58ο ΦΚΘ: Ανθρώπινος πόνος με φαντασία και μαγεία
Μεγάλη μέρα η Τρίτη στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και σε ταινίες και σε εκδηλώσεις. Το μεγάλο γεγονός δε μπορεί να είναι άλλο από την προβολή της ταινίας που κέρδισε φέτος τον χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, The Square (το Τετράγωνο), παρουσία του σκηνοθέτη του, Ρούμπεν Έστλουντ, που είναι και επίτιμος καλεσμένος του φεστιβάλ και προβάλλονται όλες οι ταινίες του. Μεγάλη επιτυχία του φεστιβάλ όχι μόνο ότι έφερε τον συγκεκριμένο σκηνοθέτη, αλλά και ότι κατάφερε και τον έφερε τη χρονιά που κέρδισε το μεγάλο βραβείο.
Διαβάστε περισσότερα για την ταινία του Έστλουντ και τα όσα είπε σε συζήτηση στο Φεστιβάλ
Επίσης, συναντήσαμε τον τούρκο σκηνοθέτη του Σπόρου (the Grain), Σεμίχ Καπλάνογλου, που μας έδωσε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη για την ταινία του, μία δυστοπία που εκτυλίσσεται κάπου στο κοντινό μέλλον και εμπνέεται από το Κοράνι.
Η μέρα όμως είχε και Virtual Reality, καθώς επισκεφτήκαμε το VR – Experience.
Από τις ταινίες της ημέρας σας έχουμε ήδη γράψει για τα Αραβία, Καθοδήγηση Ζωής ΑΕ (Life Guidance), Τσάρλεστον (Charleston), Γουέστερν (Western) και Μια Επάξια Σύντροφος (Worthy Companion), σε προηγούμενες ανασκοπήσεις μας > εδώ / >εδώ / και >εδώ. Πάμε να δούμε ποιες άλλες προσθέσαμε στις βαλίτσες μας:
Ο Γιος της Σοφίας (Son of Sofia) της Ελίνας Ψύκου
Η μεγάλη πρεμιέρα του διαγωνιστικού τμήματος. Η Ελίνα Ψύκου προσεγγίζει με τρυφερότητα και λυρισμό ένα δύσκολο θέμα: εκείνο της άφιξης ενός παιδιού από τη Ρωσία στην Ελλάδα -την περίοδο της ευφορίας των Ολυμπιακών Αγώνων- και την ερημιά που αισθάνεται μέσα του όταν ανακαλύπτει ότι η μητέρα του έχει παντρευτεί έναν αυστηρό ηλικιωμένο. Καταφύγιο του αγοριού γίνεται η φαντασία του, μέσα από την οποία θα ενηλικιωθεί με βίαιο τρόπο. Η Ελίνα Ψύκου συνδέει τους Ολυμπιακούς της Αθήνας με εκείνους της Μόσχας και χρησιμοποιώντας μουσική που μοιάζει με νανούρισμα και μέσα από τους συμβολισμούς του παραμυθιού, μιλά για τη δύσκολη ενηλικίωση. Άλλοτε με χιούμορ, άλλοτε με ψυχρό τρόπο, οι χαρακτήρες της ταινίες τοποθετούνται στο μικροσκόπιο και ανατέμνονται. Υπέροχη η πρωταγωνίστρια της ταινίας.
Μετά την προβολή, στην ομιλία που ακολούθησε, η σκηνοθέτης μας είπε ότι επέλεξε ως έτος που διαδραματίζεται το 2004 γιατί τότε ξεκίνησε να δουλεύει το σενάριο. Επελεξε τίτλο Ο Γιος της Σοφίας για να υποδείξει ότι το παιδί προσδιορίζεται περισσότερο ως γιος της μητέρας του παρά ως ο Μίσσα, ενώ το όνομα της Σοφίας το επέλεξε αρχικά τυχαία, συσχετίζοντας με τη σοφία και τη γνώση αργότερα, όπως είπε χαρακτηριστικά «όταν ο δημιουργός ανακαλύπτει το σενάριο του». Με αφορμή ερώτηση, είπε ότι η κρίση στον ελληνικό κινηματογράφο προϋπήρχε της οικονομικής κρίσης, αλλά τώρα πλέον τα πράγματα έχουν γίνει πολύ χειρότερα. Είναι εξαιρετικά χρονοβόρο, αν όχι αδύνατο να κάνει κανείς ταινίες στην Ελλάδα και οι δυο λύσεις είναι είτε να κάνει μια low budget ταινία, είτε να στραφεί σε χρηματοδότηση μέσω συμπαραγωγών, να συνεργάζεται και με συνεργεία από άλλες χώρες, στις οποίες βέβαια δε μπορεί να είναι σίγουρος για την ποιότητα τους.
Προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στο κοινό, με τις περισσότερες να είναι ακρετά θετικές και άλλους από τους θεατές που πήραν το λόγο να την παρομοιάζουν με τον Γουες Άντερσον, άλλοι με το Κουρδιστό Πορτοκάλι του Κιούμπρικ. Η σκηνοθέτης απαντώντας είπε ότι είναι μια ταινία για τη βία, ψυχική και σωματική, αλλά και τη βία στην επικοινωνία και στην αγάπη της οικογένειας. Απαιτούν από τον μικρό Μίσσα να αλλάξει χώρα, ρούχα, κούρεμα, γλώσσα, πατέρα και είναι αναμενόμενο πως θα αντιδράσει βίαια. Για το μικρό για τον πρωταγωνιστικό ρόλο χρειάστηκαν ταξίδια και στη Ρωσία αλλά τελικά ανακαλύφθηκε στο Διαπολιτισμικό σχολείο Αμφιθέας, καθώς ήθελαν να μιλά και ελληνικά και ρώσικα, και μόλις είδε το βλέμα του η σκηνοθέτης την κέρδισε αμέσως. Για την ηθοποιό που παίζει τη μητέρα, έγινε επίσης εκτεταμμένο κάστινγκ αλλά τελικά την βρήκαν στο Μόναχο, μετανάστρια που παίζει εκεί θέατρο και την επέλεξε με κριτήριο την ευαισθησία που απαιτούσε ο ρόλος. Τέλος, ο κύριος Παπαγεωργίου πήρε το λόγο και δήλωσε ευτυχής για τη συγκυρία του να μην έχει υποχρεώσεις σε κάποιο θέατρο εκείνη την περίοδο, ενώ είπε πως στο τελικό αποτέλεσμα βοήθησε το υπέροχο και πανάξιο συνεργείο που τους βοήθησε πάρα πολύ και έκανε τη διαφορά στην συνδημιουργία.
Φορτίο (Cargo) του Γκίλες Κούλιερ
Η άλλη ταινία του διαγωνιστικού τμήματος που προβλήθηκε πρώτη φορά στο φεστιβάλ. Αργές φεστιβαλικές νόρμες, σε ένα δράμα που αν και σύγχρονο μοιάζει βγαλμένο από άλλη εποχή. Η υποτονική, σχεδόν υπνωτιστική αφήγηση και οι χαλαροί ολιγόλογοι διάλογοι κρύβουν μια αργοφλεγή εσωτερική έκρηξη, η οποία όμως δε μεταφέρεται στο φακό, θυμίζοντας μας το ίδιο ζήτημα που προβληματίζει και με δικές μας ελληνικές αντίστοιχες προσπάθειες. Βέβαια εδώ είναι και η γλώσσα και η ψυχοσύνθεση του λαού.
Ο πατέρας που πέφτει σε κόμμα αναγκάζει τους τρεις διαφορετικούς χαρακτήρες αδερφών να αναγκαστούν να επικοινωνήσουν και να αλληλεπιδράσουν μεταξύ τους. Ο μεγάλος που νιώθει τις ευθύνες πιο βαριές πάνω του αλλά και δε δοκίμασε να κάνει κάτι διαφορετικό από τη δουλειά του πατέρα του, ο ευαίσθητος μεσαίος που κρύβει την ομοφιλοφυλία του, ο μικρότερος «άσωτος» με το βεβαρημένο παρελθόν της παρανομίας και της φυλακής. Οι χαρακτήρες βρίσκονται ήδη με την πλάτη στον τοίχο ήδη από την αρχή της ιστορίας και από τη στιγμή που πέφτει σε κώμα ο πατέρας χάνεται εντελώς το έδαφος κάτω από τα πόδια τους και αρχίζουν μια ελεύθερη πτώση, την οποία όμως παρακολουθούμε σε αργή κίνηση.
Δεν είμαι Μάγισσα (I am not a witch) της Ρουνγκάνο Νιόνι
Ένα εφιαλτικό παραμύθι από τη μακρινή Ζάμπια, που δυστυχώς περικλείει μεγάλες αλήθειες. Ένα μικρό κορίτσι θεωρείται μάγισσα και δίδεται σε στρατόπεδο συγκέντρωσης μαγισσών, όπου της ασκούν συνεχόμενη ψυχολογική και σωματική βια, κλείνοντας τις πόρτες για οποιαδήποτε πιθανή διέξοδο. Μια βαθιά σαρκαστική παραβολή και ταυτόχρονα μια σημαντική φεμινιστική ταινία που θέλει να αφυπνήσει τα καταπιεσμένα δικαιώματα των γυναικών στις αφρικανικές χώρες, όπου μια απλή κατηγορία από κάποιον μπορεί να οδηγήσει στην στέρηση όλων των ελευθεριών του και μπορεί να προέλθει ακόμα και από έναν άντρα που απλά θέλει να ξεφορτωθεί τη γυναίκα του ή ένα όνειρο που είδε κάποιος. Οι κλωστές και οι κουβαρίστρες θα μπορούσαν να αντιστοιχούν στους σύγχρονους πολίτες – μαριονέτες. Στηλιτεύει αλύπητα δεισιδαιμονίες και παραδόσεις που αντί να καταργηθούν γίνονται προϊόν εκμετάλλευσης από καιροσκόπους και άμυαλους, ενώ επιρίπτει ευθύνες και στους δυτικούς, που έρχονται ως τουρίστες αντιμετωπίζοντας τους σαν ζώα ενός ζωολογικού κήπου ή μια ατραξιόν που πρέπει να ανεβάσουν στα μέσα δικύωσης ή ως λευκοί που με τα λεφτά τους πληρώνουν για τύχη ή για βροχή.
Την προβολή της ταινίας προλόγισε η παραγωγός της ταινίας που ευχαρίστησε το φεστιβάλ και προσωπικά την κυρία Ζαλαρντό για την επιμονή της να φέρει την ταινία στο φετινό πρόγραμμα. Στις ερωταπαντήσεις με το κοινό που ακολούθησαν της προβολής, μας είπε ότι υπάρχουν και σήμερα στρατόπεδα μαγισσών, ιδίως στην Γκάνα, ενώ στη Ζάμπια αντίστοιχες κατηγορίες σε χωριά προκαλούν την εκδίωξη κάποιου ατόμου. Δεν υπάρχουν μεν κορδέλες και το φορτηγό, οι κορδέλες απεικονίζουν την εικόνα που έχουν οι ίδιες οι γυναίκες για τον εαυτό τους, δηλαδή όταν οι ίδιες αρχίζουν να πιστεύουν τις κατηγορίες, είτε τιε επιβάλλουν οι ίδιες στον εαυτό τους, με το να αποδέχονται τη μοίρα τους και να μη φεύγουν από το σπίτι όταν τις χτυπάνε οι άντρες τους, για παράδειγμα. Το σοκαριστικό είναι ότι ακόμα και σήμερα το ζήτημα της ύπαρξης μαγείας δεν είναι υπό αμφισβήτιση, κι έτσι, εκτός της σκηνοθέτιδος που πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της στη Μ.Βρετανία και είναι αποστασιοποιημένη, όλοι οι άλλοι, συμπεριλαμβανομένων αυτών που συμμετείχαν στην ταινία, πιστεύουν σε αυτό, είναι αναπόσπαστο μέρος της κουλτούρας τους.
The Cakemaker του Ραούλ Γκράιζερ
Ένας νεαρός γερμανός αρτοπλάστης συνάπτει σχέση με παντρεμένο ισραηλινό άντρα, που τον επισκέπτεται όταν έρχεται για επαγγελματικό ταξίδι. Παρά τον περιορισμό της σχέσης τους μια έντονη αγάπη και οικειότητα αναπτύσσεται μεταξύ τους, όσπου μια μέρα ο νεαρός μαθαίνει ότι ο σύντροφος του πέθανε σε ατύχημα. Ορμόμενος από μια κίνηση αυθορμητισμού, ο νεαρός άντρας ταξιδεύει στο Ισραήλ, βρίσκει την οικογένεια του αγαπητικού του που πενθεί και παλεύει να κρατήσει το μαγαζάκι τους και χωρίς να τους πει ποιος είναι προσφέρεται να δουλέψει εκεί και να τους βοηθήσει.
Μια τρυφερή ταινία για την απώλεια και την προσπάθεια να τη διαχειριστεί κανείς. Επίσης, πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι μια ιδιαίτερα τολμηρή ταινία, σε ερωτικές σκηνές, για ισραηλινή. Η οικογένεια και η ανάγκη για οικογένεια. Ο ζαχαροπλάστης μοιάζει να παίρνει τη θέση του άντρα της χήρας γυναίκας του, έστω και σχηματικά. Το μαγαζί πασχίζει να μείνει «καθαρό», (θρησκευτικοί περιορισμοί στα υλικά και στον τρόπο μαγειρέματος, για παράδειγμα να φτιάξει τα κουλούρια του αλλά να μη τα ψήσει στον φούρνο) όπως τον συμβουλεύουν να κάνει και με το διαμέρισμα που του παραχωρούν (να προσέχει που κόβει το κρέας κτλ), που ίσως σοκάρουν όσους δε τις γνωρίζουν. Παράλληλα έτσι στηλιτεύει τον συντηρητισμό και τον θρησκευτικό φανατισμό και την εμμονή σε παραδόσεις που είναι ανάγκη να τις αποβάλλει ο ίδιος ο κόσμος που τις τηρεί ή τουλάχιστον να μάθουν ανοιχτόμυαλα να αποδέχονται και να σέβονται τους άλλους.