ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Το Στέμμα των Ινδιών

www.curzoncinemas.com

two-half-popcorn

Η ανεξαρτησία της Ινδίας, η αποκοπή του Πακιστάν, οι τελευταίες ημέρες της βρετανικής αυτοκρατορίας στις Ινδίες αποτελούν το θέμα της νέας ταινίας της Γκουρίντερ Τσάντα (Κάντο όπως ο Μπέκαμ), μιας ταινίες με καλές στιγμές, αλλά και εύκολες απαντήσεις σε σύνθετα ζητήματα.

Το 1947 ο Λόρδος Μαουνμπάτεν φτάνει στην Ινδία, τελευταίος αντιβασιλέας από τη Βρετανία με μία ξεκάθαρη εντολή: να παραδώσει την εξουσία στους Ινδούς. Ο Μαουνμπάτεν θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον εθνικό σπαραγμό: μουσουλμάνοι και ινδουιστές επιδίδονται σε πράξεις βίας και η Βρετανία φοβάται ότι θα εγκλωβιστεί σε αυτόν τον αιματηρό κύκλο.

viceroys-house002

Χρησιμοποιώντας την δομή μιας σειράς όπως το Downton Abbey –έχουμε και τον αγαπημένο Χιού Μπόνεβιλ και εδώ σε πρωταγωνιστικό ρόλο- η Γκουρίτνερ Τσάντα επιχειρεί να δώσει στον θεατή «πρόσβαση» τόσο στις φτωχογειτονιές της Ινδίας, όσο και στα σαλόνια όπου διεξάγονταν οι κρίσιμης σημασίας συνομιλίες. Οι υπηρέτες βλέπουν την ιστορία να γράφεται μπροστά στα μάτια τους και οι εθνοτικές εντάσεις μεταφέρονται στους κήπους του μεγάρου που ζει ο αντιβασιλέας.

Μέχρι εκεί όλα καλά. Όμως, η Τσάντα τοποθετεί ως επίκεντρο της ιστορίας μια ερωτική σχέση: εκείνη μιας μουσουλμάνας υπηρέτριας με έναν ινδουιστή ακόλουθο. Πρόκειται για μία σχέση απαγορευμένη και όχι μόνο λόγω θρησκείας. Όσο η ώρα περνάει, η ταινία ακολουθεί το εύκολο συναίσθημα και δίνει απλοϊκές απαντήσεις σε περίπλοκα ζητήματα. Καταναλώνει, επίσης χρόνο στο ειδύλλιο που παρά το χαρισματικό δίδυμο (Μανίς Νταγιάλ και Χούμα Κουρέσι) είναι μάλλον το πιο αδύναμο στοιχείο της ταινίας, αφήνοντας ελάχιστο χρόνο στις πραγματικές συνέπειες των πολιτικών του διχασμού της χώρας.

Υπάρχουν, πάντως, στιγμές που η ταινία θα καταφέρει να συγκινήσει, ενώ οι ερμηνείες συγκρατούν το τελικό αποτέλεσμα, ώστε αυτό να μην γίνει ευτελές.

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *