ΘΕΜΑΤΑΦεστιβάλ

58o ΦΚΘ για «μικρούς» και «μεγάλους»

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Ο Αλεξάντερ Πέιν ήταν ένας από τους επίτιμους καλεσμένους του 58ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ο σκηνοθέτης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για το Φεστιβάλ για την προβολή της νέας του ταινίας, Downsizing και έδωσε συνέντευξη Τύπου. Μπορείτε να διαβάσετε τι είπε (αλλά και την άποψή μας για την ταινία) εδώ.

Στις παράλληλες εκδηλώσεις, ο Δημήτρης Αθανίτης παρουσίασε το νέο βιβλίο του «Μυστικές Συναντήσεις», που κυκλοφορεί από τα μέσα Σεπτέμβριου από τις εκδόσεις Αγγελάκη και μιλά για τις κινηματογραφικες συναντήσεις του, με μια σειρά από πρόσωπα που ανήκουν σε μια ανθολογία του άκρως ιδιαίτερου. Η βραδιά έκλεισε με κέφι και ρυθμό με τα δυο πάρτι, προσωπικού και εθελοντών στην Αποθήκη Γ΄στο λιμάνι, αλλά και στο Coo που έπαιξε μουσική ο Άκης Καπράνος.

Από τις επαναληπτικές προβολές, έχουμε γράψει τις προηγούμενες ημέρες για τις ταινίες Ποιοτικός Χρόνος (Quality Time), Ο Χεσούς πρέπει να πεθάνει (Killing Jesus), Ο Γιος της Σοφίας (Son of Sofia), Κοράκια (Ravens), Ούτε όνομα ούτε υπογραφή (No name, no signature), > εδώ / >εδώ / >εδώ  / >εδώ και >εδώ. 

Κτήνος (Beast)

beast

Στη νησιωτική κοινότητα Τζέρσεϊ, η Μόλι ερωτεύεται τον μυστηριώδη Πασκάλ, ωστόσο η αστυνομία μοιάζει να θεωρεί ότι ο νεαρός άνδρας είναι υπεύθυνος για μια σειρά από βάρβαρες δολοφονίες. Η Μόλι αρνείται να δεχθεί ότι αυτή θα μπορούσε να είναι η αλήθεια και είναι αποφασισμένη να υποστηρίξει τον αγαπημένο της. Μόνο που η κοπέλα κρύβει και εκείνη τα δικά της μυστικά και τις δικές της σκοτεινές πτυχές, με τις οποίες θα έρθει σύντομα αντιμέτωπη.

58tiff beast michael pearce IMG_9960

Ο Βρετανός Μάικλ Πιρς χρησιμοποιεί το είδος του θρίλερ για να παρουσιάσει μια μελέτη χαρακτήρων και το ταξίδι μιας νεαρής κοπέλας στον εσωτερικό της κόσμο και στις βαθύτερες σκέψεις της. Χωρίς να γίνεται γκροτέσκος, δεν ασχολείται τόσο με το whodunnit όσο με το «τέρας» του τίτλου, βάζοντας τον θεατή να αναρωτηθεί πάνω στην έννοια τέρας. Η ταινία διαθέτει υπέροχη φωτογραφία και μία εκπληκτική πρωταγωνίστρια, τη νεαρή Τζέσι Μπάκλεϊ (Taboo, War and Peace), η οποία καλείται να εκφράσει μια τεράστια γκάμα συναισθημάτων και συμπεριφορών και τα καταφέρνει εξαιρετικά. Ωστόσο, είναι προβληματικό το γεγονός ότι η ταινία μοιάζει να έχει τουλάχιστον τρία φινάλε και το γεγονός ότι παλινδρομεί μπρος πίσω σε θέματα που ήδη έχει θίξει.

Οι Cinepivates μίλησαν με τον σκηνοθέτη, ο οποίος αναφέρθηκε και στο πραγματικό περιστατικό που ενέπνευσε την ταινία, σε μία συνέντευξη που θα διαβάσετε όταν η ταινία κυκλοφορήσει στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Τζαμ (Djam)

djam

Γυρισμένη κατά 90% στην Ελλάδα, η νέα ταινία του Τόνι Γκατλίφ (Gadjo Dilo) είναι ένα ρεμπέτικο μιούζικαλ που επικεντρώνεται στη φιλία δύο κοριτσιών: της Ελληνίδας Τζαμ και της Γαλλίδας Αβρίλ. Ο θείος της Τζαμ, Κακούργος, τη στέλνει στην Κωνσταντινούπολη για να του φέρει ένα εξάρτημα για το πλοίο του που έχει χαλάσει. Εκεί, η Τζαμ, ένα ελεύθερο πνεύμα, θα συναντήσει την Γαλλίδα Αβρίλ που έχει χάσει τα υπάρχοντά της. Μαζί θα ξεκινήσουν για το μακρύ ταξίδι της επιστροφής στην Ελλάδα, συντροφιά με το ρεμπέτικο τραγούδι. Η ταινία του Τόνι Γκάτλιφ είναι γεμάτη ενέργεια και ένταση που απορρέει από την κίνηση της Δάφνης Πατακιά και τη μουσική -η ταινία αποτελεί φόρο τιμής στο ρεμπέτικο και στις έννοιες που συνδέονται με αυτό όπως η έννοια της ξενιτιάς και της προσφυγιάς. Ο Τόνι Γκάτλιφ τα καταφέρνει καλύτερα στα γαλλικά που είναι και η γλώσσα του, ενώ στα ελληνικά οι διάλογοι μοιάζουν παράξενοι και οι ιστορίες που θα έπρεπε να συγκινούν μερικές φορές έχουν το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα. Τον σκηνοθέτη μοιάζει να μην τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα το σενάριο, αλλά οι στιγμές, ενώ έχει μια ρομαντική -ίσως και αφελή- θέαση του κόσμου.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Η πρωταγωνίστρια Δάφνη Πατακιά βρέθηκε στην παρουσίαση της ταινίας. Είπε ότι την πρώτη φορά που συνάντησε τον σκηνοθέτη της ζήτησε να χορέψει, αλλά λόγω της γνώσης της στο μπαλέτο τα πράγματα δεν πήγαν πολύ καλά. Στη συνέχεια της ζήτησε να τραγουδήσει, αλλά και εκεί τα κατάφερε μέτρια, ενώ ήταν όταν της ζήτησε να περπατήσει της ανακοίνωσε ότι τη θέλει για την ταινία, καθώς όπως της είπε «περπατά σαν τον Τσάρλι Τσάπλιν». Η συμπαραγωγός της ταινίας Φένια Κοσοβίτσα είπε ότι ο Γκάτλιφ επικοινώνησε μαζί της πριν από τέσσερα χρόνια λέγοντας ότι ήθελε να κάνει ταινία για το ρεμπέτικο. Η Δάφνη Πατακιά συμπλήρωσε ότι στη συνέχεια ο σκηνοθέτης θεώρησε ότι δεν μπορούσε να αγνοήσει την προσφυγική και οικονομική κρίση που λάμβανε χώρα στη χώρα που ήθελε να κάνει τα γυρίσματα. Σημείωσε ότι σενάριο δεν υπήρχε και ότι συχνά πήγαινε στα γυρίσματα για να μάθει εκείνη την ώρα τις οδηγίες του σκηνοθέτη.

Lines 

Το Lines, η νέα ταινία του Βασίλη Μαζωμένου που μετά το Τάλιν της Εσθονίας (διαβάστε εδώ), τη βράβευση του στο 10oLGFF (διαβάστε εδώ), την πρώτη της προβολή στο 30ο Πανόραμα (διαβάστε εδώ), αποβιβάστηκε στο λιμάνι του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την επίσημη δεύτερη. Η ταινία μέσα από επτά ιστορίες με πρωταγωνιστές τους Θέμη Πάνου, Άννα Καλαϊτζίδου, Θόδωρο Κατσαφάδο και Τάσο Νούσια, θέλει να αποτελέσει μια αποτελεί μια κραυγή για την Ελλάδα που πεθαίνει παίρνοντας αφορμή από τις τουλάχιστον 4.000 αυτοκτονίες που έχουν σημειωθεί στην χώρα μας στην περίοδο της κρίσης. Όπως είναι λογικό, με το θέμα που πραγματεύεται, το Lines θα θεωρούσε «αποτυχία» του να ήταν μια ταινία «εύπεπτη» για το θεατή.

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Είναι μια συρραφή από μερικές διαφορετικές μεταξύ τους ιστορίες κρίσης και αυτοκτονίας, που τις ενώνει όλες ένα απελπισμένο τηλεφώνημα που κάνουν προς τη «γραμμή ζωής», ένα κέντρο τηλεφωνικής ψυχολογικής υποστήριξης. Με την ιστορία του αστυνόμου των Μ.Α.Τ. και του «Μπάτμαν» να ξεχωρίζουν λίγο από τις υπόλοιπες, αλλά ωραία μουσική και φωτογραφία στο σύνολο της. Η ταινία θα μπορούσε να πει κανείς ότι αποτελείται από μικρά σκετς, στην προσπάθεια των δημιουργών να καλύψουν όλη την γκάμα της σημερινής Ελλάδας, τον άστεγο, τον μικρομεσαίο, τον αγρότη, τον αστυνομικό, το στέλεχος, τον διευθυντή, τον πολιτικό, προσπαθώντας να δείξουν ότι όλοι ασφυκτιούν, ο καθένας με το δικό του τρόπο. Ίσως εκεί γίνεται μια άτυπη εξίσωση όλων, στην υπερβολή της φυσικά, που ίσως ενοχλήσει κάποιους καθώς χάνει σε ρεαλισμό και δείχνει τη πρόθεση της ταίνιας να προκαλέσει, όπως φαίνεται και στον τρόπο που χειρίζεται και παρουσιάζει κάποιες ερωτικές σκηνές. Ανεξαρτήτως αν συμφωνεί κανείς με τον τρόπο παρουσίασης ή όχι, δε μπορεί να μην αναγνωρίσει στο δημιουργό ότι πλησιάζει με την ίδια τρυφερότητα όλους τους χαρακτήρες του, ενώ επιλέγει να κλείσει με ένα ιδιαίτερο τρόπο, που δίνει έδαφος για πολύ συζήτηση… Για όλα αυτά συναντηθήκαμε με τον σκηνοθέτη που μας έδωσε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνέντευξη, που θα διαβάσετε σύντομα.

TheOX

Οι γηρασμένοι κάτοικοι μιας φανταστικής χώρας περνούν μια σκληρή καθημερινή δοκιμασία, όντας αγρότες, προσπαθώντας να μετατρέψουν τη γη τους σε ένα πλουσιοπάροχο βασίλειο, προσθέτοντας έτσι ένα μαγικό συστατικό… Ένα ιδιαίτερο animation, από τον Γιώργο Νικόπουλο, που συνδυάζει στοιχεία από αρχαιοελληνικές παραστάσεις και μορφές άλλων αρχαίων πολιτισμών με φιγούρες θεάτρου σκιών (όπως ο Καραγκιόζης), αλλά και χορογραφίες μαύρου θέατρου. Έχει τη δική του προσωπικότητα, δείχνοντας ένα μέρος που θα μπορούσε να είναι στην αρχαία Μινωική Ελλάδα, είτε στην Αφρική, είτε σε ένα μακρυνό, άγνωστο πλανήτη. Κύρια θέση του η διαρκής μάχη του παλιού με το νέο, ενώ πέραν της αρχικής σύντομης αφήγησης δεν έχει καθόλου διαλόγους, παρά κάποια μουγκρητά.

Η απουσία διαλόγων συνδυάζεται με ατμοσφαιρική μουσική κυρίως πνευστών και τύμπανων, που εμπεριέχει στοιχεία φολκ και τζαζ, και διάφορους ήχους. Παρόλο που κινείται ουσιαστικά σε δυο διαστάσεις, πάνω σε τρισδιάστατο φόντο, η εικόνα του έχει υφή και όγκο και πετυχαίνει την αίσθηση βάθους πεδίου. Τα εφέ του δίνουν μια παλαιά αίσθηση χειροτεχνίας, χαρτοκοπτικής και πλαστελίνης, που συνδυάζονται με computer graphics. Έχει να πει πράγματα, αλλά επιλέγει μια αρκετά αργή αφηγηματική ροή, εστιάζοντας περισσότερο στη γενικότερη συνολική αίσθηση, από την πιστή ακολουθία ενός σεναρίου. Διατηρώντας την καλλιτεχνική αξία του, θεωρώ ότι στέκει περισσότερο ως video art για κάποιο installation παρά για ταινία που προορίζεται για κινηματογραφικές αίθουσες.

Ευ-Θανατωτής (Euthanizer)

Μια ιδιόμορφη φιλανδική μαύρη κωμωδία. Μοναχικός άντρας αναλαμβάνει έναντι αμοιβής να θανατώνει ζώα που οι ιδιοκτήτες τους δε τα θέλουν ή είναι γερασμένα ή άρρωστα. Την ίδια στιγμή ο πατέρας του βασανίζεται χρόνια κατάκοιτος στο νοσοκομείο, μες τους πόνους και χωρίς να έχει ιδιαίτερη επαφή με το περιβάλλον. Η νοσοκόμα που τον φροντίζει θα κρυφακούσει ένα τηλεφώνημα και θα μπει στη ζωή του, ανάβοντας τη σπίθα ενός απρόσμενου έρωτα, ενώ παράλληλα γύρω του περιφέρονται διάφοροι προβληματικοί και τραγικοί ιδιοκτήτες κατοικίδιων.

Εμμονή με το θάνατο, την αυτοκτονία, αρρώστια ηθική και ψυχική, είναι θέματα που θίγει η ταινία, μέσα από το μποέμ κατακάθι της κοινωνίας που επιλέγει ως κεντρικό χαρακτήρα, ένα σύγχρονο δήμιο κατοικιδίων, αυτός που πρέπει κοινωνικά να «βγάλει τα σκουπίδια έξω» και από ένα σημείο και μετά αναρωτιέται τι είναι πραγματικά σκουπίδι και τι οφέλημο. Αλλά το κάνει μέσα από ένα σενάριο σκληρό θεματολογικά, ακόμα και αν η κάμερα στρέφει το βλέμμα στις αποστροφικές στιγμές με ζώα -αν και δεν επιλέγει το ίδιο σε σκηνές βίας με πρωταγωνιστές ανθρώπους. Θα κάνει σε σκηνές κάποιους -ιδίως φιλόζωους- να αισθανθούν άβολα, ενώ είναι δύσκολο να συμφωνήσει κάποιος πλήρως με τις απόψεις και τις πράξεις όλων των χαρακτήρων που παρουσιάζονται. Θέλει να θίξει ζητήματα, αλλά ταυτόχρονα να διασκεδάσει, επιλέγοντας άλλοτε έναν ειρωνικό, άλλοτε έναν πρωτόγονο τρόπο να αποδώσει δικαιοσύνη. Έτσι, κάπου μεταξύ σφαιρών και θαλάμου αερίων βλέπουμε ανθρώπους που παλεύουν μέσα τους να αντέξουν και να αποδεχτούν τους ίδιους τους εαυτούς τους και τον εξίσου βίαιο και εκδικητικό κόσμο. Σε δεύτερο επίπεδο όμως ο κεντρικός χαρακτήρας είναι προβληματικός και πέραν των όσων λέει στον εαυτό του ότι προσφέρει ανακούφιση στα ζώα ή φορά τη μάσκα του τιμωρού, δείχνει να απολαμβάνει να σκοτώνει.

Γκρίζο Σπίτι (Gray House)

Πειραματικό σίγουρα στο ύφος, μπλέκει τα αχνά (υπό το καλλιτεχνικό πρίσμα) όρια μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ σε ένα video art project. Υπέροχες εικόνες και μινιμαλιστικός ήχος φύσης ή μηχανών. Με του Ντενίς Λαβάντ (Holy Motors, Εγώ και ο Καμίνσκι, Η Εβίτα δε κοιμάται πια εδώ) που δείχνει να έχει μπει εντελώς στο πετσί των εργαζόμενων, αλλά και πραγματικούς εργάτες που μας μιλούν για τη ζωή τους. Είναι ένα έργο που σίγουρα παίρνει το χρόνο του και δε βιάζεται. Σκεφτείτε ένα όμορφο πλάνο και φανταστείτε πόση ώρα θα θέλατε να το παρακολουθήσετε… Μετά πολλαπλασιάστε επί 3 και θα έχετε την διάρκεια στην οποία θα το δείτε. Κάπου εκεί το κεντρικό νόημα εξασθενεί, αλλά ενδείκνεται για χαλάρωση και όσους πάσχουν από αϋπνία.

assholes0001

Κωλοτρυπίδια (Assholes)

H ένοχη μεταμεσονύχτια «απόλαυση» (αναγκαστικά εδώ σε εισαγωγικά η λέξη), της Πέμπτης. Μοιάζει με ένα home movie βίντεο that went totally wrong, με τον Πίτερ Βακ να θέλει να κάνει μια προκλητική σάτυρα για τη σύγχρονη αμερικάνικη οικογένεια, με κλασικά πλέον αστεία (από αυτά που δε γελά κανείς) για χρήση ναρκωτικών (που εδώ από τους «μπάφους» περνάμε στην -από ότι φαίνεται νέα μόδα- που είναι τα poppers) και σκατολογικού χιούμορ, ενώ παράλληλα ήθελε να γυρίσει και κάποιες προκλητικές σκηνές σεξ. Ένα ψυχο-παίδι των παλιότερων ταινιών Σεθ Ρόγκεν και Τζέιμς Φράνκο, προσπαθεί να το τραβήξει την υπερβολή ένα βήμα περισσότερο και αν μπεις στο mood του μπορείς ίσως να το παρακολουθήσεις, χωρίς όμως να σου αφήσει κάτι σημαντικό στο τέλος.

cinepivates

Συντακτική ομάδα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *