ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Ο κύκλος των αναμνήσεων

Βασισμένο σε πραγματική ιστορία, το The Railway Man όπως είναι ο ξένος τίτλος της ταινίας –ο ελληνικός είναι μάλλον γλυκανάλατος-, παρουσιάζει στον θεατή μια ελάχιστα κινηματογραφημένη σελίδα της βρετανικής ιστορίας.

Ένας μεσήλικας που ενδιαφέρεται για τα τρένα φέρει ένα παλιό τραύμα. Γνωρίζει μία γυναίκα και με τον γάμο τους μοιάζει να τα ξεπερνά. Η πραγματικότητα, όμως, είναι πιο σκληρή: ο άνδρας θυμάται την εποχή που ήταν στρατιώτης στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Ιάπωνες που τον ανάγκασαν μαζί με άλλους να κατασκευάσουν μια σιδηροδρομική γραμμή στη ζούγκλα της Μαλαισίας. Έχοντας πέσει θύμα βασανισμού από έναν άνδρα, ο ήρωας της ταινίας δεν μπορεί να αφήσει το παρελθόν πίσω του. Μέχρι τη στιγμή που θα μάθει που βρίσκεται ο πρώην βασανιστής του.

Μια σκοτεινή στιγμή στην ιστορία της Βρετανίας, καθώς εκατοντάδες στρατιώτες αναγκάστηκαν να χτίσουν τη «γραμμή του θανάτου» για να πραγματοποιεί η Ιαπωνία τις εμπορικές της συμφωνίες. Με το θέμα είχε ασχοληθεί και Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι, αλλά όπως έχει δηλώσει ο Έρικ Λόμαξ, ο άνδρας στη βιογραφία του οποίου βασίζεται η ταινία, οι στρατιώτες ήταν μάλλον… καλοζωισμένοι.

Στον Κύκλο των Αναμνήσεων σίγουρα υποφέρουν, αλλά και πάλι ο στόχος -δηλαδή να μεταδώσει πέρα από το γράμμα και την ψυχή της ιστορικής στιγμής- δεν επιτυγχάνεται.

Χρησιμοποιώντας κλασική προσέγγιση με αρκετά φλας-μπακ, ο Τζόναθαν Τεπλίτζκι προσπαθεί να χτίσει ένα μυστήριο για το τι ακριβώς συνέβη στον κεντρικό χαρακτήρα της ταινίας. Δεν αποτυγχάνει σε αυτό, αν και τελικά αποδεικνύεται ένα αχρείαστο σασπένς.

Αυτό που καταφέρνει να χτίσει με μαεστρία η ταινία είναι η συνοχή. Και αυτό οφείλεται στις δύο βασικές ερμηνείες: σε εκείνη του Τζέρεμι Ίρβιν, που ερμηνεύει τον Λόμαξ σε νεαρή ηλικία και στην ισορροπημένη παρουσία του Κόλιν Φερθ. Ο Ίρβιν, ο οποίος μοιάζει και εμφανισιακά στον Φερθ, αλλά έχει υιοθετήσει και εκφράσεις του, μελέτησε τον ηθοποιό για να βασίσει την ερμηνεία του πάνω του. Και τα καταφέρνει εξαιρετικά, μεταδίδοντας στο βλέμμα του όλη την ανησυχία και την αμηχανία. Δεν είναι ήρωας. Είναι άνθρωπος. Το ίδιο ανθρώπινος και βασανισμένος -χωρίς αχρείαστες συναισθηματικές κορώνες- είναι και ο Κόλιν Φερθ που ερμηνεύει τον ίδιο χαρακτήρα σε μεγαλύτερη ηλικία.

Στην πραγματικότητα, εδώ εξαντλείται το όποιο ενδιαφέρον της ταινίας. Η προσέγγιση του Τεπλίτζκι είναι άκρως ακαδημαϊκή, το τελευταίο κομμάτι μοιάζει αμήχανο, ενώ η παρουσία της Νικόλ Κίντμαν είναι… καταστροφή.

Ο ρόλος της είναι αδιάφορος, κακογραμμένος και η ερμηνεία της δεν βοηθά την κατάσταση. Θέλοντας να δικαιολογήσουν το όνομά της, δίνεται στο ρόλος της μεγαλύτερο βάρος από ό,τι απαιτείται και καθώς η ίδια δεν διαθέτει την δυνατότητα να κάνει τον θεατή να συμπάσχει, αφήνει τον θεατή να απορεί τι στο καλό σκεφτόταν ο σκηνοθέτης όταν την έβαλε.

Γιατί το πρόβλημα είναι ότι τόσο στις σκηνές της με τον Φερθ, όσο και σε εκείνες με τον Σκάρσγκαρντ καταφέρνει να γίνει άκρως εκνευριστική, ουσιαστικά αναδεικνύοντας την υπεροχή των σκηνών του παρελθόντος με τον Ίρβιν.

Τελικά να τη δω;

Φιλότιμη προσπάθεια και ενδιαφέρον θέμα, με μία εξαιρετική ερμηνεία από τον Τζ.Ίρβιν και μία μετρημένη από τον Φερθ, αλλά υπερβολικά ακαδημαϊκή και με μία Νικόλ Κίντμαν «τοξική».

Αγγελική Στελλάκη

Η πρώτη ταινία που είδε σε κινηματογραφική αίθουσα ήταν το Χορεύοντας με τους Λύκους. Κατά τη διάρκεια του οποίου διάβαζε Μίκι Μάους, σπάζοντας τα νεύρα όλων. Σε σινεφίλ μονοπάτια οδηγήθηκε όταν, κατά τη διάρκεια μοναχικών κινηματογραφικών βραδινών περιπλανήσεων, διαπίστωσε ότι νοιώθει μια παράξενη ευτυχία, κάθε φορά που τα φώτα χαμηλώνουν, ο ήχος του προτζέκτορα πλημμυρίζει το χώρο και μυρωδιά ποπ κορν ξεχύνεται στην αίθουσα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *