ΘΕΜΑΤΑΠρόσωπαΣυνεντεύξεις

Η Βίβιαν Παπαγεωργίου ανοίγει τα φτερά της: With Open Wings

Vivian PapageorgiouΗ σκηνοθέτης Βίβιαν Παπαγεωργίου γεννήθηκε στη Λάρισα, σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο και Κινηματογράφο στη Σχολή Σταυράκου και στο Nouvelle Sorbonne Paris III, ενώ είναι και υποψήφια διδάκτωρ στο ΕΚΠΑ. Τον Αύγουστο του 2016 ήταν ανάμεσα στα ταλέντα που επιλέχθηκαν στο Sarajevo Film Festival και το καινούργιο της σενάριο ανάμεσα στα 6 που περάσανε στο Pitch του ίδιου φεστιβάλ. Η προηγούμενη ταινία της, «Inner Land» ολοκλήρωσε την πορεία της στα φεστιβάλ, που τελικά ήταν 35 στον αριθμό, σε Ελλάδα και εξωτερικό και απέσπασε συνολικά 20 βραβεία (ανάμεσα τους, αυτό της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου & Καλύτερης Φωτογραφίας των Ένωσης Κινηματογραφιστών στη Δράμα, το Best Dramatic Short Film, στο φεστιβάλ Tabloid Witch Awards στο Los Angeles).

Η πρώτη μας επαφή έχει και μια κωμική χροιά, καθώς έγινε λόγω ενός λάθους στο όνομα της του φεστιβάλ στο Σαράγεβο. Αυτό έμελλε να αποτελέσει την αφορμή για τη γνωριμία μας και έκτοτε βρεθήκαμε αρκετές φορές. Η Βίβιαν μόλις ολοκλήρωσε τη νέα της ταινία, «Με Ανοιχτά Φτερά» (With Open Wings), ένα πολύ τρυφερό και συγκινητικό ντοκιμαντέρ για την χορευτική ομάδα «Δαγίπολη» που αγκαλιάζει ανθρώπους με ειδικές ανάγκες και τους βοηθά να γίνονται δημιουργικοί,  αλλά προπάντων ορατοί! Διότι πρόκειται για ανθρώπους καθόλα φυσιολογικούς, ο καθένας με τη δική του εσωτερική και εξωτερική ομορφιά, με κέφι για ζωή, με χιούμορ, με όνειρα και όραμα, που η ελληνική κοινωνία συχνά τους σπρώχνει στο περιθώριο, χάνοντας τη χαρά να τους γνωρίσει καλύτερα. Ένα σφιχτοδεμένο και ταυτόχρονα αέρινο ντοκιμαντέρ, που μου έδωσε το έναυσμα για μια υπέροχη συζήτηση με τη σηνοθέτη:

With open wings-3

– Πως προέκυψε η ιδέα για το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ και πως ήρθες σε επαφή με την ομάδα; 

Η ιδέα γι’ αυτό το ντοκιμαντέρ προέκυψε όταν έμαθα για την ομάδα. Αφού τους πλησίασα μετά από ένα σεμινάριο χορού για ανθρώπους με κινητικές δυσκολίες που είχαν οργανώσει, δέχτηκαν με χαρά και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Βέβαια είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτά που έχω κάνει μέχρι τώρα. Αυτό από μόνο του ήταν μια τεράστια πρόκληση, αλλά μ’ αρέσει να δοκιμάζω τον εαυτό μου και τις δυνάμεις μου σε καινούργια πράγματα, και το αντιμετώπισα ως σινεμά, όπως δηλαδή θα χειριζόμουν και την μυθοπλασία. Η μεγάλη δυσκολία ήταν να βρω πως θα χειριστώ ένα τόσο ευαίσθητο θέμα χωρίς να προσβάλω κανέναν και κυρίως αυτό που ήθελα να αποφύγω ήταν ένα αίσθημα λύπησης προς αυτούς τους ανθρώπους που έχουν μεν ένα διαφορετικό σώμα αλλά δεν διαφέρουν από όλους εμάς και έχουν τις αγωνίες τους, τα προβλήματα τους αλλά και τις χαρές τους. Γενικά είμαι της άποψης πως η λέξη «ταλέντο» στην τέχνη ή οπουδήποτε αλλού, από μόνη της δεν λέει τίποτα. Η λέξη κλειδί για μένα είναι μια: «δουλειά»! Και αυτό έκανα, δούλεψα πολύ πάνω στο θέμα.

– Στην αρχή του ντοκιμαντέρ ακούγεται η αφήγηση ενός μύθου που έχει άμεση σχέση με το όνομα της ομάδας. Πες μας λίγα περισσότερα πράγματα γι’ αυτόν.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της οργάνωσης του ντοκιμαντέρ, μελέτησα πολύ. Είδα βίντεο από σχεδόν όλες τις παραστάσεις τους, διάβασα ότι τους αφορούσε και έχει δημοσιευτεί καθώς και συνεντεύξεις τους. Σε μια συνέντευξη του λοιπόν, ο Γιώργος Χρηστάκης, εξηγώντας πως έδωσε το όνομα «Δαγίπολη» στην ομάδα, δίνει ως εξήγηση έναν –επινοημένο- μύθο. Ο μύθος αυτός με ενθουσίασε και αποφάσισα να τον προσαρμόσω και να είναι η αρχή και το τέλος της ταινίας. Ο στόχος ήταν να εισάγω ένα στοιχείο μυθοπλασίας στο ντοκιμαντέρ, να το κάνω πιο παραμυθένιο και να παρουσιάσω με κάποιο τρόπο αυτούς τους ανθρώπους ως μυθικά πλάσματα. Την αφήγηση την κάνει ο πολύ καλός φίλος, ταλαντούχος Λαρισαίος ηθοποιός Διαμαντής Καραναστάσης.

– Γιατί επέλεξες τελικά τον συγκεκριμένο τίτλο για την ταινία σου;

Ο τίτλος στις ταινίες πάντα είναι κάτι που με δυσκολεύει. Μετά από σκέψη και συζήτηση με ανθρώπους που εμπιστεύομαι κατέληξα στον συγκεκριμένο γιατί πιστεύω πως ήταν ο πιο κοντινός στο πνεύμα της ταινίας: έδενε με τον μύθο, με τους στίχους στο τραγούδι των τίτλων τέλους και κυρίως με την μήνυμα που ήθελα να περάσω πως αυτοί οι άνθρωποι μέσα από τον χορό αναπληρώνουν αυτό που τους λείπει και έτσι κατά κάποιο τρόπο το ξεπερνάνε.

With open wings-2

– Πόσο χρόνο διήρκεσε η έρευνα για το ντοκιμαντέρ και πόσο τα γυρίσματα;

Έκανα την οργάνωση και την όλη προετοιμασία πριν το γύρισμα για περίπου 2 μήνες. Το πρώτο γύρισμα έγινε στις αρχές Ιουνίου του 2016 και το τελευταίο τον Φεβρουάριο του 2017. Στην συνέχεια τρέξαμε το post production και φτάσαμε να έχουμε screener σχεδόν την τελευταία μέρα λήξης κάποιων φεστιβάλ που με ενδιέφεραν. Κάποια τεχνικά ζητήματα δουλεύονται ακόμη, οπότε συνολικά η όλη διαδικασία διήρκησε κάτι παραπάνω από ένα χρόνο. Πάλι καλά, γιατί η Inner Land μου πήρε 2 χρόνια για να την ολοκληρώσω!

– Πόσο εύκολο ήταν να προσεγγίσεις τους ανθρώπους της ομάδας και πόσο εύκολο ήταν για αυτούς να μιλήσουν μπροστά στην κάμερα;

Τους ανθρώπους αυτούς δεν τους αντιμετώπισα εξ αρχής ως «ήρωες της ζωής» και άλλα τέτοια κλισέ που περιβάλλουν τους ανθρώπους με αναπηρία και ίσως αυτό βοήθησε εν τέλει στην επικοινωνία μας γιατί δεν τους αντιμετώπισα ποτέ ως διαφορετικούς. Για μένα το μόνο που μετράει είναι αν ταιριάζω με κάποιον άνθρωπο σαν προσωπικότητα. Αυτοί οι άνθρωποι μου αρέσανε, για το χιούμορ τους και το κέφι που είχαν για ζωή. Από κει και πέρα, στην αρχή ήμουν κάπως διστακτική, όπως θα ήταν ο καθένας που ξαφνικά εισβάλει σε μια ομάδα ως ξένος. Πέρασα όμως πολύ χρόνο μαζί τους παρακολουθώντας τις πρόβες τους και συζητώντας μαζί τους. Έτσι σιγά σιγά αισθανθήκαμε άνετα ο ένας με τον άλλον. Η μεγάλη έκπληξη για μένα ήταν η άνεση τους στον φακό και η επιθυμία τους να μοιραστούν δημόσια τις ανησυχίες τους.

– Βλέπουμε πόσο ικανά και αυτόνομα είναι τα μέλη της ομάδας, γεμάτα με κέφι και ενδιαφέροντα, κάποιο ασχολείται με μουσική, κάποια είναι και παραολυμπιονίκες. Εσύ τι θαύμασες περισσότερο από την επαφή σου μαζί τους;

Αυτό που μου άρεσε στην ομάδα είναι η διάθεση τους για καλλιτεχνική δημιουργία και η σχέση που έχουν αναπτύξει μεταξύ τους. Είναι άτομα καλλιεργημένα, με χιούμορ και κέφι, όλοι έχουν κάνει μια πορεία στη ζωή τους και κυρίως είναι πολύ καλά παιδιά όλοι τους, πολύ φιλικοί και επικοινωνιακοί.

With open wings-7

– Παρόλο που αναφέρεται στην ταινία, δε θέλησες να επεκταθείς περισσότερο στις ελλείψεις υποδομής της χώρα μας για άτομα με ειδικές ανάγκες.

Ο λόγος που δεν αναφέρομαι περισσότερο στα προβλήματα υποδομής για άτομα με ειδικές ανάγκες είναι γιατί εξαρχής η ιδέα ήταν να είναι ένα ντοκιμαντέρ για ένα διαφορετικό είδος χορού και όχι ένα ντοκιμαντέρ για την αναπηρία. Μέσα από αυτό προσπάθησα να αναδείξω τον τρόπο που αυτοί οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν την αναπηρία τους και τον κόσμο γύρω τους χωρίς να παραβλέπω το πρόβλημα αλλά και χωρίς να εστιάζω σ’ αυτό. Αυτό που κυριαρχεί στο ντοκιμαντέρ είναι ο τρόπος που χειρίζονται το σώμα τους και η δύναμη τους να εκτίθενται στην σκηνή, κάτι που είναι δύσκολο ακόμη και για αρτιμελείς ανθρώπους.

– Ποια ήταν η πιο όμορφη και ποια η πιο δύσκολη στιγμή των γυρισμάτων;

Κάθε γύρισμα έχει όμορφες ή δύσκολες στιγμές. Επειδή εκτός από την σκηνοθεσία, οργάνωσα την παραγωγή και όπως σε όλες τις ταινίες μου δεν είχα βοηθό, αυτό που θυμάμαι είναι το μεγάλο άγχος και η αγωνία αν θα πάνε όλα καλά –που δεν πάνε και σαν συνέπεια έρχονται τα εγκεφαλικά!- όμως στο τέλος μένει πάντα μια χαρά ότι τα καταφέραμε. Το πιο δύσκολο νομίζω ήταν να καταφέρω να έρθουν οι χορευτές στην ώρα τους στο γύρισμα! Καλλιτέχνες βλέπεις… Όμορφες στιγμές υπήρξαν πολλές νομίζω και το θετικό είναι πως με το συνεργείο δουλέψαμε μαζί και στην Inner Land –γενικά είμαι σταθερή στις συνεργασίες μου- οπότε υπήρχε συνεννόηση και φιλική ατμόσφαιρα και έτσι ξεπερνούσαμε τα όποια εμπόδια.

– Πέραν της δημιουργικής και καλλιτεχνικής ενασχόλησης βλέπουμε στα παιδιά έντονη και την ανάγκη αποδοχής από την κοινωνία. Πιστεύεις ότι η στάση της κοινωνίας απέναντι στη διαφορετικότητα είναι μεγαλύτερο πρόβλημα από τις δυσκολίες της καθημερινότητας αυτών των παιδιών; 

Η αλήθεια είναι πως ως κοινωνία δεν είμαστε ιδιαίτερα ανοιχτόμυαλοι και δεν αποδεχόμαστε εύκολα το διαφορετικό –ότι κι αν σημαίνει διαφορετικό-. Αυτό άλλωστε είναι κάτι που με έχει προβληματίσει και είναι ένα από τα βασικά θέματα που πραγματεύεται με διαφορετικό τρόπο, και η προηγούμενη μικρού μήκους μου η Inner Land. Δυστυχώς ο κόσμος γύρω μας έχει φτιαχτεί για αρτιμελείς ανθρώπους και παραβλέπουμε το γεγονός πως κάποιος έχει έναν διαφορετικό βαθμό δυσκολίας σε κάποια πρακτικά ζητήματα. Μετά από την επαφή μου με την ομάδα, άρχισα να παρατηρώ την πόλη με διαφορετικό μάτι. Για παράδειγμα στενά ή ανύπαρκτα πεζοδρόμια ή γεμάτα τρύπες, τα οποία εγώ ως αρτιμελής ξεπερνάω με ένα μικρό σλάλομ ή άλμα (!) σκέφτομαι πια: με ποιο τρόπο θα το ξεπερνούσε ένας άνθρωπος που κυκλοφορεί με αμαξίδιο; Ο μόνος τρόπος είναι να κατέβει στον δρόμο με κίνδυνο της ζωής του από διερχόμενα αυτοκίνητα. Ή όταν παρκαρισμένα αυτοκίνητα κλείνουν τις ράμπες. Ή όταν αποκλείεται η πρόσβαση σε ένα θέατρο ή κινηματογράφο γιατί υπάρχουν σκάλες και κανενός άλλου είδους πρόσβαση. Κάτι τόσο απλό δείχνει πως αυτούς τους ανθρώπους δεν τους σκεφτόμαστε. Γι’ αυτό και συμφωνώ απόλυτα με μια φράση που ακούγεται στην ταινία πως πρέπει να κυκλοφορούν στην πόλη, να τους βλέπουμε έτσι ώστε να κατανοήσουμε τις ανάγκες τους.

With open wings-1

– H ταινία σου είναι ολοκληρωμένη και θα μπορούσε άνετα να προβληθεί στην ΕΡΤ ή ιδιωτικό κανάλι. Το υλικό σου θα ήταν σίγουρα τεράστιο και θα χρειάστηκε να κόψεις τελικά πολλά. Με πιο κριτήριο έκανες την τελική επιλογή και θα το σκεφτόσουν να γινόταν μεγάλου μήκους;  

Το μοντάζ ήταν αρκετά χρονοβόρο, αλλά είχα κάνει αρκετή προετοιμασία από πριν, ελέγχοντας τα πλάνα μου, διαλέγοντας ήδη πριν μπω στο μοντάζ τα κυριότερα κομμάτια που με ενδιέφεραν να κρατήσω. Παρ’ όλα αυτά ήμουν αμείλικτη και έκοβα χωρίς να λυπάμαι το υλικό –που είναι πράγματι τεράστιο σε σχέση με το τελικό αποτέλεσμα- όμως ο στόχος ήταν να κρατήσω μια σφιχτή ροή στην ιστορία, να έχει ενδιαφέρον για τον θεατή και να μην τον αφήσω να βαρεθεί. Αν το κατάφερα; Δεν ξέρω, το ελπίζω! Το υλικό που δεν μπήκε στο τελικό είναι πάρα πολύ, αλλά για μια μεγάλου μήκους χρειάζεται πολύ περισσότερα γυρίσματα, χρήματα και φυσικά επανασχεδιασμός της κεντρικής ιδέας. Οπότε για την ώρα αυτό που θέλω είναι να ξεκουραστώ λίγο και κατόπιν να βάλω πλώρη για την επόμενη ταινία μυθοπλασίας που ετοιμάζω …και μετά βλέπουμε. Τα σχέδια δεν τελειώνουν ποτέ και υπάρχει πολύ όρεξη για δημιουργία!

– Είναι η τρίτη κατά σειρά ταινία σου, μετά το Inner Land του 2015. Διακρίνεις στον εαυτό σου αλλαγές καθώς εξελίσσεσαι με κάθε νέα ταινία; Έμαθες κάτι νέο, αναθεώρησες κάποια παλιότερη άποψη; 

Το να μαθαίνω συνεχώς και να εξελίσσομαι –όχι μόνο κινηματογραφικά- είναι νόμος για μένα και κανόνας στην ζωή μου. Αλλιώς έχεις πεθάνει και δεν το έχεις καταλάβει! Αυτή είναι η άποψη μου. Επίσης περνάω μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο και κάθε τόσο έχω μια καινούργια ιδέα. Κάθε φορά λοιπόν μαθαίνω κάτι νέο, όχι μόνο στα τεχνικά μέρη της δημιουργίας μιας ταινίας, -που άλλωστε εξελίσσονται συνέχεια- αλλά κυρίως ανακαλύπτω πράγματα για μένα, για τις δυνάμεις μου, για το όρια της υπομονής μου και για τις ικανότητες μου. Η μόνη άποψη που ίσως έχω αναθεωρήσει είναι πως μετά από ένα μεγάλο διάστημα –ανάμεσα στην πρώτη ταινία μου και στην Inner Land- που είχα πιστέψει πως θα μείνω με μια ταινία να την διηγούμαι στα εγγόνια μου (που δεν έχω!) πλέον το μόνο που θέλω είναι να κάνω σινεμά και σκέφτομαι ήδη την μεγάλου μήκους μου.

– Πιστεύεις ότι το ντοκιμαντέρ έχει δικούς του κανόνες, συγκριτικά με τις ταινίες μυθοπλασίας; Πως το βίωσες εσύ σκηνοθετώντας; 

Ξεκίνησα να κάνω αυτό το ντοκιμαντέρ νομίζοντας πως είναι κάτι πιο εύκολο από την μυθοπλασία. Βεβαίως και διαψεύστηκα, γιατί σε πολλά σημεία έχει απλά διαφορετικό είδος δυσκολίας. Παραμένει κινηματογράφος, οπότε όλη η διαδικασία, από την προετοιμασία μέχρι το post production ήταν η ίδια με μια ταινία μυθοπλασίας. Δηλαδή η σύλληψη της ιδέας, η διαδικασία του μοντάζ, η σύνθεση της κατάλληλης μουσικής, το μιξάζ και όλα αυτά. Ειδικά το μοντάζ ήταν το πιο δύσκολο μέρος γιατί είναι κάπως αντίστροφο σε σχέση με την μυθοπλασία. Δηλαδή, ναι μεν είχα την κεντρική ιδέα, τον στόχο, την γενική εικόνα και τον μύθο που θα τα συνέδεε, όμως ουσιαστικά το σενάριο γράφτηκε κατά τη διάρκεια του μοντάζ. Και το πρόβλημα για μένα ήταν πως μετά την Inner Land ασυναίσθητα έβαλα στον εαυτό μου ψηλά τον πήχη, και ο μεγάλος φόβος ήταν αν θα παρουσιάζει εν τέλει ενδιαφέρον για τον θεατή.

With open wings-poster-final

– Βλέπουμε ότι στη νέα γενιά σκηνοθετών όχι μόνο δεν υπάρχει ανταγωνισμός, αλλά συχνά αλληλοϋποστηρίζονται και συνεργάζονται. Στην ταινία σου μάλιστα την αφίσα έφτιαξε ο Θανάσης Νεοφώτιστος, που η προηγούμενη ταινία του κέρδισε το βραβείο ντοκιμαντέρ στη Δράμα. Λες να αποδειχτεί γουρλής;

Ειλικρινά πιστεύω πως ή πολύ αθώα είμαι ή πολύ τυχερή, γιατί σε καμιά ταινία μου δεν αισθάνθηκα ανταγωνισμό από τους υπόλοιπους! Αντίθετα πήρα πολύ θετική ενέργεια από σκηνοθέτες –τώρα πια και φίλους- που γνώρισα σε διάφορα φεστιβάλ. Και αυτή την φιλική ατμόσφαιρα την είδα και σε φεστιβάλ του εξωτερικού με ξένους σκηνοθέτες, αλλά ειδικά το 2015 που ήμουν στην Δράμα, το κλίμα ήταν απίστευτα καλό. Ο Νεοφώτιστος προσφέρθηκε να φτιάξει την αφίσα, η φίλη επίσης σκηνοθέτις ντοκιμαντέρ Σταυριάννα Λίτσα ήρθε σε ένα γύρισμα που ήταν δύσκολο και χρειαζόμουν βοήθεια, και πάρα πολλοί φίλοι σκηνοθέτες μου είπαν πως ότι χρειαστώ να μη διστάσω να το ζητήσω. Νιώθω πως υπάρχουν άνθρωποι γύρω μου, στους οποίους μπορώ να απευθυνθώ για βοήθεια και φυσικά είμαι κι εγώ πρόθυμη να την προσφέρω. Πραγματικά η αλληλεγγύη μεταξύ μας είναι κάτι που καμιά φορά φοβάμαι μήπως είναι στην φαντασία μου! (χαμόγελο) Τώρα αν ο Θανάσης αποδειχτεί γουρλής, θα ήταν ευχής έργο!

– Ποιες είναι οι μελλοντικές κινήσεις στο ταξίδι του ντοκιμαντέρ σου και ποια τα επόμενα σου σχέδια; 

Τελειώσαμε μετά βασάνων και εμποδίων επιτέλους και αρχίζουμε πια να το στέλνουμε σε φεστιβάλ, σε Ελλάδα και εξωτερικό, ευελπιστώντας σε μια καλή και αξιοπρεπή πορεία. Όσο για τα επόμενα σχέδια πολλά: ετοιμάζω μια πειραματική μικρού μήκους, παλεύω για χρηματοδότηση για την επόμενη μυθοπλασία μου –που σκοπεύω να την κάνω ακόμη και με αυτοχρηματοδότηση, για ακόμη μια φορά, αν χρειαστεί- όλες ταινίες μαύρες και σκοτεινές, όπως η Inner Land και μετά βάζω πλώρη για μια ιδέα που έχω για μεγάλου μήκους που αν γίνει, μάλλον θα είναι και ότι πιο σκοτεινό έχω κάνει έως τώρα! Κρατώντας βέβαια μικρό καλάθι, γιατί τα σχέδια πολλές φορές ανατρέπονται, αλλά μετά από ένα διάλλειμα αισιοδοξίας με το ντοκιμαντέρ, επανέρχομαι στα γνωστά μου λημέρια και δυστυχώς θα λυπήσω την μαμά μου, που στενοχωριέται που δεν κάνω μια κωμωδία, όπως επιθυμεί!

Αντώνης Γκούμας

Θα μπορούσε να ζήσει εξίσου ευχάριστα στη Μέση Γη όσο στη Metropolis, από τα πιο ρεαλιστικά πλάνα στα πιο σουρεαλιστικά συννεφάκια. Μπαίνοντας στις αίθουσες παθιάζεται αμετανόητα κάθε φορά που σβήνουν τα φώτα. Στα Φεστιβάλ που καλύπτει αντί για τις πολυαναμενόμενες ταινίες προτιμά να ανακαλύπτει άγνωστα μικρά διαμαντάκια που ίσως να μην δούμε ποτέ στις ελληνικές αίθουσες. Συνήθως καλοπροαίρετος, προσέξτε, όμως, όταν κραδαίνει το «τσεκούρι» του.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *