Ο Μαύρος Πύργος
Η πληροφορία ότι το magnum opus του Στίβεν Κινγκ θα μεταφερόταν επιτέλους στη μεγάλη οθόνη έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Πόσω μάλλον όταν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους βρίσκει κανείς τους Ίντρις Έλμπα και Μάθιου ΜακΚόναχι -στους ρόλους του πιστολέρο και του μαυροντυμένου άνδρα αντίστοιχα. Δεν ήταν μόνο το ταλέντο των δύο ηθοποιών που δημιουργούσε προσδοκίες, αλλά και το γεγονός ότι επιλέχθηκε ένας μαύρος στον ρόλο ενός λευκού για ένα γουέστερν φαντασίας που θα μπορούσε να παίζει με τους κανόνες -αλλά δεν το έκανε.
Το αποτέλεσμα απογοητεύει. Μία ταινία με διάρκεια μικρότερη της 1,5 ώρας, με απλουστευτική πλοκή, κακά ψηφιακά εφέ και χάρτινους χαρακτήρες που δεν προλαβαίνουν όχι μόνο να αναπτυχθούν, αλλά ούτε καν να «αναπνεύσουν». Το έργο του Κινγκ μετατράπηκε σε εγχειρίδιο για αρχάριους, όπου όλα παρουσιάζονται βιαστικά, προκειμένου να κατανοήσει ο θεατής τι ακριβώς συμβαίνει.
Αυτό που συμβαίνει είναι ότι για κάποιο λόγο ένας Μαύρος Πύργος διατηρεί την ισορροπία καλού – κακού στο σύμπαν. Ο μαυροντυμένος άνδρας (ΜακΚόναχι) επιχειρεί να καταστρέψει τον πύργο αυτό, προκειμένου οι κακές δυνάμεις να εισχωρήσουν στο σύμπαν. Αντίπαλός του είναι ένας πιστολέρο, ο Ρόλαντ (Έλμπα), ο οποίος με τη βοήθεια ενός αγοριού με ειδικές ικανότητες (τη λεγόμενη Λάμψη, έννοια που αρκετές φορές έχει χρησιμοποιήσει ο Κινγκ στο έργο του) θα προσπαθήσει να εμποδίσει τον μαυροντυμένο άνδρα.
Στην οθόνη δεν βλέπουμε τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο από αυτό. Για όσους έχουν ασχοληθεί με τον Στίβεν Κινγκ το αποτέλεσμα είναι ακόμα πιο απογοητευτικό, καθώς θα αναγνωρίσουν θέματα που έχουν απασχολήσει τον συγγραφέα, δοσμένα όμως απλουστευτικά: η γονεϊκή απώλεια, η ανάγκη να βασίζεσαι στις δικές σου δυνάμεις, ο τρόμος του αγνώστου. Θα αναγνωρίσουν, επίσης, και ορισμένα Easter Eggs με πιο χαρακτηριστικό από όλα την πινακίδα στο λούνα παρκ του κόσμου όπου βρίσκεται ο Ρόλαντ (γράφει Pennywise και εντείνει τις πεποιθήσεις ότι ο Κινγκ έφτιαξε περισσότερο ένα σύμπαν, όπου λαμβάνουν χώρα όλα τα μεταφυσικά φαινόμενα για τα οποία μιλά).
Αυτή τη φορά πρόβλημα είναι και η διάρκεια της ταινίας. Σε μιάμιση ώρα δεν υπάρχει χρόνος να αναπτυχθούν οι χαρακτήρες και να ενδιαφερθεί πραγματικά ο θεατής για τα όσα συμβαίνουν. Οι αντιπαραθέσεις καταλήγουν να περιορίζονται σε ένα μάντρα που επαναλαμβάνει ο ήρωας (για τα πρόσωπα των πατεράδων), χωρίς ουσιαστική εμβάθυνση στον κόσμο που μας παρουσιάζεται. Η εξέλιξη της ιστορίας είναι μάλλον αναμενόμενη και αυτό που κάπως διασώζεται είναι το δίδυμο Έλμπα – ΜακΚόναχι. Ο δεύτερος λειτουργεί κάπως διεκπαιρεωτικά, κάνοντας αυτό που γνωρίζουμε ότι μπορεί να κάνει, ενώ ο Έλμπα μοιάζει να γνωρίζει τα επίπεδα του χαρακτήρα του, ακόμα και αν εμείς δεν τα βλέπουμε στην ιστορία του και στην συγκεκριμένη ταινία. Ιδανικό καστ λοιπόν σε λάθος ιστορία.