ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινε-προτάσειςΣινεμά

Το Αυγό (Öndög)

(ενδεικτική βαθμολογία 2/5: **)

«Μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας» κινείται το Αυγό (Öndög) του Κουαν’άν Γουάνγκ (Ο Γάμος της Τούγια), μια ταινία που είδαμε στις πρόσφατες 25ες Νύχτες Πρεμιέρας και πήρε τελικά διανομή. Πλέον μένει να δούμε αν θα κερδίσει το στοίχημα των αιθουσών όπου προβάλλεται.

Πήγα να τη δω εξαρχής επιφυλακτικός, αλλά έτοιμος αν η ταινία το καταφέρει να εντυπωσιαστώ. Και πραγματικά, το πρώτο μέρος με βοήθησε να χτίσω υψηλές προσδοκίες για τη συνέχεια. Ξεκινάμε καβάλα σε ένα τζιπ να ταξιδεύουμε μέσα στο σκοτάδι σαν σε νυχτερινό σαφάρι, με το όχημα να κοκκαλώνει απότομα όταν αντικρύζει το γυμνό σώμα μιας νεκρής γυναίκας. Στο επόμενο πλάνο οι καταφτάνουν οι αστυνομικοί καθώς και τέλος μια βοσκός, η μόνη κάτοικος της περιοχής για πάνω από 100 χιλιόμετρα. Αυτή είναι η πρωταγωνίστρια μας, μαζί με το φυσικό τοπίο και την πανέμορφη Βακτριανή καμήλα της.

Υπέροχη φωτογραφία και ήχος, ωραία σταθερά κάδρα, λίγο πιο μακρυνά από ότι θα περίμενε κανείς, μας εισάγουν στην ταινία από την οπτική ελεύθερου σκοπευτή ή κάποιου που παρακολουθεί από μακρυά με κυάλια και σιγά σιγά όλο και πλησιάζουμε. Μόλις αρχίζουμε να αποκτούμε ενδιαφέρον για την ιστορία ο σκηνοθέτης παθαίνει κρίση «auterισμού», ξεχνά το όποιο σενάριο και χάνεται κάπου μεταξύ σε ρεαλισμό και σκηνοθετικό αυτοσχεδιασμό, λαογραφικό-βουκολικό ντοκιμαντέρ και ανούσια μακρόσυρτα πλάνα, μάλιστα σε σημεία κομβικά που θα έπρεπε να κορυφωθεί το δράμα της κεντρικής πρωταγωνίστριας που ως εκείνο το σημείο σε κερδίζει με τον χαρακτήρα της.

Δεν θέλω να μοιάζω άνευ λόγου αυστηρός πάνω στην ελευθερία της τέχνης, ιδίως σε τέτοιου είδους ταινίες όπου μπορούν να αποτελέσουν ένα ξεχωριστό ταξίδι για κάθε θεατή. Μπορώ να συγχωρήσω το ζωηρό γεμάτο ζωή χρώμα δέρματος του… πτώματος της κοπέλας, που σε σημεία φαίνεται ξεκάθαρα ότι αναπνέει. Αυτό που πραγματικά δεν έχω ακόμα καταφέρει να αντιληφθώ και να δικαιολογήσω, είναι το λόγο ύπαρξης του εξουθενωτικού τελευταίου μέρους, που μοιάζει πραγματικά σαδιστικά προορισμένο να βασανίσει τον θεατή, με τα τελευταία λεπτά να είναι επικίνδυνα να προκαλέσουν στο θεατή από πονοκέφαλο ως και κρίση επιληψίας.

Είναι κρίμα διότι η ταινία έχει ενδιαφέροντα σημεία πλοκής, για παράδειγμα, γύρω από τη θέση της γυναίκας, τη δυναμική αυτή γυναίκα πρωταγωνίστρια, μια σημαντική απόφαση που παίρνει, τον πραγματικό της έρωτα, τα οποία κοντεύουν να χαθούν εκεί μέσα και ο θεατής να κινδυνεύει να μη τα πάρει καν χαμπάρι. Η ταινία δείχνει από ένα σημείο και μετά να χάνεται και τελικά να μένει ημιτελής, χωρίς αυτό να μειώνει την καλλιτεχνική της αξία.

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *