Αλύγιστος (Unbroken)
H βαρύγδουπη φετινή βιογραφία του Χόλιγουντ ακούει στο όνομα Unbroken (Αλύγιστος) και ξεκινά να προβάλλεται μαζί με το Big Eyes του Τιμ Μπάρτον που αφορά τη ζωγράφο Μάργκαρετ Κιν. Πρόκειται για τη ζωή του ολυμπιακού αθλητή Λουις Σίλβι Ζαμπερίνι (1917 -2014) που αιχμαλωτίστηκε από τους Ιάπωνες κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Περιγράφει τα μαρτύρια και τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, από τη στιγμή που έπεσε το πολεμικό αεροσκάφος που επέβαινε στη θάλασσα, περιπλανιώταν μαζί με άλλους δυο από το πλήρωμα για πολλές μέρες στη θάλασσα, έπεσε στα χέρια του εχθρού και πέρασε χρόνια σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως μέχρι την απελευθέρωση του και το σκηνοθετεί η Αντζελίνα Τζολί. Δείχνει το πείσμα και τη δίψα για επιβίωση.
Κεντρικός πρωταγωνιστής, το νέο hot όνομα του βρετανικού κινηματογράφου, ο Τζακ Ο’Κόνελ, που είδαμε την ίδια χρονιά στο ’71 αλλά και στο Γροθιές στους Τοίχους (Starred Up), έχει το οργισμένο βλέμμα του πείσματος μόνιμα χαραγμένο στο πρόσωπο του και μοιάζει να είναι ό,τι πρέπει για τον ρόλο, εκτός από τη μοναδική στιγμή που αποφασίζει να μας μιλήσει ιταλικά. Είναι πολύ «Βρετανός» για να αφήσει να φανεί ιταλικό ταπεραμέντο ή τρέλα. Πολύ κοντά στο ρόλο του ’71, έχει έναν χαρακτήρα που βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια κατάσταση και προσπαθεί κυρίως να επιβιώσει. Κερδίζει τη συμπόνοια του κοινού για την κακοποίηση που υφίσταται αλλά δεν πετυχαίνει να το κάνει να ταυτιστεί μαζί του ή να συγκινηθεί.
Βιάστηκαν πολλοί να κατηγορήσουν την Τζολί για τη σκηνοθεσία της. Εκτός από ελάχιστα σημεία που χρησιμοποιεί διαφορετικές θέσεις κάμερας και αλλάζει συχνά γωνίες κρατώντας τες λιγότερο από όσο θα χρειαζόταν (σαν να μας κάνει επίδειξη) κατά τα άλλα η σκηνοθετική της ματιά είναι άρτια και αξιοπρεπέστατη. Αλίμονο και πως να μην είναι όταν κάποιος διαθέτει λεφτά και έχει καλούς και έμπειρους συνεργάτες, βοηθούς σκηνοθέτες, οπερατέρ και διευθυντές φωτογραφίας. Παρόλα αυτά τα προβλήματα της ταινίας εστιάζονται σε δυο κομβικά σημεία.
Το πρώτο είναι το σενάριο, όπου μπλέχτηκαν πολλοί «κοκκόροι και αργεί να ξημερώσει». Τριπλή συνεργασία, -ανάμεσα στους οποίους υπογράφουν και οι Κοέν-, που παρόλα τα ηχηρά ονόματα έχει να παρουσιάσει ένα μονοδιάστατο αποτέλεσμα. Εστιάζει περισσότερο στη βια και χάνει πολύ σε περιπέτεια αλλά και συναίσθημα που θα έπρεπε να έχει. Δεν είναι αντιπολεμική ταινία ούτε όμως πολεμική είναι μια ταινία επιβίωσης. Ο πρωταγωνιστής δε φαίνεται να περνά κάτι διαφορετικό από χιλιάδες άλλους στρατιώτες. Τι τον κάνει ξεχωριστό; Δεν καταφέρνει να μας δείξει τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, τι γίνεται στο μυαλό του, τι τον ωθεί να συνεχίσει να αγωνίζεται, από που αντλεί το πείσμα του. Τα επεξηγηματικά flash-back, αναφορές στην ψυχοσύνθεση του χαρακτήρα του μοιάζουν από μόνα τους να ενισχύουν αυτή την άποψη.
Το σενάριο χωλαίνει πολύ στο δεύτερο μισό με την εισαγωγή του μεγάλου «κακού», του ιάπωνα βασανιστή του Ζαμπερίνι. Αναφέρομαι στο αποτέλεσμα όπως παρουσιάζεται στην ταινία, όχι στο βιβλίο της βιογραφίας του από την Λάουρα Χίλενμπραντ. Χωρίς να εξηγεί ιδιαίτερα τους λόγους που έχει εμμονή με τον συγκεκριμένο κρατούμενο, αφήνοντας ίσως σε αρκετά σημεία να φανεί μια ομοφυλοφιλική διάθεση που μένει μετέωρη.
Σημαντικό και το πρόβλημα ρυθμού στην ταινία. Ενώ η Αντζελίνα φαίνεται να έχει το εγχειρίδιο σκηνοθεσίας του Σπίλμπεργκ παραμάσχαλα, η ταινία της είναι μεγάλη σε διάρκεια και αυτό γίνεται έντονα αισθητό. Ο καλός σκηνοθέτης, ανάλογα με την ταινία που θέλει να κάνει και τα όσα έχει γυρίσει πρέπει να γνωρίζει και να κόβει. Η ταινία αυτή με την πλοκή της και τα όσα παρουσίασε έπρεπε να είχε διάρκεια το πολύ μιάμιση ώρα και όχι δυόμιση. Το θάρρος για να πετάξει η σκηνοθέτης κοντράρεται με το πάθος του νεοφώτιστου, στην πρώτη επίσημη (πραγματικά δεύτερη) σκηνοθετική της απόπειρα. Πλατειασμοί και φλυαρίες στις σκηνές είναι αποτέλεσμα αυτής της μιας παραπάνω ώρας που κράτησε.
Τελικά να τη δω; Είναι μια εμπορική ταινία που θα επιλέξει να δει το κοινό. Δεν εστιάζει στα σωστά σημεία όμως κάνοντας τους «άθλους» του Ζαμπερίνι να φαντάζουν λίγοι, ενώ δεν πετυχαίνει να κάνει το κοινό να ταυτιστεί μαζί του και να συγκινηθεί. Είναι μια ταινία που βλέπεται σχετικά ευχάριστα, αλλά ξεχνιέται εύκολα και γρήγορα.
>> Διαβάστε επίσης: Ο εκλιπών Unbroken, η Αντζελίνα και οι Κοέν