλεγμα γύρω τους για να κρατάνε μακριά τους ηλίθιους  περίεργους ( κι ένα αεροβόλο βοηθάει πάντως, ο Sam Shepard  κλασσική  αμερικανόφατσα,  με σημαντικό ρόλο στην ιστορία).

Η μεγάλη γοητεία της ταινίας, ειναι νομίζω  οι 3 χαρακτήρες , του ταλαίπωρου  αλλά τοσο καλόκαρδου  και κατ’ ουσίαν ευγενικού και ηρωικού  Μαντ, και των μικρών φίλων (μεταξύ τους, και κατοπιν  δικών του) Έλις και Νέκμπον οι οποίοι μοιάζουν με σύγχρονους Ερωτιδείς  που συνδράμουν  όπως  μπορούν  τον ερωτοχτυπημένο Μαντ  και τη Τζούνιπερ ( έτσι κοπέλα μου Reese Witherspoon ,να μη μιλάς  πολύ στις ταινίες, εί δυνατόν  να είσαι  μουγγή , μήπως και γλυτώσουμε κανά ακουστικό τύμπανο… ), συμβολίζοντας  παράλληλα τη Λογική ( ο καχύποπτος και πιό σκληρός Νεκμπον) και την Ευαισθησία, το Νοιάξιμο, την ανυποχώρητη αναζήτηση της  Αγάπης ( ο Έλις ). Γιατι ο Έλις  ειναι πεπεισμένος  ότι  ο Μαντ αγαπάει τη Τζούνιπερ και θα ειναι για πάντα  μαζί, δεν θα χωρίσουν ποτέ (σ ‘αντίθεση με τους γονείς  του  που ολοένα και απομακρύνονται). Για τον ‘Ελις που νιώθει το οικογενειακό έδαφος κάτω απ΄τα πόδια του να τρέμει , ο επίμονος  έρωτας του Μαντ για τη Τζούνιπερ ειναι βάλσαμο και παραμυθία- ναι, δεν ειναι όλα σκατά σ’αυτον τον κόσμο, κάτι μπορεί να σωθεί και θα σωθεί με τη δική του συνδρομή.

Η ταινία  του Nichols δεν μας δείχνει  πολυβασανισμένα ανήλικα  από μέθυσους, βίαιους  πατεράδες ή ξυλοδαρμούς  ωραίων γυναικών από δυνάστες-βόδια (αν και υπάρχει σχετική αναφορά και σκηνή, μέσω της Τζούνιπερ).Δεν μοιάζει  μ’αυτές τις ταινίες που  απεικονίζουν  την οικογενειακή  κόλαση απ΄ την οποία δεν μπορει να ξεφύγει το μικρούλι, ούτε μας παρουσιάζει τον αδίστακτο, αιμοβόρο παράνομο που  κατατρομοκρατεί  αθώες ψυχές. Το πολύ ενδιαφέρον  αυτής της ταινίας  είναι οτι  ΔΕΝ  μπορείς τοσο εύκολα ν’αντιπαθήσεις  τον Μαντ. ‘Οχι μόνο επειδή  η πράξη του, αν κι εγκληματική, διαπνέεται από ευγενή κίνητρα , αλλά για τη γενικότερη  στάση του ( ο McConnaughey  πλάθει έναν  συμπαθέστατο τύπο  που ζητάει βοήθεια από δύο ανήλικα,  τα οποία όμως δεν αντιμετωπίζει  με  αταβιστικό πατερναλισμό , αλλά με μία ειλικρίνεια (ή κρυψίνοια, αναλόγως)  και ευγένεια  που διαπερνάται από δικαιολογημένη ανησυχία ενός 35χρονου προς 14χρονα.

Η γνωριμία των δύο  αγοριών με τον Μαντ ειναι μία διαβατήρια τελετουργία τροπον τινά, για το πέρασμά τους στον θαυμαστό  κόσμο των ενηλίκων με όλο τον παραλογισμό, απογοητευση και υποκρισία που αυτός έχει. Η γνωριμία  αυτή κινητοποιεί  τον ‘Ελις στην αναζήτηση  της δικής του sweet heart με κωμικοτραγικά αποτελέσματα, έτερον εκάτερον. Το ξαναγράφω επειδή μ’ ενόχλησε/ανησύχησε:  η ταινία του Nichols  “πλασάρει”  με πολύ γοητευτικό  τρόπο  φυλετικά κλισέ:  αναξιόπιστες γυναίκες vs  ευαίσθητοι, και καλά, άντρες -θύματα της γοητείας τους (ή της δικής τους  ηλιθιότητας) και μου άφησε  μία πίκρα αναφορικά με τις σχέσεις ανδρών-γυναικών, παρά το πολύ τρυφερό κι αισιόδοξο φινάλε της . Αμφότεροι  θα είναι παντα θύματα  αμοιβαίας  παρεξήγησης:  οι μεν θεωρούν τις δε άκαρδες  σκύλες , οπότε  είναι μονίμως  καχύποπτοι, ,αμυντικοί και  συναισθηματικά τσιγκούνηδες απέναντί τους. Οι δε, γνωρίζοντας αυτη την προκατάληψη των ανδρών, τους θεωρούν εξ ορισμού καθάρματα. Αποτέλεσμα: φαύλος  κύκλος  αλληλοπεριφρόνησης και αλληλοεξόντωσης.

Τελικά τί έμεινε στον  ‘Ελις;  Ένας κολλητός, ένας πολύτιμος φίλος με χρυσή καρδιά που πήρε στα μάτια του διαστάσεις  ιππότη, δύο γονείς που  τελικά συνειδητοποιούν πόσο αγαπάνε το γιό τους, και η πρώτη “χυλόπιτα” απ’ την κούκλα του σχολείου του.

Για 14  χρόνια ζωντανός, λίγα δεν είναι…

Κατερίνα Καρά

Την πρώτη ταινία την είδε πριν πολλά χρόνια σε συνοικιακό σινεμά. Τραυματική εμπειρία... Επική η ταινία. Από τότε δηλώνει ανερυθριάστως ότι οι ταινίες (όπως και τα βιβλία) την έχουν πάρει κανονικά στο λαιμό τους. Πιστεύει ότι το σινεμά, όπως και η Τέχνη γενικώς, ΔΕΝ θα πεθάνει ποτέ, επειδή η τρισάθλια πραγματικότητα ειρωνεύεται χοντρά τις προθέσεις και τα όνειρά μας... Άρα κάπως πρέπει να αποδίδεται δικαιοσύνη.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *