ΚΡΙΤΙΚΕΣΣινεμά

Βαλέσα: Η Δύναμη της Ελπίδας

Η διάσημη Ιταλίδα δημοσιογράφος Οριάννα Φαλάτσι επισκέπτεται τον διάσημο πλέον Λεχ Βαλέσα για να του πάρει συνέντευξη. Ο ηγέτης της διηγείται την εμπλοκή του με την πολιτική από όταν ήταν μέλος στην επιτροπή απεργών του ναυπηγείου του Γκντανσκ. Η συμμετοχή του στις μεγάλες αιματηρές διαδηλώσεις του 1970 ενάντια στην εργατική πολιτική του κομμουνιστικού καθεστώτος δυναμώνουν την θέληση του απλού ηλεκτρολόγου,που παρά την σύλληψη του και τον εκβιασμό του από τις αρχές,αποφασίζει να εμπλακεί όλο και περισσότερο στο συνδικαλιστικό κίνημα. Διχασμένος ανάμεσα στην οικογενειακή ζωή και στα συνδικαλιστικά του καθήκοντα ο Βαλέσα,έχοντας πάντα στο μυαλό του το αιματηρό εκείνο απόγευμα που είδε τους φίλους του να ξυλοκοπούνται από την αστυνομία,τίθεται επικεφαλής της μεγάλης απεργίας των Ναυπηγείων που οδηγεί στην ίδρυση της Αλληλεγγύης και στην ικανοποίηση μεγάλου μέρους των αιτημάτων. Φυλακίζεται αλλά δεν κάμπτεται και ,βραβευμένος με το Νόμπελ Ειρήνης,παίρνει τα ηνία ενός νέου απεργιακού αγώνα που οδηγεί την κυβέρνηση σε συνομιλίες και στην οργάνωση ελεύθερων εκλογών .

O Αντρέι Βάιντα,που είναι ο ένας από τους δύο γίγαντες του πολωνικού κινηματογράφου μαζί με τον Κισλόφσκι, σκηνοθετεί την τελευταία ταινία μιας τριλογίας που ξεκίνησε με τον Άνθρωπο από μάρμαρο (1977) και τον Άνθρωπο από Ατσάλι(1981) με θέματα την αποκαθήλωση της εργατικής τάξης από το κομμουνιστικό καθεστώς. Στα πρώτα δύο έργα ο ευαίσθητος και ασυμβίβαστος σκηνοθέτης χρησιμοποιεί,όπως και εδώ,την φιγούρα του δημοσιογράφου για να σκιαγραφήσει το πορτραίτο της κομμουνιστικής κοινωνίας,ρίχνοντας μια ζοφερή ματιά στην κακοήθη υποκρισία της κομμουνιστικής Πολωνίας. Η νέα του ταινία παίρνει από την αρχή το μέρος του ηγέτη και μοιάζει σαν ένα μάθημα ιστορίας,ιστορίας που μπορεί να δώσει ελπίδα. Και ίσως εδώ έγκειται η αδυναμία της ταινίας,στο ότι είναι μια αγιογραφία του Βαλέσα και δεν μας παρουσιάζει την σκοτεινή πλευρά του ήρωα. Σταματάει στην ανάληψη της εξουσίας από τον Βαλέσα και δεν μας παρουσιάζει την περίοδο διακυβέρνησης που ήταν αμφιλεγόμενη. Ο σεβασμός του Βάιντα προς τον Βαλέσα δείχνει να αποστειρώνει την ταινία αλλά υπάρχουν σκηνές που σε αγγίζουν όπως η επαναλαμβανόμενη σκηνή που ο Βαλέσα αφήνει το ρολόι και την Βέρα του στην γυναίκα του για να τα πουλήσει αν δε γυρίσει. Εξίσου δυνατή και η σκηνή που η γυναίκα του Βαλέσα,γυρνώντας από την Σουηδία όπου παρέλαβε το Νόμπελ, υφίσταται σωματικό έλεγχο και κλείνει την θήκη του μεταλλίου για να μην εκθέσει την γύμνια της στο πολύτιμο βραβείο.

Η σκηνοθεσία του Βάιντα είναι στιβαρή και αποτελεσματική καθώς μετατοπίζει το κέντρο βάρους ανάμεσα στις συγκρούσεις της ιδιωτικής ζωής και της δημόσιας με τις ογκώδεις ορδές των αγανακτισμένων εργαζομένων που περικλείουν τον ηγέτη.Χρησιμοποιεί μια πλούσια, υψηλής αντίθεσης ασπρόμαυρη φωτογραφία που τον βοηθά στο να θολώνει τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.Η σκηνή των πρώτων ταραχών κινηματογραφείται με κάμερα στον ώμο που δίνει τεράστια δυναμική στην σκηνή και δικαιολογεί την αφύπνιση του Βαλέσα.Ο σκηνοθέτης,με την εμπειρία που δίνουν τα χρόνια, καταφέρνει να ενσωματώσει τον ηθοποιό στα επίκαιρα της εποχής αναμιγνύοντας την κινηματογραφική ιστορία με την Ιστορία. Μυθοπλασία και πραγματικότητα γίνονται ένα.Η χρήση της πανκ μουσικής σκηνής της Πολωνίας ,αντί να ξενίζει,αποτυπώνει την ατμόσφαιρα μιας χώρας  που βρίσκεται στα πρόθυρα της εξέγερσης.

Το βάρος της ταινίας πέφτει στους δύο κεντρικούς ηθοποιούς τον Robert Wieckiewicz και την Agnieszka Grochowska που ερμηνεύει τον ρόλο της Ντανούτα Βαλέσα. Ο  Robert Wieckiewicz δίνει μια καταπληκτική ερμηνεία στο ρόλο του Βαλέσα φωτίζοντας όλες τις πτυχές του χαρακτήρα από την αγωνία του πατέρα που υπογράφει τα χαρτιά στην Ασφάλεια για να σώσει την οικογένεια του,τον άντρα που είναι εκεί για να εμψυχώσει την γυναίκα του ως τον πολύπλευρο ηγέτη που προσπαθεί να τηρήσει τις ισορροπίες. Οι σκηνές με τους ασφαλίτες δίνουν στον ηθοποιό την ευκαιρία να δείξει την κωμική και ειρωνική πλευρά του και η σκηνή με τους αγρότες που τον αποδοκιμάζουν την απογοήτευση του. Στο πλευρό του η Agnieszka Grochowska ερμηνεύει το ρόλο της πιστής συζύγου,μάνας κουράγιο που περιμένει στο σπίτι με 6 παιδιά,που δεν διστάζει όμως να δείξει πότε την κούραση της και πότε το κουράγιο της.  Χωρίς να εξαφανίζεται από την πληθωρική παρουσία του Wieckiewicz,η Grochowska ανταπεξέρχεται με χάρη και λεπτότητα στην ενσάρκωση του χαρακτήρα της.

Μια ιστορία για την Ιστορία που αξίζει να δει κάποιος καθώς,παρά τον σχηματικό κεντρικό χαρακτήρα,είναι μια αναζωογονητική και πολύ ευχάριστη ταινία από ένα σκηνοθέτη που έχει σημαδέψει τον κινηματογράφο.

Κωνσταντίνος Σκαρμούτσος

Παρά το γαλλικό μου ψευδώνυμο που είναι και το φιλμικό alter ego του Francois Truffaut, γεννήθηκα στην Αλεξανδρούπολη στης οποίας τους κινηματογράφους είχα τις πρώτες επαφές με τον κινηματογράφο. Από τη μια «Ο πόλεμος των άστρων» και από την άλλη ο «Τοίχος» του Γιλμάζ Γκιουνέι συνέστησαν το δίπολο πού με κυνηγάει. Τα άστρα του Χόλιγουντ και τα διακριτικά φώτα του cinéma d’auteur με οδήγησαν στην Γαλλία όπου ανδρώθηκα στην κινηματογραφική σκέψη. Τι μ’αρέσει; Απλό: όλες οι καλές ταινίες από όλα τα είδη εκτός από τις ρομαντικές κομεντί. Ιδιαίτερη προτίμηση σε ευρωπαïκό, ανεξάρτητο αμερικάνικο και ασιατικό κινηματογράφο. Κλείνω εδώ γιατί ως γνήσιος λάτρης του γαλλικού νέου κύματος μου αρέσει να μιλάω με τις ώρες.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *